Η τέχνη του παιχνιδιού
Μιχάλης Μανουσάκης

Ενα μικροσκοπικό γερμανικό μπακάλικο του 1910 μέσα σε προθήκη. Ενα τσίγκινο ποντικάκι που καιροφυλακτεί κοντά σε ένα σακί αλεύρι. Πιο πέρα μοτοσικλέτες, κούκλες, παλιά παιχνίδια με τα οποία έπαιξαν είτε κορίτσια με καλοσχηματισμένες μπούκλες είτε φτωχόπαιδα με μουντζουρωμένα χέρια. Ολα αυτά συνθέτουν τον μικρόκοσμο του εικαστικού και αναπληρωτή καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Μιχάλη Μανουσάκη, ο οποίος συλλέγει παλαιά παιχνίδια εδώ και 15 χρόνια. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο γνωστός ζωγράφος θα πάρει μια καρέκλα μαζί με τον καφέ του, θα ανοίξει τις προθήκες με τα παιχνίδια του και θα ταξιδέψει στο παρελθόν. «Αν με έβλεπε κάποιος ξαφνικά, ίσως και να γελούσε. “Τι κάνει αυτός; ” θα σκεφτόταν. Ούτε εγώ ξέρω να απαντήσω» μας λέει και προσθέτει: «Ολα ξεκίνησαν όταν γεννήθηκε ο γιος μου. Είχα την αγωνία να επανεξετάσω την έννοια της παιδικής ηλικίας με αφετηρία το αντικείμενο του παιχνιδιού μέσα από μια σειρά έργων. Ο φίλος μου, ο ζωγράφος Τάσος Μισούρας, που ήταν συλλέκτης παιχνιδιών πολύ πριν από εμένα, προθυμοποιήθηκε να μου δανείσει κάποια κομμάτια, αλλά μου ζήτησε να τα προσέχω πολύ, να μην τους κάνω “ούτε γρατσουνιά”, όπως μου είπε χαρακτηριστικά. Οταν τελείωσα και του τα επέστρεψα, η γρατσουνιά είχε γίνει τελικά στην ψυχή μου». Ο Μιχάλης Μανουσάκης μάς αποκαλύπτει ότι για δέκα ολόκληρα χρόνια αναζήτησε με πάθος το αγαπημένο του παιδικό παιχνίδι: «Προερχόμουν από φτωχή οικογένεια. Η νονά μου… και αυτή φτωχή. Ηταν παραμονή Πρωτοχρονιάς, θυμάμαι, όταν μου αγόρασε ένα από τα ελάχιστα παιδικά παιχνίδια μου, ένα πλαστικό τανκ. Ενιωσα ανατριχίλα όταν το ξαναβρήκα στο Μοναστηράκι». Ο ίδιος, αν και μανιώδης συλλέκτης, θεωρεί ότι τα παιχνίδια που κατέχει δεν του ανήκουν, γι’ αυτό και ως τις 5 Ιανουαρίου παρουσιάζει τους πίνακές του στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων στο πλαίσιο αναδρομικής έκθεσης και μέρος της συλλογής των παιχνιδιών του στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων, σε έναν δημιουργικό διάλογο με το αρχαίο παιχνίδι.

 

