Τα οιστρογόνα θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη σε ασθενείς οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται σε υπάρχουσες θεραπείες. Αυτό υποστηρίζει ομάδα αυστραλών επιστημόνων η οποία ανακάλυψε ότι ορισμένοι τύποι θηλυκών ορμονών επιδρούν απευθείας στα καρκινικά κύτταρα οδηγώντας τα ακόμη και στην… αυτοκτονία.

Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο ότι η μελέτη βρίσκεται ακόμη σε αρχικό στάδιο. Η επικεφαλής της Γκέιλ Ρισμπρίτζερ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Μόνας στην Αυστραλία η οποια την παρουσίασε σήμερα σε συνέδριο της Φιλανθρωπικής Εταιρείας Καρκίνου του Προστάτη στο Λονδίνο, τόνισε ότι έχουμε ακόμη «πολύ δρόμο» ως την κλινική εφαρμογή της.

Δράση στους υποδοχείς οιστρογόνων των καρκινικών κυττάρων

Τα κύτταρα του καρκίνου του προστάτη, όπως ανακοίνωσε η ερευνήτρια, διαθέτουν στην επιφάνειά τους δυο υποδοχείς οιστρογόνων οι οποίοι φαίνονται να επηρεάζουν την ανάπτυξή τους. Οι μελέτες που διεξήγαγε με τους συνεργάτες της έδειξαν ότι ορισμένοι τύποι οιστρογόνων ίσως επενεργούν απ’ ευθείας σε αυτούς.

Στα πειράματα που διεξάγουν η ενεργοποίηση του «καλού» υποδοχέα οιστρογόνων β φαίνεται να οδηγεί τα καρκινικά κύτταρα στην αυτοκτονία. Ο «κακός» υποδοχέας, αυτός των οιστρογόνων α, φαίνεται να ενισχύει την εξάπλωση του καρκίνου και το «μπλοκάρισμά» του μπορεί, σύμφωνα με τους επιστήμονες, να οδηγεί σε έλεγχο της ασθένειας.

Καλύτερη γνώση των θεραπειών

«Ως τώρα δεν έχουμε κατανοήσει καλά τον ρόλο των θηλυκών ορμονών στον καρκίνο του προστάτη» τόνισε η κυρία Ρισμπρίτζερ. «Αυτό που θέλουμε είναι να μπορέσουμε να πούμε στους άλλους επιστήμονες αν τα συστατικά των φαρμάκων τους θα επιδράσουν στον καλό υποδοχέα ή όχι».

Εναυσμα για τη μελέτη, όπως εξήγησε η ερευνήτρια, υπήρξαν σποραδικές ενδείξεις ότι τα φυτικά οιστρογόνα έχουν ευεργετική επίδραση σε ασθενείς με προστάτη _ ιδιαίτερα στην Ιαπωνία.

«Αυτό» εξήγησε «μπορεί να συμβαίνει επειδή επενεργούν με τρόπο ο οποίος ενεργοποιεί τον “καλό” υποδοχέα και μπλοκάρει τον “κακό” – κανένας γιατρός όμως δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσει τα φυτικά οιστρογόνα ως θεραπεια αν δεν υπάρχουν αξιόπιστα επιστημονικά στοιχεία για τον τρόπο λειτουργίας τους».

Η ειδικός πρόσθεσε ωστόσο ότι απέχουμε ακόμη πολύ από την πλήρη δοκιμή και έγκριση της εφαρμογής των θεραπειών του είδους για κλινική χρήση.