Το πρώτο χαρτί που έπαιξε ήταν η απαγόρευση της μπούρκας και οποιασδήποτε άλλης ισλαμικής μαντίλας καλύπτει το πρόσωπο. Η απαγόρευση τέθηκε σε εφαρμογή στα μέσα Απριλίου και την ίδια την ημέρα της «πρεμιέρας» επιβλήθηκε το πρώτο πρόστιμο σε μια 27χρονη από το Παρίσι που κυκλοφορούσε σε δημόσιο χώρο με καλυμμένο το πρόσωπό της. Το πρόστιμο είναι 150 ευρώ, αλλά η παραβάτις μπορεί να το γλιτώσει αν εγγραφεί σε μαθήματα αγωγής του πολίτη εντός ενός μηνός από τη σύλληψή της. Οι ποινές για εκείνους που υποχρεώνουν τις γυναίκες να φορούν μπούρκα (π.χ. τον πατέρα ή τον σύζυγο) είναι πολύ αυστηρότερες.

Το δεύτερο χαρτί που άνοιξε στο τραπέζι ο Σαρκοζί ήταν η έκκλησή του προς την ΕΕ να επανεξετάσει τους όρους για την προσωρινή άρση της Συνθήκης Σένγκεν- η οποία επιτρέπει την ελεύθερη διακίνηση προσώπων εντός της ΕΕ- όταν το απαιτούν οι περιστάσεις. Η έκκληση αυτή διατυπώθηκε σε επιστολή πριν από τέσσερις ημέρες, την οποία συνυπέγραψε ο ιταλός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι – αν και οι γνώστες θεωρούν ότι ο δεύτερος απλώς έκανε το «χατίρι» του Σαρκοζί, τον οποίο είχε εξοργίσει δίνοντας προσωρινή βίζα σε περισσότερους από 20.000 Τυνήσιους από την αρχή του έτους, τους οποίους στη συνέχεια έστελνε στη Γαλλία. Σύμφωνα με τον γάλλο πρόεδρο, οι σημερινές περιστάσεις, δηλαδή η μαζική εισροή μεταναστών από τη Βόρεια Αφρική, απαιτούν «να εξεταστεί η πιθανότητα επαναφοράς των ελέγχων στα σύνορα της Σένγκεν».

Το επόμενο χαρτί που έχει στα χέρια του το ανακοίνωσε ο υπουργός Εσωτερικών Κλοντ Γκεάν: ο αριθμός των μεταναστών που εισέρχονται στη Γαλλία θα μειωθεί καθώς η κυβέρνηση σκοπεύει να περιορίσει σημαντικά τις βίζες για εργασία και οικογενειακή επανένωση, οι οποίες αποτέλεσαν τις μισές από τις 200.000 βίζες που δόθηκαν το 2010.

Ωστόσο τίποτε από όλα αυτά δεν δείχνει ικανό να σώσει τον… «Ναπολέοντα» των γκωλικών από τη συσσωρευμένη λαϊκή δυσαρέσκεια. Με ποσοστό δημοτικότητας 17%-20% ο Νικολά Σαρκοζί θα αποκλειόταν από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, σύμφωνα με τελευταίες δημοσκοπήσεις που δίνουν τις δύο πρώτες θέσεις στην υποψήφια της Ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν και στον σοσιαλιστή Ντομινίκ Στρος-Καν. Ο νυν επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Στρος-Καν συγκεντρώνει ποσοστό 43%, σχεδόν διπλάσιο από αυτό του Σαρκοζί.

«Καβαλώντας» το κύμα της λαικής δυσαρέσκειας, η 42χρονη Μαρίν Λεπέν, αρχηγός του Εθνικού Μετώπου, σπάει τα κοντέρ στις δημοσκοπήσεις. Ελαβε ιστορικά υψηλό ποσοστό 15% στις περιφερειακές εκλογές πριν από έναν μήνα, ενώ μερικές δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές τη φέρνουν ακόμη και στην πρώτη θέση. Το πιο εντυπωσιακό: έρχεται πρώτη και με αβυσσαλέα διαφορά από τους υπόλοιπους υποψηφίους μεταξύ των ψηφοφόρων της εργατικής τάξης. Συγκεντρώνει 36% την ώρα που ο αμέσως επόμενος, ο Στρος-Καν, παίρνει μόλις 17%.

