Βλέποντας τα σοβιετικής κατασκευής άρματα μάχης Τ72 να εισβάλλουν στη συριακή πόλη Ντεράα λίγες μόνον ημέρες μετά την υποτιθέμενη άρση του στρατιωτικού νόμου έπειτα από 48 χρόνια «στον γύψο» και διαβάζοντας τις περιγραφές των αιματηρών συγκρούσεων των δυνάμεων ασφαλείας με τους «τρομοκράτες», όπως αποκαλεί συστηματικά πλέον την αντιπολίτευση το ετοιμόρροπο καθεστώς του Μπασάρ αλ Ασαντ, το μυαλό πηγαίνει αμέσως στη Λιβύη και στον Μοαμάρ Καντάφι. Η Συρία όμως δεν είναι Λιβύη: πίσω από τον δικό της «μίνι εμφύλιο», που μαίνεται χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει το τελικό αποτέλεσμα, κρύβεται ένα εξαιρετικά πολύπλοκο δίκτυο αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών συμφερόντων, που εκτείνεται πολύ πέρα από τους φυσικούς της γείτονες- το Ισραήλ, τον Λίβανο, την Τουρκία, την Ιορδανία και το Ιράκ.

Ξεκινώντας από το Τελ Αβίβ βλέπουμε ότι οι συνήθως λαλίστατοι Ισραηλινοί είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις δηλώσεις τους: ναι μεν θεωρούν «φυσικό εχθρό» τους τον Ασαντ και το κόμμα Μπάαθ, αλλά φοβούνται πολύ περισσότερο την πιθανότητα ενός ανοιχτού εμφυλίου, που ίσως θα έφερνε στην εξουσία ένα πιο σκληρό, φιλοϊρανικό καθεστώς τύπου Χεζμπολάχ. Σε μια τέτοια περίπτωση οι Ισραηλινοί δεν κρύβουν την πρόθεσή τους να παρέμβουν στρατιωτικά- καθώς η «αραβική άνοιξη» που εξελίσσεται γύρω τους, με αποκορύφωμα την πτώση του καθεστώτος Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, θέτει σε αμφισβήτηση ολόκληρο το πλαίσιο ασφαλείας στην περιοχή. Η πολυαναμενόμενη «ανακωχή» και η συμφωνία κυρίων για μοίρασμα της εξουσίας μεταξύ Φατάχ και Χαμάς, που ανακοινώθηκε πριν από λίγες ημέρες και άναψε φωτιές στο Τελ Αβίβ, εντείνει ακόμη περισσότερο την ισραηλινή επιφυλακή.

Οπως και οι Ισραηλινοί έτσι και οι ΗΠΑ επιχειρούν από την πρώτη στιγμή να «χρεώσουν» τη βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων στο Ιράν, το οποίο υποτίθεται ότι βοηθά τη Δαμασκό με ειδική καταπιεστική τεχνογνωσία! Η Αμερική δεν δείχνει να έχει ούτε την πολιτική βούληση ούτε τη στρατιωτική δυνατότητα να επέμβει δραστικά για την «προστασία των πολιτών» της Συρίας: φάνηκε άλλωστε και από την εφεκτική στάση του Λευκού Οίκου και του Πενταγώνου στην περίπτωση της Λιβύης, όπου ουσιαστικά έχει «παραδώσει» τη συνέχιση των εναέριων επιχειρήσεων στους πρόθυμους Αγγλογάλλους και περιορίζει συνεχώς το στρατιωτικό της «αποτύπωμα» στην περιοχή.

Για τον Μπαράκ Ομπάμα αυτό που ξεκάθαρα προέχει είναι ο πόλεμος στο Αφγανιστάν, το «νεκροταφείο τωναυτοκρατοριών»: μια «νίκη» επί των Ταλιμπάν, έστω και προσωρινή, κρίνεται απαραίτητη για την επανεκλογή τού πρώτου μαύρου προέδρου των ΗΠΑ. Ετσι «μικρά ψάρια» σαν τη Λιβύη και τη Συρία αφήνονται στην τύχη τους. Οπως έδειξαν και οι πρόσφατες «διαρροές» των Wikileaks, οι αμερικανικές υπηρεσίες έχουν ξοδέψει τα τελευταία χρόνια εκατομμύρια δολάρια για τη χρηματοδότηση αντιπολιτευτικών ομάδων και οργανώσεων στη Συρία με σκοπό την αλλαγή καθεστώτος- όμως τώρα, στην κρίσιμη στιγμή, η Ουάσιγκτον σφυρίζει αδιάφορα.