Η γενιά του eBay

Αγγελος Γιακουμάτος, Γιώργος Μαυραγάνης, 
Παναγιώτης Παντελής

Σάββατο 19 Νοεμβρίου στο Playmobil Fun Park στην Κάτω Κηφισιά. Ο Αγγελος Γιακουμάτος, ο Γιώργος Μαυραγάνης και ο Παναγιώτης Παντελής, τρεις έλληνες συλλέκτες Playmobil, τοποθετούν στα κουτιά τους εκατοντάδες Ινδιάνους και καουμπόηδες. Εδώ και περίπου δύο μήνες είχαν δημιουργήσει μια σύνθεση με κομμάτια της συλλογής τους και θέμα την Αγρια Δύση, την οποία αποφάσισαν να αποσυναρμολογήσουν στα εξ ων συνετέθη, ώστε να επιστρέψουν τα αγαπημένα ανθρωπάκια στο σπίτι τους. «Τα αγαπούσα ανέκαθεν τα Playmobil» ομολογεί ο Αγγελος και συνεχίζει: «Κράτησα μάλιστα τα παιδικά μου παιχνίδια με τη σκέψη να τα δώσω στα παιδιά μου. Οταν γεννήθηκε ο πρώτος μου γιος, ο οποίος είναι σήμερα πέντε χρόνων, του έδωσα το πρώτο ανθρωπάκι. Ηθελα, φαίνεται, μια καλή δικαιολογία για να ασχοληθώ ξανά. Υστερα ψάχτηκα στην ίδια την Playmobil και μετά ανακάλυψα το Internet. Εκεί μπορεί να πωλούνται από ένα βραχιολάκι ως ολόκληρα σετ». Ο Γιώργος, που και για αυτόν η αγάπη για τα Playmobil ξεκινά από τα παιδικά του χρόνια, σκιαγραφεί το προφίλ του συλλέκτη: «Πρόκειται για ανθρώπους της μεσαίας τάξης και πάνω. Είναι συνήθως εργαζόμενοι που αγαπούν τη δουλειά τους, φιλόζωοι και οικολόγοι. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι έγινε μια πιλοτική εφαρμογή από την Playmobil με μια ομάδα 60 μελών από όλον τον κόσμο, στην οποία ανήκω και εγώ, στο πλαίσιο της οποίας εμείς ως συλλέκτες θέσαμε στην εταιρεία μια σειρά θεμάτων με βασικό αίτημα τη δημιουργία ενός κλαμπ συλλεκτών. Δώσαμε μάλιστα στην Playmobil, κατόπιν ψηφοφορίας που κάναμε μεταξύ μας, μια λίστα με πέντε παλαιά σετ που θέλαμε να επανακυκλοφορήσουν, τα οποία στο eBay μπορεί να κόστιζαν από 150 ως και 200 ευρώ». Ο Παναγιώτης ταξίδεψε με τα δικά του Playmobil από τη Θεσσαλονίκη προκειμένου να συνεισφέρει με τη σειρά του στη σύνθεση με θέμα την Αγρια Δύση: «Αυτό που με γοήτευε πάντα στα Playmobil είναι ότι μπορούσες με αυτά να δημιουργήσεις τον δικό σου κόσμο. Μπορείς να πάρεις ένα ανθρωπάκι και με την αλλαγή ενός καπέλου να το μετατρέψεις σε γιατρό, αστυνομικό, ιππότη, Ινδιάνο ή καουμπόη, σε οτιδήποτε φανταστείς».

 

Τα μελαψά ευζωνάκια
Γιάννης Χιωτάκης

Τα τελευταία χρόνια σχεδόν κάθε ξημέρωμα Κυριακής ο Γιάννης Χιωτάκης λείπει από το σπίτι του. Το πιο πιθανό είναι να τον συναντήσει κανείς στο Μοναστηράκι να αναζητεί παλαιά παιχνίδια με έναν φακό στο χέρι. «Γίναμε μια μεγάλη παρέα εμείς οι συλλέκτες παιχνιδιών. Είναι μετρημένες οι Κυριακές που έχω λείψει από το παζάρι» μας λέει και συμπληρώνει: «Πριν από μια δεκαετία είχα οργώσει την Ελλάδα ψάχνοντας στενό στενό την κάθε πόλη, το κάθε χωριό, για χώρους όπου μπορεί να υπήρχαν παλαιά παιχνίδια. Πίσω από κάθε αγορά κρύβεται και μια ιστορία. Θυμάμαι χαρακτηριστικά το παζάρι του Σχιστού, όπου είχα βρει ένα ωραίο κομμάτι, έναν γερανό. Ο παλιατζής είχε καταλάβει τη λαχτάρα μου και δεν μου το πουλούσε, για να ανεβάσει την τιμή. Τελικά τον αναζήτησα την επομένη στο Μοναστηράκι και τον απέκτησα φυσικά με μεγαλύτερο κόστος». Από παιδί ο Γιάννης Χιωτάκης αγαπούσε τα στρατιωτάκια και αυτή η αγάπη του ήταν που τον οδήγησε στο να συλλέγει τσολιαδάκια και ως ενήλικος. «Οι περισσότερες κούκλες-τσολιάδες κατασκευάστηκαν μετά τον πόλεμο σε ελληνικές βιοτεχνίες και προορίζονταν κυρίως για εξαγωγές. Τις έβαζαν σε συσκευασίες δώρου, συνήθως μπλε κουτιά που απέξω έγραφαν “Greece”. Βέβαια πωλούνταν και στα τουριστικά μαγαζιά γύρω από την Ακρόπολη» αναφέρει και προσθέτει: «Σήμερα είναι σπάνιες. Υπάρχουν ενδιαφέρουσες ιστορίες γύρω από τα τσολιαδάκια και στο εξωτερικό. Περίπου στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, προτού κυκλοφορήσει η σειρά 196 της Βritain με τα μολυβένια τσολιαδάκια, στην προηγούμενη συλλογή τα ευζωνάκια παρουσιάζονταν με το πρόσωπό τους βαμμένο μαύρο, καθώς φαίνεται μας θεωρούσαν ιθαγενείς τότε». Το σπίτι του Γιάννη Χιωτάκη είναι γεμάτο παιχνίδια, τα οποία ομολογεί πως ουδέποτε έχει μπει στη διαδικασία να μετρήσει: «Δεν θέλω να σκέφτομαι πόσα χρήματα έχω δώσει γιατί θα στεναχωρηθώ. Πολλές αγορές ήταν χαμένα λεφτά. Πριν από μία δεκαετία αγοράζαμε τα γιαπωνέζικα και τα γερμανικά παιχνίδια πανάκριβα στην Ελλάδα και σήμερα λόγω Internet οι τιμές τους έχουν πέσει δραματικά».

