Η παγκόσμια οικονομική κρίση διανύει αισίως τον τέταρτο χρόνο. Η χώρα μας εισήλθε καθυστερημένα στο κλαμπ της ύφεσης, αλλά η κακή δημοσιονομική κατάσταση και μια σειρά ανεύθυνων και εγκληματικά αφελών χειρισμών την έφερε στη δίνη του κυκλώνα. Με την πλάτη στον τοίχο, παραιτήθηκε από κάθε ουσιαστική διαπραγμάτευση όταν υπέγραφε το μνημόνιο, με αποτέλεσμα να βρίσκεται σήμερα σε εξαιρετικά δεινή θέση. Βιώνει τη χειρότερη οικονομική κρίση της μεταπολεμικής ιστορίας και δεν διαθέτει κανένα εργαλείο οικονομικής πολιτικής για να την αντιμετωπίσει.

Στο αρχικό στάδιο της κρίσης, η προσπάθεια των κρατών της Γης να διασώσουν τον καταχρεωμένο ιδιωτικό τομέα (κυρίως τράπεζες) είχε αποτέλεσμα την εκτόξευση των δημοσίων ελλειμμάτων. Με το μαγικό ραβδί και την πολιτική επιρροή της χρηματοοικονομικής ολιγαρχίας, τα ιδιωτικά χρέη μεταμορφώνονται σε δημόσια και η πιστωτική κρίση σε δημοσιονομική. Η παταγώδης αποτυχία των αγορών μετατρέπεται σε αποτυχία των κρατών. Ο δε μακροοικονομικός συντηρητισμός επανέρχεται δριμύτερος, επισπεύδοντας την αποτυχημένη συνταγή των νεοφιλελεύθερων «μεταρρυθμίσεων», που έφερε την παγκόσμια οικονομία στο χείλος της αβύσσου.

Η στρατηγική της βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής εν μέσω κρίσης στραγγαλίζει την εύθραυστη ανάκαμψη και διαιωνίζει την ύφεση. Πρόκειται για ενστικτώδη οικονομική σκέψη χωρίς ίχνος ορθολογισμού. Σηματοδοτεί την αναβίωση ενός ιδιότυπου μακροοικονομικού σκοταδισμού, που προσπαθεί να εξαφανίσει από το ιστορικό κάδρο οτιδήποτε σχετίζεται με τον Κέινς και το «Νιου Ντιλ». Ακόμη και το ΔΝΤ επικρίνει την εσπευσμένη απόσυρση των μέτρων στήριξης, σημειώνοντας ότι η πρόωρη δημοσιονομική εξυγίανση σε συνθήκες κρίσης συνήθως δεν ενισχύει αλλά εξασθενίζει την οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση.

Η χώρα που διεθνώς πρωτοστάτησε στην παλινόρθωση του μακροοικονομικού συντηρητισμού ήταν η Γερμανία. Στο εσωτερικό της ευρωζώνης επέβαλε τις απόψεις της με σιδερένια πυγμή, ως οικονομικός κατακτητής. Η Ελλάδα βίωσε την πρακτική αυτή με τον πιο επώδυνο τρόπο. Παρ΄ ότι θύμα της παγκόσμιας κρίσης, στιγματίστηκε και μετατράπηκε σε αποδιοπομπαίο τράγο. Ως αντάλλαγμα ο κ. Ακερμαν, πρόεδρος της Ντόιτσεμπανκ και του Ινστιτούτου της Χρηματοοικονομικής Διεθνούς, της απένειμε βραβείο για τις πολύτιμες υπηρεσίες που προσέφερε στους τετραπέρατους τραπεζίτες.

