Η συγκέντρωση στο Σύνταγμα την Τετάρτη, 25 Μαΐου 2011, είχε κάτι από εκείνες τις ξεχασμένες μεταμεσονύχτιες συγκεντρώσεις της άνοιξης του 1994 στον ίδιο χώρο. Ασφαλώς η σοβαρότητα των ζητημάτων τώρα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη και η αγανάκτηση του κόσμου μακράν πιο δικαιολογημένη από εκείνη των μπαρόβιων που διαμαρτύρονταν για τον περιβόητο νόμο Παπαθεμελή. Ωστόσο ο αυθορμητισμός, η φαντασία, ακόμη και o trendy χαρακτήρας της προσέλευσης ήταν και πάλι εδώ, όπως και τότε.

Οι συγκεντρώσεις κάθε Σαββατόβραδο στο Σύνταγμα το 1994 είχαν γίνει γρήγορα «talk of the town» και χωρίς να υπάρχουν social media (εδώ δεν υπήρχε Internet καλά καλά) προσέλκυαν ένα μεγάλο και ετερόκλητο πλήθος πλακατζήδων, λίγο πιωμένων, απλών περίεργων, αλλά και ανθρώπων που κάτι ήθελαν να πουν – ασχέτως αν δεν ήξεραν τι είναι αυτό. Το έψαχναν νυχτιάτικα μπροστά στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη.

Οι συγκεντρώσεις του 1994 δεν στρέφονταν μόνο κατά του νόμου του Στέλιου Παπαθεμελή, ο οποίος ως υπουργός Δημόσιας Τάξης τότε είχε αποφασίσει να κλείνουν τα μπαρ και τα κέντρα διασκέδασης ακατανόητα νωρίς. Στο πρόσωπο του Παπαθεμελή, το παράξενο νεανικό κοινό εκείνων των συγκεντρώσεων αποδοκίμαζε το παλαιό και αναχρονιστικό πολιτικό δυναμικό της χώρας· ακόμη και αν δεν το γνώριζαν όταν τραγουδούσαν το λαζοπούλειο «Παπαθεμελή – Παπαθεμελή, απόψε ένας ναύτης το κορμί μου αμελεί», αυτό το απαρχαιωμένο πολιτικό σύστημα περιφρονούσαν. Και περιφρονώντας το, ζητούσαν με έναν τρόπο μια πολιτική αλλαγή που τελικά θα ερχόταν.

Ένα μεγάλο μέρος από όσους συγκεντρώθηκαν στο Σύνταγμα την Τετάρτη ήταν νεογέννητα βρέφη ή νήπια το 1994. Αλλά η φαντασία, η πολιτισμένη περιφρόνηση για την εξουσία, η ανοχή για τον δίπλα, η πολυσυλλεκτικότητα, ακόμη και αν ορισμένες στιγμές είχαν χαρακτήρα μιας αστικής μόδας – που όσο εύκολα έρχεται άλλο τόσο εύκολα παρέρχεται – όλα αυτά απαιτούσαν με αποφασιστικότητα μια αλλαγή.

Κάποιος βέβαια μου γκρίνιαξε: «Κατέβηκαν όλες οι κοπελίτσες από την Κηφισιά για να το παίξουν επαναστάτριες». Είναι και αυτό μια απεικόνιση του γενικότερου ιδεολογικό-πολιτικού αδιεξόδου και των στεγανών που οδηγούν σε αυτό. Λες και δικαίωμα να κατέβεις στον δρόμο και δικαίωμα στη διαμαρτυρία έχεις μόνο με βάση τη φορολογική σου δήλωση ή μόνο αν φοράς βρώμικο παντελόνι και ξέρεις απ’ έξω τον εξάψαλμο κατά της πλουτοκρατίας.

Το πλήθος του Συντάγματος ήταν ετερόκλητο. Και ως τέτοιο είχε και παραφωνίες – τους συνδικαλιστές της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ, κάποιους βολεμένους σε υπουργεία που τώρα γκρινιάζουν γιατί τους ενοποιούν και χάνουν την επαφή με το μαστάρι του δημόσιου χρήματος. Αλλά ως ανάμεικτο πλήθος, που κατέβηκε ασύντακτα για βόλτα στο Σύνταγμα, χωρίς να είναι καπελωμένο από οποιοδήποτε κομματικό μηχανισμό, μπορούσε να κάνει το μήνυμά του να ακουστεί σε περισσότερα αυτιά και να προκαλέσει τουλάχιστον αμηχανία σε αυτούς ακριβώς τους κομματικούς μηχανισμούς που μας οδήγησαν εδώ που μας οδήγησαν. Κάτι είναι και αυτό.