Ο διάβολος του εμπορίου, του κέρδους και του ανταγωνισμού έχει πολλά ποδάρια και κυρίως, σαν τον Κοντορεβιθούλη, είναι το παλικάρι που ξέρει κι άλλο μονοπάτι προκειμένου να βρει τα χνάρια του στο δρόμο του καταναλωτισμού.

Κι όσο βλέπω γύρω μου στο σουπερμάρκετ τα καλάθια να γεμίζουν με κλειστά – κυριολεκτικά – τα μάτια, τόσο με πιάνει το πείσμα και χαραμίζω το δεκάλεπτο μελετώντας τα μικρά γράμματα, τα πίσω από τις λέξεις, τα υπονοούμενα και τις παγίδες πριν αποφασίσω τι θα βάλω στο ντουλάπι – και κατά συνέπεια στο DNA μου.

Κι όλο απορώ που ο νοικοκύρης επιλέγει την καλύτερη βενζίνη για το αμάξι του κι η νοικοκυρά το καλύτερο ξεβαφτικό από σάλτσες ντομάτας, περνώντας εντελώς στο ντούκου το τι βάζουν στο στόμα, στο σώμα και την υγεία τους.

«Πλούσιο σε βιταμίνες Α», κραυγάζει με μεγάλα γράμματα το προϊόν που περιέχει τον μισό Αμαζόνιο σε ζάχαρη και συντηρητικά, «Πλούσιο σε φυτικές ίνες» αυτοδιαφημίζεται το άλλο, χωρίς να βγάζει τσιμουδιά για τα Ε και το μια αλυκή αλάτι του, “πλούσιο σε ασβέστιο” μου κλείνει το μάτι το άλλο, που φτιάχνεται με αγνώστου προελεύσεως σκόνη γάλα-το λέει στα τόσο ψιλά γράμματα που ο πρεσβύωψ καταναλωτής έχασε από χέρι.

Κανένα light δεν βλέπω να μου περιγράφει πως οφείλω να το καταναλώσω με εξαιρετική φειδώ για να παραμείνω light, κανένα «χωρίς ζάχαρη» προϊόν δεν μου εξηγεί σε απλά ελληνικά τι εστί δεξτρόζη, ακεσουλφαμικό κάλιο ή πόσο κακό κάνει η ασπαρτάμη.

Κι εκείνα που σφύζουν από ανεπίτρεπτες θερμίδες και κορεσμένα λιπαρά μου βάζουν τις – κομψές – θερμίδες τους ανά μερίδα, λες και έχω πρόχειρες τις μαθηματικές μου γνώσεις να υπολογίσω «στο πόδι» πόσο πάει μια μερίδα σνακ.

Και το χειρότερο κρύβεται πίσω από τα έτοιμα προϊόντα που οι μανούλες ανενδοίαστα προορίζουν για τη διατροφή των παιδιών τους και μάλιστα στην καθημερινή της βάση.

Τι να το κάνεις το γκουρμέ και τη μαγειρική δεινότητα όταν δεν αντιλαμβάνεσαι πως μια μαργαρίνη δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση φάρμακο κατά της χοληστερίνης, όπως πιστεύει η μαμά μου – και όχι μόνο.