Ακροβατώντας πετυχημένα ανάμεσα σε ζωγραφική και φωτογραφία, ο διεθνούς φήμης καλλιτέχνης Βίκτωρ Κοέν έχει δώσει σάρκα και οστά σε ποικίλες ιδέες για μερικά από τα μεγαλύτερα περιοδικά και εφημερίδες, όπως οι «New York Times» και το «Newsweek». Ο ελληνικής καταγωγής δημιουργός μίλησε στην Ελληνοαμερικάνικη Ένωση, την Παρασκευή 25 Νοεμβρίου, για όλα τα βήματα που τον έφεραν στην κορυφή.

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1967 και οι σπουδές του περιλαμβάνουν πτυχία από την Ακαδημία Τεχνών & Σχεδίου «Bezalel» στην Ιερουσαλήμ, καθώς και από τη Σχολή Εικαστικών Τεχνών της Νέας Υόρκης. Σήμερα ζει και εργάζεται στην πόλη που δεν κοιμάται ποτέ, όπου διδάσκει στη Σχολή Σχεδίου «Parsons», αλλά και στο μεταπτυχιακό της Σχολής Εικαστικών Τεχνών. Ακούγοντας τον να μιλάει τόσο αβίαστα, καθαρά και με χιούμορ, κάποιος δεν μπορεί παρά να φανταστεί τη λατρεία που θα του έχουν οι φοιτητές.

Ο Βίκτωρ αποφάσισε να ονομάσει την παρουσίαση του «Τα Άπαντα» θέλοντας όπως είπε να μας βάλει «σκοτεινά και φοβιστικά» μέσα στο μυαλό του. «Μην σας παραπλανεί ο τίτλος. Στην ουσία φοβήθηκα ότι δεν θα μου δώσουν ποτέ ξανά την ευκαιρία να μιλήσω και έτσι θα τα πω όλα τώρα» δηλώνει στα πρώτα λεπτά της ομιλίας του κάνοντας το κοινό να γελάσει για πρώτη, αλλά όχι για τελευταία φορά.

Ηδη από το διδακτορικό του, το «μετά-αποκαλυπτικό» σύμπαν του Βίκτωρ είναι καθηλωτικό, καθώς δημιουργεί ένα μελλοντικό κόσμο όπου οι κούκλες που χρησιμοποιούνται σε δοκιμές αυτοκινήτων έχουν κυριεύσει τον πλανήτη. Τα σκίτσα είναι δραματικά και ασπρόμαυρα με κυρίαρχη πάντα θεματική το σκοτάδι, την καταστροφή του περιβάλλοντος και τα χειρότερα δυνατά σενάρια.

Μετά την αποφοίτηση του το 1992 αρχίζει το μεγάλο κεφάλαιο της ζωής του, η συνεργασία του με την εφημερίδα «New York Times», όπου αρχικά σχεδιάζει κομμάτια για την «op-ed page», τη σελίδα δηλαδή που φιλοξενούνται άρθρα γνώμης. Παράλληλα, το 1994 και 1996, οι δημιουργίες του συνοδεύουν επιστολές αναγνωστών στην εφημερίδα. Σειρά έχουν η ενότητα «New York Times Book Review», με διαφορετική κάθε φορά θεματική, καθώς και η πρώτη του δουλειά για τη διαφημιστική εταιρεία «Ogilvy». «Έβγαζα όλα όσα είχα μέσα μου, ενώ παράλληλα δημιουργούσα το πορτοφόλιο μου. Τότε ξεκίνησε και ο πειραματισμός με τους υπολογιστές και τη ψηφιακή φωτογραφία» θυμάται ο Βίκτωρ.

Το παιχνίδι με τις άπειρες δυνατότητες που δίνει η τεχνολογία οδήγησε και στη δημιουργία του πρώτου του βιβλίου, «Λεξικόν: λέξεις και εικόνες του περίεργου». Πρόκειται ουσιαστικά για ένα ψηφιακό δυστύχημα που κατέληξε σε ευτύχημα λέει σχετικά ο καλλιτέχνης: «Δύο εικόνες ενώθηκαν για να δημιουργήσουν μια τρίτη έννοια. Ο υπολογιστής κατέληξε να γίνει η παλέτα και το καβαλέτο μου».

Οταν καλείται να ορίσει την ιδιότητα του, η απουσία κάθε υπεροψίας και φυσικά το πάντα υπάρχον χιούμορ του δίνουν την απάντηση. «Ένας φίλος μου, μου είπε ότι σε κάθε περιοδικό υπάρχουν τρύπες που οι καλλιτεχνικοί διευθυντές πασχίζουν να βουλώσουν. Αποφάσισα και εγώ λοιπόν να γίνω ένας που βουλώνει τρύπες». Αν είναι έτσι, είναι σίγουρο ότι κάθε εφημερίδα και περιοδικό εύχεται ο Βίκτωρ να είναι αυτός που θα γεμίσει τις τρύπες των σελίδων του με τις σουρεαλιστικές δημιουργίες του που πηγαίνουν κάθε ιδέα ένα βήμα παραπέρα . Αυτό φαίνεται άλλωστε στην πράξη, καθώς έχει συνθέσει εικόνες για αμέτρητους τίτλους του έντυπου Τύπου, όπως «Forbes», «Bloomberg», «Esquire», «Wall Street Journal», «The Boston Globe», «Chicago Tribune»και «Los Angeles Times».Η μακριά λίστα των συνεργασιών του περιλαμβάνει διάσημους εκδοτικούς οίκους, όπως ο «Penguin», λογότυπα για εταιρείες, ακόμα και εξώφυλλο δίσκου για μουσικό συγκρότημα 19χρονων ροκάδων.

«Αυτό που ψωνίζει ο πελάτης από μένα είναι να φαίνεται η ιδέα» λέει ο Βίκτωρ. Η οποία μπορεί να αλλάζει όπως είναι αναμενόμενο κάθε φορά, αλλά η σταθερά του επιτυχημένου αποτελέσματος παραμένει. Αγαπημένα του μοτίβα είναι οι ρετρό εικόνες από την εποχή του αμερικανικού ονείρου σε συνδυασμό με φουτουριστικές μηχανές, ο σχηματισμός λέξεων από αντικείμενα και οι ψηφιακές συνθέσεις εικόνων που έχει φωτογραφίσει ο ίδιος. «Όταν τραβάς εσύ τις εικόνες, βλέπεις τρία πράγματα και καταλαβαίνεις 300» μας λέει. Η «κάντο μόνος σου» προσέγγιση τον έχει οδηγήσει σε διάφορους αυτοσχεδιασμούς, όπως το να κλέψει καλάθι από ένα σούπερ-μάρκετ, να φωτογραφίσει γυμνό τον αδερφό του ως Βιτρουβιανό άνδρα και να μετατρέψει τον εαυτό του σε διαβολική οντότητα. «Είμαι εικονομανής. Αυτό είναι το σαράκι που με τρώει» δηλώνει χαρακτηριστικά. Και έτσι με τη σειρά του ο ίδιος τροφοδοτεί τα μάτια μας με εικόνες που αφήνουν τη φαντασία να οργιάσει και ωθούν το μυαλό μας στο να συλλάβει έννοιες πολυσύνθετες.