ΣΕ ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ όπου οι προπονητές
αποτελούν το εύκολο θύμα και αλλάζονται σαν τα πουκάμισα ο κ. Νίκος Καραγεωργίου αποτελεί μια «όαση σταθερότητας» καθώς ολοκλήρωσε αισίως την έκτη σεζόν στην τεχνική ηγεσία του Εργοτέλη, ενώ προ ημερών ανανέωσε τη συνεργασία του με την κρητική ΠΑΕ για ακόμη δύο χρόνια. Ο 49χρονος προπονητής και παλαίμαχος διεθνής άσος,έχοντας εμπειρία 30 ετών στα γήπεδα, μιλάει στο «Βήμα» για τις πάσης φύσεως παθογένειες του ελληνικού ποδοσφαίρου, τον «υγιή» Εργοτέλη, την αναγκαιότητα ανάδειξης «ταλέντων αλάνας» μέσα από τις ακαδημίες και την εμπιστοσύνη που πρέπει να δείξουν οι σύλλογοι στους έλληνες παίκτες και προπονητές.

– Εξι χρόνια μαζί με τον Εργοτέλη και συνεχίζετε.Πώς τα καταφέρνετε;

«Πρόκειται για συνδυασμό πραγμάτων, καταστάσεων και αντιλήψεων. Παρ΄ όλα αυτά, το πρώτο που μετράει- και κατά τη γνώμη μου δεν θα έπρεπε- είναι το αποτέλεσμα. Από εκεί και πέρα, θεωρώ ότι σημαντικό ρόλο παίζει και η φιλοσοφία που έχει ο εκάστοτε πρόεδρος, διότι στην Ελλάδα με αυτόν έχουμε να κάνουμε. Το σημαντικότερο λοιπόν στη σχέση μου με τον Εργοτέλη είναι ότι και η προηγούμενη διοίκηση των κκ. Τζώρτζογλου και Σουλτάτου και ο τωρινός πρόεδρος, ο κ. Παπουτσάκης, έχουν την ίδια ποδοσφαιρική φιλοσοφία ως προς την εμπιστοσύνη προς τον προπονητή. Και αυτό κυρίως φαίνεται όταν δεν υπάρχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα».

– Είστε πάντως από τις σπάνιες περιπτώσεις.Μέσα σε μία 11ετία που ασκείτε την προπονητική στην Α΄ Εθνική έχετε εργαστεί μόλις σε τρεις ομάδες,μία πενταετία στην Ξάνθη, περίπου έναν χρόνο στον ΠΑΟΚ και έξι χρόνια στον Εργοτέλη…

«Δεν πάω σε μια ομάδα για να κάνω ένα συμβόλαιο μικρής διάρκειας, μια αρπαχτή και μετά να φύγω για να πάω κάπου αλλού και να κάνω τα ίδια. Προσπαθώ να χτίσω κάτι. Δεν πάω κάπου για να κοροϊδέψω, είναι θέμα φιλοσοφίας».

– Δεν υπάρχει όμως στο μυαλό σας η σκέψη μιας μεγάλης ομάδας, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους έλληνες τεχνικούς;

«Δυστυχώς, στην Ελλάδα η παρουσία σου σε κάποια ομάδα είτε ως παίκτη είτε ως προπονητή κατά κάποιον τρόπο σε στιγματίζει και λειτουργεί αποτρεπτικά για να σε προσεγγίσουν άλλοι σύλλογοι. Ιδίως για τους έλληνες προπονητές είναι μια δύσκολη κατάσταση. Επίσης, υπάρχει και η ξενομανία που μας χαρακτηρίζει ως λαό και δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο το έργο μας. Θα φέρουμε τον “χ” ξένο προπονητή, με την πίεση του κόσμου και των μέσων ενημέρωσης, θα πάρει το πλουσιοπάροχο συμβόλαιο, θα έρθει για να κάνει τουρισμό και θα σηκωθεί να φύγει δίχως να αφήσει το παραμικρό έργο. Προς Θεού, δεν είμαι της λογικής να μην έρθει κανείς ξένος, αλλά θα πρέπει να υπάρχει μια ποιοτική επιλογή. Για παράδειγμα, ο Σάντος είναι ένας προπονητής που πρόσφερε πάρα πολλά στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Τέτοιοι προπονητές είναι ευχής έργον να έρχονται στη χώρα μας».

– Θεωρείτε ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει πρόοδος στο επίπεδο των ελλήνων προπονητών;

«Υπάρχουν πλέον πολλοί αξιόλογοι και κατηρτισμένοι προπονητές. Να σκε φτείτε ότι εγώ τελείωσα τη σχολή προπονητικής Γ΄ Εθνικής το 1991, ως παίκτης του Παναθηναϊκού, και πλέον διαπιστώνω πόσο μεγάλη είναι η πρόοδος που έχει σημειωθεί στον τομέα της εκμάθησης, της διδασκαλίας και των σεμιναρίων. Εδώ και περίπου έντεκα χρόνια η ομοσπονδία προς τιμήν της- και οφείλω να το αναφέρω- με πρωτεργάτη τον Τέλη Μπατάκη, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τις σχολές ποδοσφαίρου, έχει κάνει καταπληκτική δουλειά με απόλυτη προσαρμογή στα δεδομένα της UΕFΑ».

– Προ ημερών ο κ. Σάκης Τσιώλης δήλωσε ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί και μια σχολή παραγόντων στην Ελλάδα…

«Δεν θα διαφωνήσω καθόλου. Μήπως τελικά και καταλάβουν οι παράγοντες πού, πώς και σε ποιους πρέπει να επενδύουν τα χρήματά τους».