Ο δρόμος της δημοσιονομικής εξυγίανσης που μας υπέδειξαν να ακολουθήσουμε μοιάζει περισσότερο σαν τιμωρία για υποτιθέμενες αμαρτίες του παρελθόντος παρά σαν θεραπεία για οικονομική ανάκαμψη. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη επιστημοσύνη για να καταλάβει κανείς ότι μείωση των κρατικών δαπανών δεν σημαίνει ισόποση μείωση του ελλείμματος. Το έλλειμμα είναι η διαφορά μεταξύ δαπανών και εσόδων. Η μείωση δαπανών όμως μειώνει τα φορολογικά έσοδα, επειδή προκαλεί μείωση της οικονομικής δραστηριότητας. Το μόνο σίγουρο ήτανόπερ και εγένετο- ότι θα αυξανόταν ταχύτατα το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, καθώς η επιδείνωση της ύφεσης συνεπάγεται μείωση του ΑΕΠ. Ενας στοιχειωδώς ενημερωμένος αρμόδιος όφειλε να γνωρίζει το κλασικό άρθρο του Ιρβινγκ Φίσερ «Αποπληθωρισμός χρέους» (1933), όπου ο διαπρεπής οικονομολόγος εξηγεί γιατί η δημοσιονομική εξυγίανση σε συνθήκες ύφεσης αποτελεί εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, που απαιτεί αιματηρές θυσίες χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα.

Προφανώς, η αναδιάρθρωση είναι θέμα χρόνου. Πρέπει ωστόσο να πέσουν οι τόνοι και να αποδραματοποιηθεί η συζήτηση. Σε καμία περίπτωση η αναδιάρθρωση δεν έχει το μεγάλο ειδικό βάρος που της αποδίδουν επικριτές και υπέρμαχοι. Ούτε ολέθρια είναι ούτε θα σώσει τη χώρα. Την εμπιστοσύνη των αγορών την έχουμε ήδη χάσει (ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται). Σαφώς και θα απελευθερώσει δυνάμεις, αν γίνει με γνώμονα τα δικά μας συμφέροντα, αλλά οι δυνάμεις αυτές είναι αμελητέες. Η μόνη περίπτωση να εξοικονομηθούν επαρκείς πόροι είναι αν κηρύξουμε μονομερή στάση πληρωμών. Δεν το συνιστώ, επειδή οι πιστωτές δεν είναι «του χεριού μας», έχουν τεράστια οικονομική και πολιτική επιρροή και η Ελλάδα δεν είναι Ισλανδία, Ισημερινός ή Αργεντινή. Βρίσκεται στα Βαλκάνια και έχει ανοιχτά πολλά μέτωπα με τους γείτονές της. Το «δυστυχώς, επτωχεύσαμεν» του Τρικούπη οδήγησε στην ήττα του 1897 και έθεσε σε κίνδυνο την επιβίωση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Αλλά ούτε και με ολοκληρωτικό χρεοστάσιο θα βγαίναμε από το τέλμα.

Η συζήτηση περί αναδιάρθρωσης πάσχει από ένα δομικό σφάλμα. Απομονώνει το δημοσιονομικό πρόβλημα αντί να το εντάξει στο πλαίσιο του ευρύτερου οικονομικού προβλήματος. Οπως τόνιζε χαρακτηριστικά ο Κέινς, «ας φροντίσουμε για την καταπολέμηση της ανεργίας και ο προϋπολογισμός θα φροντίσει ο ίδιος τον εαυτό του». Αυτό που προέχει είναι να αλλάξει η οικονομική πολιτική της ευρωζώνης. Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα Σύμφωνο Πλήρους Απασχόλησης και Ανάπτυξης. Αν κρίνω από το Σύμφωνο του Ευρώ και την τελευταία αύξηση επιτοκίων της ΕΚΤ, είμαι απαισιόδοξος. Ο συνδυασμός περιοριστικής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής αποτελεί χαριστική βολή για τις παραπαίουσες οικονομίες της περιφέρειας και οδηγεί στο «Μεγάλο Σχίσμα». Τώρα πια τα δημοσιονομικά γεράκια του Βερολίνου και των Βρυξελλών μεταμορφώθηκαν και σε νομισματικά γεράκια. Μπροστά τους ο πατριάρχης του νεοφιλελευθερισμού Μίλτον Φρίντμαν φαντάζει αριστερός σοσιαλιστής! Προφανώς η γερμανική οικονομική και πολιτική ελίτ έχει ενστερνιστεί υπερσυντηρητικές και άκρως επικίνδυνες απόψεις, που οδηγούν την ευρωζώνη σε διάλυση. Μόνο ένα αντίπαλο κοινωνικό δέος θα μπορούσε να αλλάξει τους συσχετισμούς και να αποτρέψει το μοιραίο. Ως τότε, αισιοδοξία, επειδή πάντα συμβαίνει το απρόσμενο, όχι το αναπόφευκτο…

Ο κ. Γιώργος Δουράκης είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