Ο σκληρός ανταγωνισμός κι η προσπάθεια των μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ να συγκεντρώσουν την αγορά υπό τον έλεγχο τους διατηρεί σε υψηλά επίπεδα τις επενδύσεις στον κλάδο, παρά την ύφεση που σαρώνει την ελληνική οικονομία. Οι επενδύσεις των μεγάλων αλυσίδων αφορούν την εξαγορά δικτύων μικρότερων αλυσίδων ή μεμονωμένων καταστημάτων τους, την δημιουργία νέων καταστημάτων, προκειμένου να καλύψει η κάθε μία για τον εαυτό της το σύνολο της αγοράς και την ανακαίνιση υπαρχόντων καταστημάτων.

Στη διάρκεια των τριών τελευταίων το συνολικό ύψος των επενδύσεων υπερβαίνει κατά πολύ τα 300 εκατ. ευρώ, κι όπως επισημαίνει πηγές της αγοράς εφέτος δεν αποκλείεται το συνολικό ύψος των επενδύσεων στον κλάδο να υπερβεί ακόμη και τα 350 εκατ. ευρώ.

Επισημαίνεται ωστόσο ότι η κρίση έχει προκαλέσει μείωση των ενοικίων των μεγάλων επαγγελματικών χώρων, κάτι που πριν από μερικά χρόνια ήταν αδιανόητο, γεγονός που παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση ευνοϊκού επενδυτικού κλίματος.

Ο εμφανής και ισχυρός περιορισμός του διαθέσιμου εισοδήματος έχει αλλάξει σημαντικά και την καταναλωτική συμπεριφορά. Οι μεγαλύτερες αλυσίδες έχοντας το πλεονέκτημα των ανταγωνιστικότερων τιμών και βελτιώνοντας την γεωγραφική θέση τους στην αγορά έχουν κατορθώσει, όπως σημειώνουν οι ίδιες πηγές να βελτιώνουν το μερίδιο τους παρά το γεγονός ότι η αγορά κινείται πτωτικά.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ύμφωνα με σχετική μελέτη του Ινστιντούτου Ερευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών στο διάστημα 2002 – 2010 οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ διέθεσαν για επενδύσεις το ποσό των 3,80 δισ. ευρώ

Το ποσό αυτό των 3,80 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύει το 63% των συνολικών επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν στο λιανεμπόριο τροφίμων γενικότερα, παρότι οι οργανωμένες αλυσίδες σούπερ μάρκετ αντιπροσωπεύουν το 40% των πωλήσεων του κλάδου.

Οι επενδύσεις αυτές κατανέμονται σε διάφορες κατηγορίες με την πλειοψηφία (τα 2/3 περίπου) να αφορά την τεχνολογική και οργανωτική αναβάθμιση των δικτύων καταστημάτων των αλυσίδων, με στόχο την βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, μείωση του κόστους εφοδιασμού και νέες υπηρεσίες στους καταναλωτές.

Να σημειωθεί ότι την τελευταία δεκαετία ο αριθμός των καταστημάτων σούπερ μάρκετ αυξήθηκε κατά 17,5% και σήμερα υπολογίζεται ότι λειτουργούν 4.400 σημεία πώλησης. Αντιστοιχεί ένα σούπερ μάρκετ ανα 2.600 κατοίκους, όταν για παράδειγμα στις ΗΠΑ η αναλογία είναι ένα προς 8.600 κατοίκους ή στην Αγγλία ένα προς 9.600 κατοίκους.

Παρ’ όλα αυτά, τα σούπερ μάρκετ δεν υπερτερούν αριθμητικά στον κλάδο του λιανεμπορίου τροφίμων, ο οποίος «φιλοξενεί» συνολικά 57.000 σημεία πώλησης. Ο κλάδος του λιανεμπορίου τροφίμων αποτελείται από τα μη ειδικευμένα καταστήματα (σούπερ μάρκετ, παντοπωλεία και περίπτερα), τα ειδικευμένα καταστήματα (κρεοπωλεία, οπωροπωλεία, κάβες, αρτοποιεία κ.α.) και τις λαϊκές αγορές.

Ο συνολικός τζίρος διαμορφώνεται στα 30 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 11,5-12,5 δισ. ευρώ (ήτοι το 40%) προέρχονται από τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ και τους συνεταιρισμούς καταστημάτων, ενώ το 50% των πωλήσεων, ήτοι 14-15 δισ. ευρώ πραγματοποιείται από παντοπωλεία και μίνι μάρκετ.