Τα πραγματικά περιστατικά της «Υπόθεσης Στρος-Καν» είναι ακόμα άγνωστα. Αλλά οι μορφές τής επικοινωνιακής της προβολής και του ηθικολογικού παραληρήματος που ακολούθησε είναι δεδομένες. Το αποκρουστικό θέαμα ενός σιδηροδέσμιου ανθρώπου στα πρόθυρα της κατάρρευσης όχι μόνο δεν αναιρείται με τίποτε, αλλά θεωρείται επιπλέον δίκαια, ίσως και ως αναγκαία προέκταση του σεβασμού των απαρασάλευτων δημοκρατικών αξιών, της ελευθερίας της πληροφόρησης, της αδέκαστης δικαιοσύνης και των «πολιτικά ορθών» αξιών. Ως γήινη ενσάρκωση μιας νέας αντικειμενικής θεοδικίας, η τηλεόραση εμφανίζεται σαν αυτόκλητος εξολοθρευτής άγγελος διά πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν. Και η σκοπιμότητα είναι προφανής. Στο μέτρο που οι φιλελεύθερες δημοκρατίες είναι ανίκανες να οικοδομήσουν δίκαιες και ανθρώπινες κοινωνίες, προδικάζεται ότι οι τηλεοπτικοί εξευτελισμοί μπορεί να συμβάλουν αποφασιστικά στη δημόσια εκτόνωση της σωρευμένης αγανάκτησης και απόγνωσης. Το διάχυτο μετανεωτερικό «κακό» θα εξορκιστεί μέσα από εξιλαστήριους αποδιοπομπαίους τράγους. Ακόμα και αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη, η «κοινή γνώμη» θα παρηγορηθεί, θα παραμυθιαστεί και τελικώς θα εφησυχάσει.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