Η προσπάθεια της κόρης του ΖανΜαρί Λεπέν να αποδαιμονοποιήσει το Εθνικό Μέτωπο φαίνεται ότι έχει πετύχει. Με κεντρικό σύνθημα «Πρώτα η Γαλλία», θέλει να καθαρίσει το κόμμα από τη ρετσινιά του ρατσισμού και του αντισημιτισμού και να το κάνει εκλέξιμο.

Στην αυριανή «μεγάλη πατριωτική πορεία» που παραδοσιακά διοργανώνει το Εθνικό Μέτωπο για την Πρωτομαγιά η Μαρίν απαγόρευσε για πρώτη φορά τη συμμετοχή σε σκίνχεντ και σε όσους φορούν στρατιωτικές στολές. «Τραβούν τις κάμερες σαν τις μύγες και θέλουμε να προστατευθούμε από τέτοιες προβοκάτσιες» είπε. Σκοπός είναι να απαλύνει την ακραία εικόνα του κόμματος.

Ισχυρό χαρτί της παραμένει βέβαια ο φόβος για τους μετανάστες. Η ανασφάλεια, η φτώχεια και η ανεργία διώχνουν τον κόσμο ακόμη πιο μακριά από την παραδοσιακή πολιτική. «Η πραγματική κατάσταση είναι χειρότερη από όσο φαίνεται.Οι άνθρωποι δεν νιώθουν μέρος της κοινωνίας, δεν έχουν πολιτική ύπαρξη.Είναι μια μακροχρόνια τάση,όπως φαίνεται και από την γκετοποίηση των υποβαθμισμένων προαστίων. Η αποχή, στο 51,1% στις εκλογές του Μαρτίου,δεν είναι διαμαρτυρία αλλά κάτι βαθύτερο:το πολιτικό παιχνίδι έχει αποξενώσει βαθιά πολύ κόσμο» λέει ο κοινωνιολόγος Ζαν-Υβ Ντορμαζέν.

Τελευταίο χαρτί του Σαρκοζί είναι η επέμβαση στη Λιβύη, στην οποία πρωτοστάτησε σε μια προσπάθεια να εμφανιστεί σαν ηγέτης με πυγμή και διεθνή παρουσία, ευελπιστώντας να κερδίσει πόντους στο εσωτερικό. Ωστόσο είναι ένα κυνικό στοίχημα που μπορεί να γίνει δίκοπο μαχαίρι, αν αυτή η περιπέτεια στη Βόρεια Αφρική δεν έχει την αναμενόμενη επιτυχία.

«Πεθαίνουν στη δουλειά»

Είναι ένα συνηθισμένο αστείο ανάμεσα στους βρετανούς και στους αμερικανούς εργαζομένους: οι γάλλοι συνάδελφοί τους «κάνουν περίπατο» στη δουλειά – απολαμβάνουν 35ωρη εβδομάδα,δίωρα διαλείμματα για μεσημεριανό φαγητό και πολύχρονες διακοπές.Ωστόσο,σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας,ο «περίπατος» δεν είναι και τόσο υγιεινός: η Γαλλία έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά εργατικών αυτοκτονιών στον κόσμο- μόνο οι ΗΠΑ και η Ουκρανία διαθέτουν περισσότερες περιπτώσεις κατάθλιψης σχετιζόμενης με τις συνθήκες εργασίας. Την Τρίτη του Πάσχα ένας 57χρονος,εργαζόμενος επί 30 χρόνια στη France Telecom και πατέρας τεσσάρων παιδιών,αυτοπυρπολήθηκε στο πάρκινγκ του γραφείου του.Αιτία της αυτοκτονίας του είναι το γεγονός ότι είχε μετατεθεί αρκετές φορές παρά τη θέλησή του τα τελευταία χρόνια. Αν πιστέψουμε τις στατιστικές, τουλάχιστον άλλες τρεις αυτοκτονίες που οφείλονται στις συνθήκες εργασίας έχουν πραγματοποιηθεί στη Γαλλία ως σήμερα Σάββατο που κυκλοφορεί «Το Βήμα».Το CGΤ, ένα από τα μεγαλύτερα γαλλικά εργατικά συνδικάτα,υποστηρίζει ότι σημειώνονται 300-400 αυτοκτονίες τον χρόνο,οι οποίες μπορούν να αποδοθούν άμεσα στις συνθήκες εργασίας,πράγμα που σημαίνει ένας αυτόχειρας εργαζόμενος την ημέρα. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της ΤΝS Sofres,τα τρία τέταρτα των γάλλων εργαζομένων θεωρούν ότι ο όρος «στρες» συνοψίζει καλύτερα την εργασιακή ζωή τους.Τα σκήπτρα στις αυτοκτονίες υπαλλήλων τους κρατά η France Telecom με περισσότερες από 30 τον χρόνο.Η εταιρεία υποστηρίζει ότι διαθέτει 100.000 υπαλλήλους και ότι ο αριθμός αυτός των αυτοχείρων κινείται εντός της εθνικής στατιστικής.Οι επίσημοι αριθμοί όμως μιλούν για 15 αυτοκτονίες ανά 100.000 Γάλλους.Μερίδα του λέοντος στις εργατικές αυτοκτονίες κατέχουν επίσης οι αυτοκινητοβιομηχανίες Renault και Ρeugeot.

