Το 1871, ο διάσημος σκοτσέζος περιηγητής και ιεραπόστολος Ντέιβιντ Λίβινγκστοουν βρέθηκε στο μικρό χωριό Nyangwe του Κονγκό. Μετά από μήνες στην Αφρική, του είχε πλέον τελειώσει το χαρτί και το μελάνι. Σε μία προσπάθεια να συνεχίσει να κρατάει ημερολόγιο, ο Λίβινγκστοουν άρχισε να γράφει στα φύλλα της εφημερίδας The Standard, χρησιμοποιώντας μελάνι από τα κουκούτσια ενός τοπικού βατόμουρου.

Στις 15 Ιουλίου 1871, ο Ντέιβιντ Λίβινγκστοουν έγινε μάρτυρας της τραγικής μεγάλης σφαγής του τοπικού πληθυσμού από Άραβες δουλεμπόρους. Μέσα σε μία μόνο ημέρα περίπου 500 άνθρωποι σφαγιάστηκαν – οι περισσότεροι εκ των οποίων ήταν γυναίκες. Ο Λίβινγκστοουν δεν είχε ξαναδεί ποτέ ένα τόσο άγριο περιστατικό.

Σοκαρισμένος, άφησε το χωριό και μετακινήθηκε προς την ανατολική ακτή, όπου και συνάντησε το νεαρό δημοσιογράφο Χένρι Μόρτον Στάνλεϊ. Ο Στάνλεϊ, απεσταλμένος της New York Herald για να εντοπίσει τον Λίβινγκστοουν τον οποίο πολλοί συμπατριώτες του θεωρούσαν νεκρό στα βάθη της Αφρικής, βλέποντας τον περιηγητή ολοζώντανο μπροστά του αναφώνησε τα διάσημα λόγια «Dr. Livingstone, I presume?» («Ο Δρ. Λίβινγκστοουν, υποθέτω;») Ο Λίβινγκστοουν ήταν ήδη ένας ζωντανός μύθος στη συλλογική συνείδηση του αγγλοσαξονικού κόσμου.

Η συνάντηση αυτή, μία από τις πιο ιστορικές του 19ου αιώνα, ανέδειξε το έργο του του Λίβινγκστοουν στην αποικιοκρατούμενη Αφρική και αποτέλεσε το έναυσμα της σπουδαίας καριέρας του Στάνλεϊ, ο οποίος αργότερα ίδρυσε το Ελεύθερο Κράτος του Κονγκό για λογαριασμό του Βέλγου Βασιλιά Λεοπόλδου Β’. Η ιστορία, όμως, είχε κενά.

Μέχρι σήμερα το ημερολόγιο του Λίβινγκστοουν με την εξιστόρηση της μεγάλης σφαγής του χωριού Nyangwe δεν ήταν προσβάσιμο στους ιστορικούς ερευνητές ή στο ευρύτερο κοινό. Με την πάροδο των χρόνων το χαρτί της εφημερίδας πάνω στην οποία έγραφε ο Λίβινγκστοουν είχε φθαρεί απελπιστικά, ενώ το μελάνι από βατόμουρα είχε ξεθωριάσει σχεδόν τελείως.

Εδώ ακριβώς είναι το σημείο στο οποίο η τεχνολογία σηκώνει το μαγικό της ραβδί: το David Livingstone Spectral Imaging Project, ένα συνεργατικό έργο διάρκειας 18 μηνών, αποκατέστησε τα ημερολόγια του Ντέιβιντ Λίβινγκστοουν και τα έκανε προσβάσιμα μέσω του διαδικτύου στην ευρύτερη ερευνητική κοινότητα. Ακούγεται απλό, αλλά δεν είναι.

Μεγάλοι φορείς από την Αγγλία και την Αμερική, όπως η Βρετανική Ακαδημία, η Εθνική Βιβλιοθήκη της Σκοτίας και η Ψηφιακή Βιβλιοθήκη του UCLA ένωσαν τις δυνάμεις τους και με κέφι έβαλαν μπροστά το μεγαλεπήβολο σχέδιο: με τη χρήση μεθόδων φασματικής απεικόνισης «επανέφεραν στο φως» το ιστορικό κείμενο του Λίβινγκστοουν, το αποκατέστησαν ψηφιακά, το συντήρησαν, το επιμελήθηκαν, το ψηφιοποίησαν, το τεκμηρίωσαν ιστορικά, και εν συνεχεία το κατέστησαν προσβάσιμο σε όλους μας.

Συνδυάζοντας την πιο state-of-the-art οπτική τεχνολογία που υπάρχει σήμερα με τις αρχές της επιμέλειας ψηφιακών αρχείων και, εν τέλει, με το όραμα της ανοιχτής και απρόσκοπτης πρόσβασης στην πληροφορία, η συναρπαστική εξιστόρηση της σφαγής στο Κονγκό από τον μεγαλύτερο περιηγητή του 19ου αιώνα είναι πλέον πραγματικότητα. Οι αλληλοσυγκρουόμενες σκέψεις και πράξεις του Ντέιβιντ Λίβινγκστοουν, οι ευαισθησίες και τα πάθη του, βρίσκονται τώρα στη διάθεση της Ιστορίας.

Το νέο, ψηφιακό αρχείο, το οποίο περιλαμβάνει περίπου 60 αρχεία διαθέσιμα προς μεταφόρτωση είναι το πρώτο που προκύπτει από τις συγκεκριμένες μεθόδους φασματικής απεικόνισης και διατήρησης. Βρίσκεται στη διάθεση των μελετητών της Αφρικανικής Ιστορίας, της Ιστορίας της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, αλλά είναι ανοιχτό και προς όλους εμάς που μας συνεπαίρνει, και όχι άδικα, η ιδέα του ψηφιοποιημένου μελανιού από βατόμουρα.