Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ και οι 22 συνεργάτες του, μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), ετοιμάζονται να ράψουν ένα ενιαίο pret-a-porter «κοστούμι δανεισμού» για τις μοιραία διαφορετικών διαστάσεων χώρες-μέλη της ευρωζώνης. Η αύξηση κατά 25 μονάδες βάσης του βασικού επιτοκίου του ευρώ που αναμένεται να ανακοινώσει την Πέμπτη ο Τρισέ δεν θα αποτελέσει έκπληξη, αφού έχει από τον περασμένο μήνα προαναγγελθεί από τον ίδιο το γάλλο ευρωτραπεζίτη και έχει εν πολλοίς «προεξοφληθεί» από τις αγορές. Επίσης, δεν είναι η πρώτη φορά που η Ευρωτράπεζα υιοθετεί αντιπληθωριστική πολιτική – είναι γνωστή δα για την πληθωρισμοφοβία της. Είναι όμως η πρώτη φορά που η ΕΚΤ ετοιμάζεται να ασκήσει περιοριστική πολιτική εν μέσω μιας πρωτοφανούς κρίσης χρέους που ταλανίζει πολλές χώρες της ευρωζώνης.

Η απόφαση για εγκατάλειψη της πολιτικής των χαμηλών επιτοκίων – το βασικό επιτόκιο του ευρώ παραμένει στο ιστορικά χαμηλό επίπεδο 1% από το Μάιο του 2009 – οφείλεται στην εκτίναξη του πληθωρισμού στο 2,6% το Μάρτιο. Πρόκειται για τον ταχύτερο ρυθμό ανόδου των τιμών στην ευρωζώνη που καταγράφεται την τελευταία διετία. Ενα ρυθμό που ξεπερνά αρκετά το ανώτατο «επίπεδο ανοχής» 2% που η ίδια η ΕΚΤ έχει θέσει για τον πληθωρισμό. Θεωρητικά είναι επιβεβλημένο το σφίξιμο της στρόφιγγας της ρευστότητας στη ζώνη του ευρώ. Πρακτικά, ωστόσο, πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι το σφίξιμο αυτό θα φέρει ασφυξία στις υπερχρεωμένες χώρες της λεγόμενης ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά και σε πολλούς ιδιώτες δανειολήπτες, που πασχίζουν να εξορθολογήσουν τα του οίκου τους και να συνεχίσουν να τιμούν τις υποχρεώσεις τους.

Οι ειδικοί θεωρούν ότι οι αποκαλούμενες «PIGS» χώρες (Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ελλάδα και Ισπανία) θα αισθανθούν ασήκωτο το βάρος του ακριβότερου δανεισμού. Ωστόσο και χώρες του «ευρωπαϊκού κέντρου», που αν και υπερχρεωμένες δεν έχουν μπει ακόμη στο στόχαστρο των αγορών όπως το Βέλγιο, ενδεχομένως θα πληρώσουν ακριβά την αύξηση των επιτοκίων. Ηδη τα επιτόκια που ζητούν οι ξένοι επενδυτές για να δανείσουν τις χώρες της ευρωζώνης έχουν αυξηθεί σημαντικά ακόμη και για τη Γερμανία. «Μια προσεκτική αύξηση δεν θα επηρεάσει την πορεία ανάκαμψης της ευρωζώνης», εκτίμησε ο προσφάτως αποχωρήσας από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ βέλγος Γκι Καντέν – πρόκειται για έναν εκ των μακροβιοτέρων ευρωτραπεζιτών.

Σύμφωνοι. Ομως, πόσο «προσεκτική» μπορεί να είναι η αύξηση; Σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg, στα τέλη του έτους το βασικό προεξοφλητικό επιτόκιο του ευρώ θα έχει διαμορφωθεί στο 1,75%. Ο Λούκα Παολίνι, στρατηγικός αναλυτής της Credit Suisse στο Λονδίνο, υπολόγισε ότι για την Ελλάδα, φερ’ ειπείν, κάθε αύξηση του κόστους δανεισμού της κατά 1% ισοδυναμεί με επιπλέον επιβάρυνση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους της ίση με το 1,6% του ΑΕΠ της. Ο όμιλος Credit Suisse, άλλωστε, έχει προειδοποιήσει προσφάτως τους επενδυτές να ρευστοποιήσουν τις συμμετοχές τους στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και κυρίως σε ευρωπαϊκές τράπεζες, επειδή μεταξύ άλλων «η ΕΚΤ ετοιμάζεται να διαπράξει ένα σφάλμα πολιτικής».

