Στην ημερήσια διάταξη βρίσκονται πλέον τα σενάρια περί αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους. Τα σενάρια αυτά στηρίζονται κατά κύριο λόγο στα κενά που άφησε η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής της 25ης Μαρτίου. Ενώ οι ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν για τη χρηματοδότηση των χωρών της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν προβλήματα μετά τον Ιούνιο του 2013, άφησαν ανοικτό το ζήτημα από σήμερα μέχρι τότε.

Με δεδομένο όμως ότι η βοήθεια των 110 δισ. ευρώ εξαντλείται σε περίπου ένα χρόνο, δημιουργείται θέμα με τη χρηματοδότηση της Ελλάδας, αν η χώρα δεν έχει επιστρέψει στις αγορές μέχρι τότε. Επιπλέον πολλοί θεωρούν ότι η συνολική λύση για την κρίση χρέους της ευρωζώνης είναι πολύ αυστηρή και δύσκολα θα φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Υπάρχει λοιπόν μια συζήτηση για το αν και κατά πόσο η Ελλάδα θα μπορέσει να αποπληρώσει τα χρέη της με το υφιστάμενο σύστημα χρηματοδότησης, η οποία φέρνει στο προσκήνιο το θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους.
Η κουβέντα αυτή συντηρείται από διαφόρους και για διαφορετικούς λόγους. Είναι άνθρωποι της αγοράς που θέλουν να γίνει η αναδιάρθρωση τώρα για δικούς τους λόγους, οι οποίοι συνδέονται με τις επενδύσεις τους και τις επιδιώξεις τους. Είναι πολιτικοί _και των δύο μεγάλων κομμάτων_ που θέλουν να ξεφύγουν από τη μέγγενη του Μνημονίου, καθώς πιστεύουν ότι με τον τρόπο αυτό θα αποκτήσουν μεγαλύτερα περιθώρια κινήσεων.

Υπάρχουν και άλλοι, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι ο μηχανισμός διάσωσης στην ουσία αποκλείει τον ιδιωτικό τομέα από τη χρηματοδότηση και καταδικάζει την οικονομία στο μαρτύριο της σταγόνας. Θεωρούν ότι το υφιστάμενο σύστημα χρηματοδότησης δεν δίνει επαρκή δυνατότητα δανεισμού στο Δημόσιο και ως εκ τούτου ενέχει τον κίνδυνο ασφυξίας του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας.

Υπό το πρίσμα αυτό θεωρούν αναπόφευκτη την αναδιάρθρωση, δηλαδή την επιμήκυνση του του χρόνου αποπληρωμής του χρέους και πιστεύουν ότι είναι καλύτερο να γίνει τώρα, παρά αργότερα.

Οποιαδήποτε αναδιάρθρωση προϋποθέτει διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελλάδος και των πιστωτών της. Πράγμα που σημαίνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να είναι σε θέση να διαπραγματευθεί. Και για να είναι σε θέση να διαπραγματευθεί θα πρέπει να έχει να παρουσιάσει ένα πειστικό σενάριο. Δηλαδή ότι με την επιμήκυνση θα βελτιωθούν τα οικονομικά της και θα μπορέσει να ξεπληρώσει τους πιστωτές της.

Όμως με ένα έλλειμμα της τάξεως του 10% και το οποίο _παρά τα μέτρα και τις προβλέψεις_ αντί να μειώνεται αυξάνεται, δεν είναι εύκολο να πείσεις τους πιστωτές σου. Για τον λόγο αυτό τα περί αναδιάρθρωσης δεν έχουν καμία βάση στην παρούσα φάση αλλά ούτε και στο εγγύς μέλλον.

Η Ελλάδα θα είναι σε θέση να διαπραγματευτεί και να πετύχει την επιμήκυνση με ευνοϊκούς όρους όταν θα έχει προχωρήσει τις διαρθρωτικές αλλαγές, θα έχει μειώσει σημαντικά το έλλειμμα και θα έχει δημιουργήσει (ή θα βρίσκεται κοντά) σε πρωτογενή πλεονάσματα.

Στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία, κανείς από τους πιστωτές δεν μπορεί να συμφωνήσει. Η μόνη αναδιάρθρωση που μπορεί να γίνει είναι μονομερώς, με ένα μεγάλο «κούρεμα» ή στάση πληρωμών τύπου Αργεντινής, η οποία θα ήταν καταστρεπτική για τη χώρα.

Η αναδιάρθρωση λοιπόν υπό τις παρούσες συνθήκες είναι η χειρότερη επιλογή, την οποία δεν μπορεί να κάνει ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε η κυβέρνηση. Επιπλέον, αναδιάρθρωση σημαίνει ότι η Ευρώπη πρέπει να βάλει εκ νέου χρήματα, κάτι που δεν θέλουν να ακούν οι Ευρωπαίοι και κυρίως οι Γερμανοί.
gpapai@dolnet.gr