Σκοτεινοί ρόλοι

Αφού η γάτα λείπει, τα… ποντίκια χορεύουν: όπως γράφει ο κορυφαίος ανταποκριτής και αραβολόγος Ρόμπερτ Φισκ στον «Ιndependent», τα όσα αναφέρει η συριακή τηλεόραση για «δάκτυλο» ισλαμιστών πίσω από τα επεισόδια στη Συρία δεν είναι μόνο προπαγάνδα, αφού είναι φανερό πως τόσο ένοπλες ομάδες επηρεασμένες από την Αλ Κάιντα- «σαλαφιστές τρομοκράτες» τους αποκαλεί η Δαμασκός- όσο και άνθρωποι που σχετίζονται με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα (και, αν πιστέψουμε τις καταγγελίες της φιλοϊρανικής οργάνωσης Χεζμπολάχ, που επικαλείται ο Φισκ, τις σαουδαραβικές μυστικές υπηρεσίες) δρουν παρασκηνιακά ενάντια στο «άθεο» καθεστώς Ασαντ. Οπως γράφει ο Φισκ, η συριακή τηλεόραση δείχνει καθημερινά εικόνες από σκοτωμένους στρατιώτες, θύματα- όπως λέει- της δράσης ισλαμιστών ελεύθερων σκοπευτών στις εξεγερμένες πόλεις. Προβάλλει επίσης ποσότητες αυτόματων όπλων και πυρομαχικών που έπεσαν στα χέρια της αστυνομίας και του στρατού. Αντιθέτως, οι σύροι πολίτες δεν είδαν ποτέ τα πτώματα των αμάχων που αφέθηκαν επίτηδες για παραδειγματισμό των υπολοίπων στους δρόμους της Ντεράα.

Ο πραγματικός ρόλος της Χεζμπολάχ στη συριακή διαμάχη παραμένει βέβαια μάλλον σκοτεινός: η οργάνωση- όπως φυσικά και οι μέντορές της στην Τεχεράνη- συνεργάστηκε στο παρελθόν με τη Δαμασκό ενάντια στον κοινό (ισραηλινό) εχθρό, αλλά δεν έκρυψε ποτέ την αντιπάθειά της για το «νασερικό» μπααθικό σύστημα εξουσίας. Και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον πως το Ιράν, που κατηγορείται ότι βοηθά κρυφίως την κυβέρνηση Ασαντ στην κατάπνιξη της εξέγερσης, μάλλον θα έπρεπε να κατηγορείται για το αντίθετο, έστω και εμμέσως.

Η ήδη περίπλοκη αυτή κατάσταση ανησυχεί ιδιαίτερα και τη μεγάλη γείτονα Τουρκία, η οποία- παράλληλα με τη «νεοοθωμανική» πολιτική σταδιακής απομάκρυνσής της από το Ισραήλ και προσέγγισης με το Ιράν- αναβάθμιζε συνεχώς τις σχέσεις της με τη Δαμασκό τα τελευταία χρόνια. Ερντογάν και Νταβούτογλου περιορίζονται βέβαια σε εκκλήσεις για «αυτοσυγκράτηση» και μεταρρυθμίσεις, αλλά ο πραγματικός τους φόβος είναι ότι οι πυρήνες του κουρδικού ΡΚΚ που έχουν βρει καταφύγιο στη Βόρεια Συρία θα εκμεταλλευτούν την ευκαιρία για να εξαπολύσουν νέες επιθέσεις εναντίον τουρκικών στόχων.

Οσο για την Ευρώπη, μια Λιβύη είναι ήδη αρκετή: μπορεί o γαλλικός «Μonde» να κάνει λόγο στο κύριο άρθρο του για την «απαράδεκτη εξαίρεση» της Συρίας, ζητώντας ουσιαστικά μια πιο σκληρή «ανθρωπιστική» παρέμβαση, αλλά κανείς δεν πιστεύει πραγματικά ότι το Παρίσι ή το Λονδίνο θα βομβαρδίσει (και) τη Δαμασκό, μετά την Τρίπολη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