– Βρίσκεστε στα γήπεδα περίπου μία 30ετία και έχετε ζήσει από τις αρχές της δεκαετίας του ΄80 την έξαρση του χουλιγκανισμού. Θεωρείτε ότι στην παρούσα φάση το ελληνικό ποδόσφαιρο περνάει τις δυσκολότερες ώρες του;

«Αναμφισβήτητα βρισκόμαστε στην πιο δύσκολη καμπή. Πλέον η βία στα γήπεδα, εκτός των άλλων, σχετίζεται και με τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας. Προστίθενται λοιπόν και νέα στοιχεία που οξύνουν τον χουλιγκανισμό. Παρ΄ όλα αυτά, μέσα από τέτοιες δύσκολες καταστάσεις μπορεί να γίνει ένα σημαντικό ξεκαθάρισμα».

– Γενικότερα πάντως η συνολική εικόνα που δίνει το ποδόσφαιρό μας δεν είναι καλή. Φαινόμενα βίας, προβληματικές διαιτησίες, καταγγελίες για στημένους αγώνες, διαφθορά, οικονομικές ατασθαλίες. Πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν όλα αυτά;

«Από την ημέρα που μπήκε το στοίχημα στο ποδόσφαιρο έχει προκαλέσει πολύ μεγάλα προβλήματα. Υπάρχει μεγάλη διαφθορά, την οποία πρέπει να περιορίσουμε, διότι να την εξαλείψουμε αποκλείεται. Δίνουμε μάχη ακόμη και μέσα στις ομάδες, διότι δεν ξέρεις από πού να φυλαχτείς. Πρέπει όλοι να είμαστε πιο συνειδητοποιημένοι».

– Ποια είναι η γνώμη σας για την ελληνική διαιτησία;

«Πρέπει να αφήσουμε τη διαιτησία στην ησυχία της. Τους “βομβαρδίζουμε” καθημερινά. Σαφώς και έχουν δώσει δικαιώματα, αλλά το παρακάνουμε όλοι μας. Δηλαδή, γιατί εγώ να ψάχνω ποιος διαιτητής θα μας παίξει την Κυριακή; Δίνουν και οι ίδιοι τροφή για να μπαίνουμε σε αυτή τη διαδικασία, αλλά πιστεύω ότι πρέπει να αφήσουμε τους διαιτητές στην ησυχία τους».

– Θεωρείτε ότι υπάρχει έλλειμμα αθλητικής παιδείας στη χώρα μας;

«Οχι, ο Ελληνας αγαπάει το ποδόσφαιρο. Μπορεί οι κακές συνθήκες να του έχουν κόψει το γήπεδο, αλλά παρακολουθεί και ενημερώνεται καθημερινά. Θα σας αναφέρω το παράδειγμα του τελικού Κυπέλλου, όπου 40.000 κόσμου αποδοκίμαζε αυτούς που μπήκαν στο γήπεδο και χάλασαν μια γιορτή. Το ίδιο έγινε και στην Τούμπα στο ματς Κυπέλλου ΠΑΟΚ- ΑΕΚ, όπου μερικοί αλήτες μπήκαν στο γήπεδο για να κάνουν επεισόδια και 25.000 τους αποδοκίμαζαν. Η πλειοψηφία λοιπόν έχει αθλητική παιδεία. Υπάρχει όμως μια μειοψηφία χούλιγκαν στους οποίους εμείς έχουμε επιτρέψει να βρίσκονται στα γήπεδα. Πώς η Αγγλία καθάρισε τα γήπεδά της;».


«Να ξαναβγάλουμε παίκτες αλάνας»

– Η εθνική μας ομάδα φαίνεται ότι κινείται αντιστρόφως ανάλογα με το οικοδόμημα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Μήπως η πορεία της Εθνικής αποτελεί και την απάντηση του έλληνα ποδοσφαιριστή;


«Πράγματι, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στον έλληνα ποδοσφαιριστή. Η δύναμη του ποδοσφαίρου μας είναι οι έλληνες ποδοσφαιριστές και πρέπει να τους εμπιστευθούμε».

– Υπάρχει ποδοσφαιρικό ταλέντο στην Ελλάδα;


«Δυστυχώς, αυτή την περίοδο δεν υπάρχει πλούσιο ποδοσφαιρικό ταλέντο στη χώρα μας.Το ποδόσφαιρό μας περνάει ένα μεταβατικό στάδιο. Παλαιότερα υπήρχαν οι παίκτες αλάνας, οι οποίοι πλέον δεν υπάρχουν. Αντικαταστάθηκαν από τους παίκτες ακαδημίας, οι οποίοι μαθαίνουν πιο πειθαρχημένο ποδόσφαιρο και μπαίνουν από μικρή ηλικία σε καλούπια και προγραμματισμό, με αποτέλεσμα να χάνουν τη φαντασία στο παιχνίδι τους. Πρέπει να δίνουμε περισσότερη ελευθερία στα νέα παιδιά ώστε σταδιακά να αρχίσουν να βγαίνουν ξανά καλοί μεσοεπιθετικοί και επιθετικοί, θέσεις όπου έχουμε πρόβλημα».

– Η στροφή προς την ανάδειξη ταλέντων από τις ακαδημίες αποτελεί μια λύση και για τα νέα οικονομικά δεδομένα;


«Ασφαλώς. Ούτως ή άλλως, με τις νέες ντιρεκτίβες της UΕFA επιβάλλεται η παρουσία στο ρόστερ παικτών από τις ακαδημίες. Αρα είναι αναγκαίο καλό…».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