Με αμείωτη ένταση συνεχίζονται και τους πρώτους μήνες του 2011 οι ρυθμίσεις δανείων που δόθηκαν σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά τα προηγούμενα χρόνια. Και αν η συζήτηση για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους μόλις ξεκίνησε, η αντίστοιχη που αφορά τις χορηγήσεις προς τον ιδιωτικό τομέα βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη από πέρυσι. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που έχουν δώσει στη δημοσιότητα οι τράπεζες, το 2010 ρυθμίστηκαν συνολικά 300.000 δάνεια, εκ των οποίων το 15% ήταν επιχειρηματικά. Υπολογίζεται ότι το ύψος των οφειλών που αναδιαρθρώθηκαν προσέγγισε τα 10 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις το 2011 οι παραπάνω αριθμοί θα ξεπεραστούν, καθώς η ύφεση συνεχίζεται, περιορίζοντας τα εισοδήματα νοικοκυριών και ελεύθερων επαγγελματιών και τον τζίρο των επιχειρήσεων. Το γεγονός αυτό αναμένεται να οδηγήσει τις καθυστερήσεις σε νέα ιστορικά υψηλά. Η επίσημη πρόβλεψη της Τράπεζας της Ελλάδος κάνει λόγο για αύξησή τους προς το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων κατά 10%. Αυτό σημαίνει ότι τα προβληματικά δάνεια ενδεχομένως να ξεπεράσουν ακόμη και το 13% στο τέλος του 2011 από 10,4% έναν χρόνο νωρίτερα. Δηλαδή θα σταματήσουν να εξυπηρετούνται επιπλέον χορηγήσεις ύψους 6 δισ. ευρώ.

Οι τραπεζίτες ευελπιστούν ότι μέσα στην εφετινή χρονιά θα κορυφωθεί ο ρυθμός ανόδου των δανείων που δεν αποπληρώνονται στην ώρα τους. Ως σήμερα έχουν καταφέρει να συγκρατήσουν τις επισφάλειες σε διαχειρίσιμα επίπεδα λόγω των σημαντικών διαγραφών που έφθασαν τα 5,8 δισ. ευρώ σε επίπεδο μητρικών τραπεζών κατά την περυσινή χρήση, αλλά και των ρυθμίσεων στις οποίες έχουν προχωρήσει κυρίως μετά την ενεργοποίηση του μνημονίου τον περασμένο Μάιο.

Ο περιορισμός των δημοσίων δαπανών και η υποχρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα από τις τράπεζες λόγω του αποκλεισμού τους από τις διεθνείς αγορές έχουν συμβάλλει καθοριστικά στη διαμόρφωση συνθηκών ύφεσης με άμεση επίπτωση στα ποσοστά ανεργίας. Το γεγονός αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στα εισοδήματα των εργαζομένων και των ελεύθερων επαγγελματιών, πολλοί εκ των οποίων δανειοδοτήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια για την κάλυψη στεγαστικών και καταναλωτικών δαπανών και σήμερα δυσκολεύονται να αποπληρώσουν τις οφειλές τους.

Τα προβλήματα και οι ρυθμίσεις

Τα μεγαλύτερα ποσοστά καθυστερήσεων εντοπίζονται στην καταναλωτική πίστη και ακολουθούν τα στεγαστικά και τα επιχειρηματικά δάνεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τα τελευταία στοιχεία δεν εξυπηρετείται το 20,5% των καταναλωτικών δανείων και των πιστωτικών καρτών, δηλαδή χορηγήσεις της τάξεως των 7 δισ. ευρώ. Στη στεγαστική πίστη στο τέλος του 2010 προβληματικό κατέστη το 10% των δανείων, ήτοι 8 δισ. ευρώ, ενώ καθυστερήσεις εμφανίζει και το 8,7% των επιχειρηματικών χρηματοδοτήσεων, που αντιστοιχεί σε 10 δισ. ευρώ. Τα ποσοστά αυτά έχουν αυξηθεί τους πρώτους μήνες του 2011, παρά τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι τράπεζες για τη συγκράτησή τους.

Οπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, οι ρυθμίσεις που γίνονται αφορούν την αλλαγή των όρων εξόφλησης των δανείων, η οποία εξασφαλίζει χαμηλότερες μηνιαίες καταβολές είτε για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα είτε σε μόνιμη βάση. Οι συγκεκριμένες διευκολύνσεις παρέχονται κυρίως μέσω των επίσημων προγραμμάτων ανακύκλωσης χρεών που λάνσαραν τα πιστωτικά ιδρύματα μετά την περικοπή μισθών και συντάξεων, με στόχο να ανακουφίσουν τις ομάδες του πληθυσμού που είδαν τις ετήσιες απολαβές τους να περιορίζονται εν μιά νυκτί. Η μείωση των μηνιαίων καταβολών γίνεται κυρίως μέσω της μετάθεσης πληρωμών στο μέλλον. Βασικό εργαλείο για την περικοπή των δόσεων αποτελεί η επιμήκυνση της εναπομένουσας διάρκειας μιας σύμβασης, ενώ εναλλακτικά μπορεί να δοθεί περίοδος χάριτος μόνο τόκων ή μηδενικών πληρωμών. Με τον τρόπο αυτόν μετατίθεται σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα η εξόφληση μιας οφειλής. Βέβαια, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η δυνατότητα αυτή δεν παρέχεται δωρεάν αλλά κοστίζει σε τόκους, ανάλογα με την κάθε περίπτωση. Ο κανόνας έγκειται στο ότι όσο μεγαλύτερη είναι η «εξυπηρέτηση» από την τράπεζα τόσο πιο υψηλό είναι το κόστος που επιβαρύνει τον δανειολήπτη.

ΕΞΥΠΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΞΟΦΛΗΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ
1. Μεταφορά υπολοίπου καρτών σε δάνειο τακτής λήξης

ΜΙΑ ΕΞΥΠΝΗ ΛΥΣΗ για κάποιον που έχει δημιουργήσει χρέη από τη χρήση πιστωτικών καρτών είτε για την πραγματοποίηση αγορών είτε για την ανάληψη μετρητών είναι να τα μεταφέρει σε τοκοχρεολυτικό δάνειο με συγκεκριμένη διάρκεια εξόφλησης και χαμηλότερο επιτόκιο. Για παράδειγμα, αν κάποιος χρωστά στην κάρτα του 7.000 ευρώ και καταβάλλει κάθε μήνα 300 ευρώ, για την πλήρη εξόφληση του υπολοίπου του θα χρειαστεί 29 μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων θα έχει καταβάλει τόκους της τάξεως των 1.700 ευρώ.

– Γυρίζοντας το χρέος σε ένα δάνειο διάρκειας 29 μηνών, η πλήρης εξόφλησή του θα γίνει με μηνιαία δόση 275 ευρώ έναντι 300 ευρώ αν συνεχιζόταν η αποπληρωμή του με την κάρτα. Το νοικοκυριό θα γλιτώσει τόκους ύψους 700 ευρώ.

– Αν το χρέος μεταφερθεί σε δάνειο τακτής λήξης με την ίδια δόση που πλήρωνε ο δανειολήπτης στην κάρτα, δηλαδή 300 ευρώ, τότε η αποπληρωμή του θα γίνει τέσσερις μήνες νωρίτερα και θα έχουν καταβληθεί 800 ευρώ λιγότεροι τόκοι.

2. Μεταφορά σε δάνειο με υποθήκη ακίνητο

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΛΥΣΗ μέσω της οποίας μπορεί να γίνει εξοικονόμηση αποτελεί η μεταφορά των χρεών σε προσωπικό δάνειο με εγγύηση ακίνητο. Αν τα χρέη βρίσκονται σε διαφορετικές τράπεζες, η συγκέντρωσή τους σε ένα πρόγραμμα προϋποθέτει ότι ο δανειολήπτης θα περάσει τα τεστ πιστοληπτικής ικανότητας στα οποία θα υποβληθεί.

Για παράδειγμα, νοικοκυριό χρωστά 8.000 ευρώ για καταναλωτικό δάνειο αυτοκινήτου, 3.000 ευρώ για προσωπικό δάνειο και 2.000 ευρώ για τις πιστωτικές κάρτες του. Συνολικά οι μηνιαίες καταβολές ανέρχονται σήμερα σε 450 ευρώ.

Αν τα χρέη μεταφερθούν σε πρόγραμμα με προσημείωση ακινήτου, το επιτόκιο μπορεί να πέσει ακόμη και στο 5% και η διάρκεια εξόφλησης να φθάσει τα 10 έτη. Οι δόσεις σε μια τέτοια περίπτωση θα πέσουν περίπου στα 140 ευρώ. Αν το νοικοκυριό επιθυμεί να εξοφλήσει την οφειλή του σε μικρότερο χρονικό διάστημα, η δόση του θα αυξηθεί. Για παράδειγμα, για εξόφληση σε 5 χρόνια η δόση θα φθάσει τα 250 ευρώ και σε 3 χρόνια τα 390 ευρώ.

3. Μεταφορά των χρεών σε «ώριμο» στεγαστικό δάνειο

ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ για την εξόφληση οφειλών από προγράμματα καταναλωτικής πίστης μπορεί να εξασφαλιστεί μέσω ενός στεγαστικού δανείου που ελήφθη πριν από ένα εύλογο χρονικό διάστημα, δηλαδή πριν από τουλάχιστον πέντε χρόνια.

Για παράδειγμα, κάποιος που έλαβε το 2004 στεγαστικό δάνειο 120.000 ευρώ, διάρκειας 15 ετών, έχει σήμερα αποπληρώσει τις 17.000 ευρώ. Αρα αν μεταφέρει το χρέος του από καταναλωτικά δάνεια και κάρτες στο στεγαστικό του δάνειο, θα πληρώνει μία δόση για όλες τις οφειλές του και θα εξασφαλίσει χαμηλότερο επιτόκιο.

Ετσι, μεταφέροντας στο στεγαστικό δάνειο οφειλές ύψους 10.000 ευρώ η δόση του θα αυξηθεί από τα 600 ευρώ στα 660 ευρώ, αλλά θα γλιτώσει τις υπόλοιπες δόσεις, οι οποίες ανάλογα με τη σύνθεση του χρέους μπορεί να φθάνουν ακόμη και τα 400 ευρώ τον μήνα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