Η πτώση του «μικρού Ναπολέοντα»

Αφού φούσκωνε σαν… τεράστιο σουφλέ επί 15 χρόνια, η δημοτικότητα του Νικολά Σαρκοζί έσκασε με πάταγο. Η κατάρρευσή του ζωντανεύει το καταστρεπτικό σενάριο μιας επανάληψης της 21ης Απριλίου 2002, όταν ο υποψήφιος της Ακροδεξιάς Ζαν-Μαρί Λεπέν πέρασε στον β΄ γύρο των προεδρικών εκλογών. Και τότε δεν είχε χτυπήσει η οικονομική κρίση ούτε είχε εγκατασταθεί για τα καλά η δυσφορία (η περιβόητη «malaise») στη γαλλική κοινωνία, που φέρνει σήμερα πρώτη την κόρη του Λεπέν στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων. Ολα είναι πιθανά στις εκλογές του 2012, με έναν λαό που έχει δικαίως τη φήμη του τιμωρού στις κάλπες και του διαδηλωτή που ρίχνει κυβερνήσεις. «Δεν τον ψηφίσαμε για να απελευθερώσει τη Λιβύη. Τον ψηφίσαμε για να βρει δουλειά στα παιδιά μας και έχει αποτύχει». Αυτό είναι το κοινό αίσθημα στη Γαλλία, τονίζει μιλώντας στο «Βήμα» ο Αντουάν ντε Μπιεβρ, πολιτικός συντάκτης στην εφημερίδα «Le Journal du Dimanche». Μπορεί στη Βεγγάζη να έχουν τον Νικολά Σαρκοζί σαν ήρωα- είναι άλλωστε ο ένας από τους τρεις ηγέτες παγκοσμίως που έχουν αναγνωρίσει τους αντικαθεστωτικούς ως επίσημη κυβέρνηση της Λιβύης και από τους πρώτους που έστειλαν βομβαρδιστικά για να τους υποστηρίξουν. Στη Γαλλία όμως ο πρόεδρος περνάει πολύ δύσκολες ώρες. Με ποσοστό δημοτικότητας σταθερά κάτω του 20%, το χειρότερο για κάθε ηγέτη στην ιστορία της 5ης Δημοκρατίας, είναι στριμωγμένος ανάμεσα σε δύο συμπληγάδες: τον σοσιαλιστή Ντομινίκ Στρος-Καν στα αριστερά και την ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν στα δεξιά του. Σε ορισμένες μάλιστα δημοσκοπήσεις φαίνεται να μην περνάει καν στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών τον Μάιο του 2012, ξυπνώντας τον εφιάλτη της 21ης Απριλίου 2002, όταν η άκρα Δεξιά αναδείχθηκε δεύτερο κόμμα.

