Βιομηχανία ξεπλύματος μαύρου χρήματος της βουλγαρικής μαφίας έχει στηθεί στη βόρεια Ελλάδα με την συμμετοχή τουλάχιστον 25 ελληνικών εταιρειών, που δραστηριοποιούνται στην περιοχή.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις σε συνεργασία με δέκα βουλγαρικές εταιρείες – μαϊμού προχωρούν σε εικονικές συναλλαγές ύψους εκατοντάδων εκατομμμυρίων ευρώ ετησίως, προκειμένου να εισπράττουν παράνομα ΦΠΑ και ταυτόχρονα να «καθαρίζουν » χρήματα από διακίνηση ναρκωτικών, σωματεμπορία αλλά και εμπόριο όπλων στην γειτονική χώρα.

Μάλιστα τουλάχιστον δύο από τις εμπλεκόμενες ελληνικές εταιρείες θεωρούνται ιδιαίτερα γνωστές και οι ιδιοκτήτες τους – όπως λένε ανώτατα στελέχη της ΕΛΑΣ – ποτέ δεν είχαν δώσει την εικόνα ότι εμπλέκονται σε εγκληματικές δραστηριότητες.

Την έρευνα για την υπόθεση αυτή πραγματοποιεί η νεοσύστατη Οικονομική Αστυνομία και η Δίωξη του Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της ΕΛΑΣ σε συνεργασία με τις βουλγαρικές αρχές.

Στην Βουλγαρία συνεχή ενημέρωση για την έρευνα έχει η Εθνική Υπηρεσία για την Καταπολέμηση του Οργανωμένου Εγκλήματος (NSBOP) του βουλγαρικού υπουργείου Εσωτερικών.

Πρωτοφανής υπόθεση
Οι Ελληνες αξιωματούχοι μιλούν για «πρωτοφανή υπόθεση ξεπλύματος χρήματος και φορολογικής απάτης». Στην υπόθεση είχε αναφερθεί, στις αρχές Μαΐου, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Χρήστος Παπουτσής, μετά από συνάντηση που είχε στις 20 Απριλίου 2011 με τον αναπληρωτή πρωθυπουργό της Βουλγαρίας κ. Τσβετάν Τσβετάνοφ στην λεωφόρο Κατεχάκη.

Οπως είχε πει τότε ο κ. Παπουτσής «αυτή θα είναι η πρώτη μεγάλη υπόθεση με την οποία θα ασχοληθεί η νέα διεύθυνση για τη δίωξη του οικονομικού και ηλεκτρονικού εγκλήματος, η οποία πραγματοποιείται σε συνεργασία με τις βουλγαρικές αρχές και ελπίζω να έχουμε καλά αποτελέσματα».

Τότε είχε ειπωθεί για πρώτη φορά ότι πρόκειται για «μια μεγάλη υπόθεση οικονομικού εγκλήματος και όχι μόνο».

Υποπτες συναλλαγές

Η σχετική έρευνα της ΕΛΑΣ άρχισε προ μερικών μηνών όταν στους επιτελείς της υπό σύσταση ακόμη τότε Οικονομικής Αστυνομίας έφθασαν πληροφορίες – και μέσω Βουλγαρίας – για «ύποπτες συναλλαγές ελληνικών και βουλγαρικών εταιρειών».

Αμέσως άρχισε στενή συνεργασία των δύο χωρών προκειμένου να διαπιστωθεί τι ακριβώς συμβαίνει. Σημειώνεται ότι ο προϊστάμενος της Οικονομικής Αστυνομίας κ. Αδαμάντιος Σταματάκης είναι και μέλος της Αρχής για την καταπολέμηση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, έτσι η συγκεκριμένη έρευνα αποκτούσε ιδιαίτερη σημασία, πέρα από τα όρια της ΕΛΑΣ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί Ελληνες επιχειρηματίες από την βόρειο Ελλάδα που πραγματοποιούσαν αρχικά νόμιμες συναλλαγές με εταιρείες της Βουλγαρίας προσεγγίσθηκαν από επιχειρηματίες της γειτονικής χώρας, οι οποίοι είχαν άμεση σχέση με την βουλγαρική μαφία.

Εικονικές εισαγωγές

Οι επιχειρηματίες αυτοί είχαν δημιουργήσει σειρά εικονικών εταιρειών, χρησιμοποιώντας χρήματα που προέρχονται από εμπόριο ναρκωτικών, σωματεμπορία και εμπόριο όπλων.

Οπως διαπίστωσαν οι αρχές, οι ελληνικές επιχειρήσεις προχωρούσαν σε εικονικές εισαγωγές και εξαγωγές μεγάλων ποσοτήτων τροφίμων και άλλων προιόντων με τις αντίστοιχες βουλγαρικές – πρόκειται για το επονομαζόμενο «καρουσέλ», σύμφωνα με την ορολογία των διωκτικών αρχών. Για τις υποτιθέμενες εισαγωγές εκδίδονταν κανονικά παραστατικά, όπου φαίνονταν να πληρώνονται μεγάλα ποσά σε ΦΠΑ, χωρίς ουδέποτε φυσικά να έχουν καταβληθεί.

Οι Ελληνες και Βούλγαροι αστυνομικοί που ασχολούνται με την υπόθεση έχουν εστιάσει αυτή τη στιγμή το ενδιαφέρον τους στις διαδικασίες και τα μέσα που χρησιμοποιούσε το κύκλωμα για να ξεπλένει το βρώμικο χρήμα μέσω των συγκεκριμένων εταιρειών.