Σε µια δύσκολη περίοδο για την Ευρώπη, µε σοβαρές οικονοµικές αντιξοότητες, η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει καθήκον να βοηθήσει τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις να αντλήσουν τα µέγιστα οφέλη από µια αγορά που εκτείνεται σε απόσταση 3.000 χιλιοµέτρων, από τη Λισαβόνα ως το Ελσίνκι. Για τον σκοπό αυτόν, η Κοµισιόν πρότεινε προσφάτως τη θέσπιση ενιαίου Ευρωπαϊκού Νόµου για τις πωλήσεις, µε δυνατότητα επιλογής του στις συναλλαγές. Την τελευταία εικοσαετία η ενιαία αγορά της Ευρώπης απέφερε πολύ µεγάλα οφέλη – φθηνότερα αεροπορικά εισιτήρια, µείωση κατά 70% των τελών περιαγωγής στην κινητή τηλεφωνία και κολοσσιαία αύξηση του διασυνοριακού εµπορίου – αλλά καταναλωτές και εµπορικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να µην αξιοποιούν σε µεγάλο βαθµό µια αγορά 500 εκατοµµυρίων ανθρώπων. Μόνο το 8% των ελλήνων καταναλωτών κάνει αγορές µέσω Διαδικτύου από κάποιο άλλο κράτος-µέλος, ενώ µόνο το 9,3% των επιχειρήσεων σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση πραγµατοποιεί πωλήσεις σε άλλες χώρες της Ενωσης.

Το αντίθετο ακριβώς συµβαίνει στην εσωτερική αγορά των ΗΠΑ. Εκεί, ένας έµπορος στο Μέριλαντ µπορεί µε ευκολία να πωλεί τα προϊόντα του σε έναν καταναλωτή στην Αλάσκα. Σε ό,τι αφορά το Εµπορικό Δίκαιο, οι ΗΠΑ αποτελούν σε πολύ µεγαλύτερο βαθµό µια εσωτερική αγορά για τους εµπόρους τους απ’ ό,τι η Ευρωπαϊκή Ενωση για τους ευρωπαίους εµπόρους. Σήµερα οι επιχειρήσεις της ΕΕ που επιθυµούν να πραγµατοποιήσουν διασυνοριακές συναλλαγές είναι υποχρεωµένες να συµµορφώνονται σε τουλάχιστον 26 διαφορετικά εθνικά εµπορικά δίκαια, να φροντίζουν για τη µετάφραση των σχετικών διατάξεων και να προσλαµβάνουν δικηγόρους, υφιστάµενες δαπάνη 10.000 ευρώ κατά µέσον όρο για κάθε επιπλέον εξαγωγική αγορά που πραγµατοποιούν. Στην πράξη, µόνον οι µεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, που διαθέτουν πολυπληθές νοµικό τµήµα, έχουν τέτοιες δυνατότητες.

Οφείλουµε να συνεχίσουµε να ξεπερνούµε τα εµπόδια και να µεγιστοποιήσουµε τις επιλογές για τους καταναλωτές. Αυτό έχει ακόµη µεγαλύτερη σηµασία σήµερα, που έχουµε να αντιµετωπίσουµε τη µεγάλη πρόκληση της τόνωσης της οικονοµικής ανάπτυξης και της δηµιουργίας θέσεων εργασίας. Οι έµποροι στερούνται σε ετήσια βάση την ευκαιρία να πραγµατοποιήσουν διασυνοριακές συναλλαγές ύψους 26 δισ. ευρώ, επειδή αποθαρρύνονται από τη νοµική πολυπλοκότητα.

Για να βοηθηθούν οι επιχειρήσεις και να αξιοποιήσουν οι καταναλωτές στον µέγιστο δυνατό βαθµό την εσωτερική αγορά, θέλουµε να καθιερώσουµε µία ενιαία Ευρωπαϊκή Νοµοθεσία για τις πωλήσεις. Συγκεκριµένα, ένα κοινό νοµικό καθεστώς για τις εµπορικές συµβάσεις µε ισχύ σε όλα τα κράτη-µέλη, που θα µπορεί να επιλέγεται από καταναλωτές, εµπόρους και επιχειρήσεις. Το νοµικό αυτό καθεστώς θα είναι ταυτόσηµο και για τις 27 χώρες της ΕΕ, θα παρέχει τον ίδιο υψηλό βαθµό προστασίας του ευρωπαίου καταναλωτή, θα επικεντρώνεται σε τοµείς όπου υφίστανται πραγµατικές ανάγκες, όπως οι διασυνοριακές συµβάσεις και οι συµβάσεις µε αντικείµενο την πώληση αγαθών – που αποτελούν τον κύριο όγκο του ενδοενωσιακού εµπορίου. Θα αφορά επίσης συµβάσεις µε αντικείµενο ψηφιακό περιεχόµενο, π.χ. µουσική, ταινίες, λογισµικό και εφαρµογές «έξυπνου» τηλεφώνου. Με τον τρόπο αυτόν θα παρέχεται σε επιχειρήσεις και καταναλωτές η ευχέρεια να επιλέγουν είτε να κάνουν χρήση του ενιαίου Ευρωπαϊκού Νόµου για τις πωλήσεις είτε να εξακολουθήσουν να χρησιµοποιούν το εθνικό τους Εµπορικό Δίκαιο σχετικά µε τη σύναψη συµβάσεων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