Η πιο μεγάλη επιτυχία της ομάδας μπάσκετ του Παναθηναϊκού είναι αυτό – το παράδοξο – που συνέβη στις εξέδρες των οπαδών του αμέσως μετά τη λήξη του τελικού της Κυριακής. Οι πανηγυρισμοί κόπασαν γρήγορα (πολύ γρήγορα, ειδικά αν σκεφτείς τι είχε προηγηθεί επί τρίωρο, αν όχι επί τριήμερο) και η κουβέντα που κυριαρχούσε ήταν για το… επόμενο.

Αυτό μπορεί να φαίνεται κάπως υπερφίαλο στους αντιπάλους, ή κάπως άρρωστο στους απλούς φιλάθλους. Σας διαβεβαιώνω όμως, με το μάτι και το αυτί του παρόντος στην πράσινη εξέδρα της Βαρκελώνης, ότι δεν είχε την παραμικρή δόση ξιπασιάς και κόμπλεξ. Η κουβέντα γινόταν ήρεμα, χαλαρά, κάποιοι έδειχναν και προβληματισμένοι, γιατί ας πούμε δεν έχει βγει ακόμη ο Τέπιτς, πόσο ακόμη θα κρατάει ο 35άρης Μπατίστ και αν οι Γιαννακόπουλοι θα αναγκαστούν να μαζέψουν το μπάτζετ, λόγω της ελληνικής φτώχειας… Νομίζω ότι περίπου τα ίδια θα σκεφτόταν και o Ομπράντοβιτς. Στόχος επετεύχθη, η χαρά, χαρά, αλλά η δουλειά δεν σταματάει εδώ. Πάμε παρακάτω…

Δεν είναι αυτή η μέση ελληνική σκέψη. Αν ήταν, σήμερα θα ήμασταν αλλιώς: κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά… Φαίνεται όμως ότι η νοοτροπία με την οποία 12 χρόνια τώρα δουλεύει αυτή η ομάδα έχει περάσει σε ένα μεγάλο μέρος των οπαδών της – τουλάχιστον εκείνων που πάνε στο γήπεδο για τον αγώνα, να στηρίξουν μεν την ομάδα αλλά όχι και να ανοίξουν τα κεφάλια αντιπάλων και διαιτητών.
{{{ moto }}}
Είναι η φιλοσοφία που πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να πιστωθεί στη διοίκηση – το «δεν βαριέσαι», το «ας πάρει και κανείς άλλος τίποτα», το «φτάνει ως εδώ» προφανώς δεν υπάρχει στη σκέψη των αδελφών Γιαννακόπουλου, ακόμη και αν κάθε χρόνο τέτοια εποχή δηλώνουν κουρασμένοι (και πώς να μην είναι;). Κορεσμένοι όμως; Μπα…

Eπειτα, ο προπονητής. Ο Ομπράντοβιτς δίνει σε όλους μας διαρκή μαθήματα ζωής, διοίκησης και επιτυχίας. Απλά και απολύτως κατανοητά για όποιον παρακολουθεί έστω και παροδικά το ρεπορτάζ του μπασκετικού Παναθηναϊκού, τις αντιδράσεις έπειτα από νίκες, αλλά και μετά από τις (λίγες) ήττες. Γίνονται απολύτως εύληπτα τα μαθήματα αυτά σε εκείνον που θα παρακολουθήσει τις κινήσεις του Ζέλικο την ώρα που κοουτσάρει. Τι τον εξοργίζει, τι συγχωρεί, τι χειροκροτεί (πολλές φορές μόνο αυτός μέσα σε 20.000 κόσμου).

Κοντά του, μια ομάδα ελλήνων συνεργατών, όχι απλώς μαθητών πια, αλλά στελεχών με πείρα, ικανότητες, προοπτικές – αληθινοί και ουσιαστικοί βοηθοί του. Σταθεροί επί πολλά χρόνια, ένας θησαυρός για οποιαδήποτε ομάδα θέλει να λέγεται και να παραμένει Μεγάλη.

Και, τέλος, οι παίκτες, οι λίγοι (αναλογικά) ξένοι και οι τόσοι Έλληνες… Κανείς δεν ξέρει αν σε άλλη ομάδα κάποιοι από αυτούς θα ήταν αυτό που είναι σήμερα. Αλλά δεν έχει σημασία. Το ότι είναι και παραμένουν και εξελίσσονται σε μια τόσο μεγάλη, απαιτητική και άρα δύσκολη ομάδα, τους δίνει έναν ακόμη τίτλο. Και αυτός θα διαρκέσει πολύ περισσότερο από τη λάμψη κάθε κούπας και μεταλλίου.

Γιατί κάποια στιγμή θα έρθει νομοτελειακά η πτώση. Ο Παναθηναϊκός δεν θα είναι για πάντα πρώτος. Είναι ένα ερώτημα πώς θα αντιδράσουν όλοι στη φυσιολογική αυτή εξέλιξη – όποτε και αν έρθει. Κάτι μου λέει όμως ότι, η εξω – ελληνική σκέψη και νοοτροπία που έχει περάσει στο σύνολο αυτής της ομάδας (και, σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου της), θα δώσει και τότε τις σωστές απαντήσεις. Και θα κάνει πιο σύντομη τη δύσκολη διαδρομή προς τη νέα κορυφή – με νέα ομάδα, ίσως νέο προπονητή, αλλά με τις παρακαταθήκες αυτής της Αυτοκρατορίας ζωντανές, λειτουργικές και, κυρίως, διαθέσιμες σε όποιον θέλει να μάθει και να πετύχει. Στον αθλητισμό, στην πολιτική, στη ζωή…