 

Καλώς ήλθατε στο κουκλόσπιτο
Ειρήνη Πρίντεζη-Φράγκου

«Ιατρείο Κούκλας». Η επιγραφή του κουδουνιού στην κατοικία της Ειρήνης Πρίντεζη-Φράγκου σε βάζει αμέσως στο… παιχνίδι: περνώντας το κατώφλι της θα βρεθείς κυριολεκτικά σε ένα κουκλόσπιτο. «Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου παίζω με κούκλες» μας ομολογεί και συνεχίζει: «Κατάγομαι από την Κωνσταντινούπολη και η οικογένειά μου είχε μια σχετική άνεση, συνεπώς είχα αρκετά παιχνίδια. Οταν το ’64 βγήκε το φιρμάνι και μας έδιωξαν σε μια νύχτα, εγώ κουβάλησα μαζί μου τις κούκλες μου. Είναι το πάθος μου. Δεν μπορώ να τις βλέπω πεταμένες στα σκουπίδια. Τις μαζεύω, τις πλένω, τις χτενίζω, τις ντύνω και μετά τις καμαρώνω». Σε ηλικία 17 χρόνων παρακολούθησε μαθήματα κατασκευής και σήμερα, εφαρμόζοντας μια ειδική τεχνική με κόλλα και βαμβάκι, έχει δημιουργήσει μια ολοκληρωμένη σειρά από κούκλες με ελληνικές τοπικές ενδυμασίες, αλλά και κούκλες που αναπαριστούν επαγγέλματα που χάνονται σήμερα. Πριν από δέκα χρόνια μάλιστα ξεκίνησε και τη λειτουργία του «ιατρείου» της. «Δεν το είχα φανταστεί ποτέ αυτό. Ξεκίνησε όταν μια φίλη μου μου έφερε την κούκλα μιας δικής της φίλης προκειμένου να την επισκευάσω. Καμιά φορά, όταν μου δίνουν πολύ παλιές κούκλες, ας με συγχωρέσει ο Θεός, παρακαλάω να τις ξεχάσουν οι ιδιοκτήτες τους και να μην έρθουν ποτέ να τις πάρουν».

 

Μένουμε πάντα παιδιά
Χρήστος Μπουλώτης

Στο σπίτι του Χρήστου Μπουλώτη, αρχαιολόγου στο Κέντρο Ερεύνης της Αρχαιότητος της Ακαδημίας Αθηνών, δεκάδες παιχνίδια είναι έτοιμα να πακεταριστούν σε κούτες και να μεταφερθούν στη γενέτειρά του, τη Λήμνο, όπου πρόκειται να δημιουργηθεί ένα μουσείο παιδικού παιχνιδιού. «Οταν δωρίσω τη συλλογή μου, δεν θα σταματήσω να αναζητώ παιχνίδια. Οσο είμαι καλά και έχω την οικονομική άνεση, θα συνεχίσω να τροφοδοτώ το μουσείο. Για εμένα το παιχνίδι είναι ένα κεφάλαιο ανοιχτό στο διηνεκές» μας λέει και συμπληρώνει: «Πιστεύω ότι γερνά κανείς όταν σταματά να παίζει. Το παιχνίδι υπάρχει πάντα σε όλες τις ηλικίες με την έννοια της παιγνιώδους διάθεσης». Αγαπημένα μέλη της συλλογής του, οι πυροσβεστικές, οι τσίγκινοι μοτοσικλετιστές, οι κουρδιστές μαϊμούδες και παλαιά παιδικά παιχνίδια που έχουν βγει από τις γυάλινες βιτρίνες και έχουν εισβάλει στις θεματικές των βιβλίων του: «Η απόκτηση ενός παιχνιδιού κρύβει πάντα μια υπέροχη προσωπική ιστορία. Ενθουσιασμό, απογοητεύσεις, το άδειασμα της τσέπης, με την έννοια ότι ένα παιχνίδι μπορεί να κοστίσει τον μισθό ενός ή δύο μηνών. Πέρα από αυτό, στο παιχνίδι, από την αρχαιότητα ως σήμερα, αποκαλύπτεται η ιστορία του πολιτισμού, ήθη, έθιμα, κοινωνικές σχέσεις, κοινωνικοί ρόλοι. Ειδικά στο νεότερο παιχνίδι, από τον 19ο αιώνα και έπειτα, μπορείς να διαβάσεις και τα παράλληλα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Π.χ., όταν δημιουργήθηκαν οι πρώτοι σιδηροδρομικοί σταθμοί, αγαπημένο παιχνίδι των παιδιών έγιναν τα τρένα».

* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο BHMagazino στις 4 Δεκεμβρίου 2011