Τι φταίει; «Είναι κοινώς παραδεκτό ότι δεν κατάφερε να κάνει πράξη όλα όσα είχε υποσχεθεί προεκλογικώς. Και ήταν πάρα πολλά» συνεχίζει ο Ντε Μπιεβρ. «Μετά ήρθε η οικονομική κρίση και έδωσε τη χαριστική βολή».

Είναι αλήθεια ότι ο Σαρκοζί έκανε κάποιες προσπάθειες να αναζωογονήσει τη γαλλική οικονομία με μεταρρυθμίσεις προς το πιο φιλελεύθεροόπως η κατάργηση του 35ώρου και η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης -, αλλά συνάντησε έντονες αντιδράσεις στους δρόμους και δεν κατάφερε να βάλει μπρος τη μηχανή της ανάπτυξης. Και ενώ ήταν εκείνος που είχε ανακοινώσει περιχαρής ότι θα έκανε «την ευτυχία και την ευημερία» δείκτες«κλειδιά» για την οικονομική πρόοδο της χώρας, η «malaise» έχει εξελιχθεί σε χρόνια κατάσταση στη Γαλλία.

«Απελπισία, απόρριψη και απαισιοδοξία»: αυτή είναι η γαλλική κοινωνία σήμερα!

«Eνα χρόνο πριν από τις προεδρικές εκλογέςη άνοδος της Μαρίν Λεπέν στις κάλπες και στις δημοσκοπήσεις είναι το σύμπτωμα μιας τριπλής κρίσης:πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής.Ο Νικολά Σαρκοζί έχει χάσει τη λαϊκή ψήφο, την οποία κέρδισε το 2007 με το σύνθημα “δουλέψτε περισσότερο για να βγάλετε περισσότερα χρήματα”.Με την ανεργία στο 9,9% και 3,8 εκατομμύριαανθρώπους χωρίς δουλειά,σήμερα αυτό ακούγεται σαν τραγική ειρωνεία. Οι εργάτες και οι υπάλληλοι που τον ψήφισαν νιώθουν τώρα εξαπατημένοι. Η ύφεση και η πολιτική της λιτότητας που εφαρμόζεται για να μειωθεί το έλλειμμα έδωσαν τη χαριστική βολή στο κράτος πρόνοιας, όπως και η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 62 χρόνια-ταμπού στη γαλλική κοινωνία εδώ και δεκαετίες» λέει η Φρανσουάζ Φρεσό.

«Μεγάλο μέρος του πληθυσμού έχει την εντύπωση ότι δεν θα μπορέσει να βγει από αυτή την κρίση.Νιώθει θύμα της παγκοσμιοποίησης και δεν βλέπει φως στην άκρη του τούνελ. Ο κόσμος έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στους πολιτικούς,τους θεωρεί συλλήβδην ανίκανους και διεφθαρμένους. Η κοινωνία ριζοσπαστικοποιείται και στρέφεται πιο εύκολα προς τα άκρα.Επί δεκαετίεςτο Εθνικό Μέτωπο είχε το μονοπώλιο στην ξενοφοβία και στον ρατσισμό. Ο Σαρκοζί το υπονόμευσε με κάποιες δικές του ρατσιστικές ιδέες περί εθνικής ταυτότητας και απελάσεις μεταναστών, που τώρα έχουν γίνει μπούμερανγκ».

«Η Αριστερά παρακολουθεί το φαινόμενο με ανάμεικτα συναισθήματα.Βλέπει με ικανοποίηση τη δημοτικότητα του Νικολά Σαρκοζί να πέφτει στο ναδίρ, αλλά φοβάται ότι αυτό το μεγάλο κύμα του λαϊκισμού μπορεί να σαρώσει και την ίδια. Η Μαρίν Λεπέν φλερτάρει με μεγάλη επιτυχία με την εργατική και τη μεσαία τάξη των λευκών γάλλων ψηφοφόρων,που φοβούνται το έγκλημα, τους μετανάστες, τους μουσουλμάνους και, πάνω απ΄ όλα, την ανεργία και τη φτώχεια. Ηδη εκατομμύρια Γάλλοι ζουν με τον καθημερινό φόβο της κοινωνικής υποβάθμισης. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, 15 εκατομμύριαάνθρωποι αδυνατούν πλέον να αντεπεξέλθουν στις βιοποριστικές ανάγκες τους…».


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