Ευρωζώνη 2 ταχυτήτων
Οι ανησυχίες των ειδικών εδράζονται στις επιπλοκές που μπορούν να ανακύψουν από μια σφιχτή νομισματική πολιτική για τις χώρες που κινδυνεύουν να κηρύξουν στάση πληρωμών. Η Γερμανία με την οικονομία της να καλπάζει με ρυθμούς 3,6%, αλλά και η Γαλλία και οι περισσότερες βορειοευρωπαϊκές χώρες σίγουρα θα φορέσουν άνετα το κοστούμι. Οι περιφερειακές, όμως, θα καταφέρουν να «βολευτούν» μέσα σ’ αυτό; Δεν θα το καταφέρουν, υποστηρίζει ο Παολίνι της Credit Suisse, αναφερόμενος στον Κανόνα Τέιλορ, που επινόησε ο νεοκεϊνσιανός καθηγητής του Stanford University Τζον Τέιλορ – πρόκειται για έναν τρόπο καθορισμού των ενδεδειγμένων επιτοκίων με βάση τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη.

Με βάση τον Κανόνα Τέιλορ λοιπόν, λέει ο Παολίνι, για την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ελλάδα και την Ιρλανδία, που αθροιστικά συμβάλλουν κατά 17% στη διαμόρφωση του ΑΕΠ της ευρωζώνης, το κατάλληλο μέσο επιτόκιο της ΕΚΤ θα πρέπει να διαμορφωθεί στο… μείον 4,6% (-4,6%)! Για τη Γερμανία, η οποία μόνη της συμβάλλει σχεδόν κατά το ένα τρίτο στο ΑΕΠ της ευρωζώνης, το επιτόκιο του ευρώ θα πρέπει να διαμορφωθεί στο 4,5%!

Είναι προφανές ότι μιλάμε για μια ευρωζώνη δύο ταχυτήτων, που διαμόρφωσε η κρίση. Βεβαίως και το 2005 η ΕΚΤ άρχισε να ανεβάζει τα επιτόκια για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό. Και τότε η ευρωζώνη είχε μιαν ανάπτυξη δύο ταχυτήτων. Η εικόνα μάλιστα ήταν ακριβώς αντίθετη από τη σημερινή. Η Γερμανία είχε ανάπτυξη 0,8%, ενώ η ιρλανδική οικονομία «πετούσε» με ανάπτυξη 6%, η ισπανική είχε ανάπτυξη 3,8% και η ελληνική βεβαίως, είχε πέσει από τα «τρελά» ποσοστά της εποχής των Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά έφθανε κι αυτή κοντά στο 4%.

Χαμηλά ο δομικός πληθωρισμός
Τότε η Γερμανία ξεπέρασε αβρόχοις ποσί την αύξηση των ευρωεπιτοκίων, διότι βρισκόταν ήδη επί μια πενταετία και πλέον σε κατάσταση ουσιαστικής λιτότητας και σε φάση αύξησης της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της και κυρίως δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα χρέους. Δεν συμβαίνει το ίδιο σήμερα με τις χώρες της ευρωπεριφέρειας. Ο Κάρλος Ετζία της Morgan Stanley ήταν σαφής μιλώντας στο Bloomberg: «Για τις ιρλανδικές, τις ελληνικές, τις ισπανικές και τις πορτογαλικές τράπεζες η αύξηση των επιτοκίων θα είναι μια αρνητική εξέλιξη».

Η προβληματική που αναπτύσσουν οι αναλυτές δεν είναι βεβαίως ούτε άγνωστη στους ευρωτραπεζίτες ούτε αμελητέα από αυτούς. Είναι βέβαιο ότι ο Τρισέ και οι συνάδελφοί του θα σταθμίσουν πολλές παραμέτρους προτού υιοθετήσουν μια μακροπρόθεσμη πολιτική περιορισμού της ρευστότητας στην ευρωζώνη. Είναι επίσης βέβαιο ότι θα συνυπολογίσουν το γεγονός ότι η εκτίναξη των τιμών καταναλωτή στα ύψη οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην κούρσα των τιμών του πετρελαίου και των τροφίμων στις διεθνείς αγορές. Οταν προ εξαετίας η ΕΚΤ είχε αρχίσει να ανεβάζει τα επιτόκια του ευρώ το Brent είχε κάτω από 50 δολάρια το βαρέλι. Τώρα έχει ξεπεράσει τα 120 δολάρια. Και εν πάση περιπτώσει, ο δομικός πληθωρισμός βρίσκεται ακόμη σε «ποσοστά ασφαλείας» (τον Ιανουάριο ήταν 1,6%).