Ηταν το πρόσωπο των ημερών καθώς οι διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους του για το θέμα της αδειοδότησης της ΠΑΕ ΑΕΚ εξελίχθηκαν σε σίριαλ, ενώ η πρόσφατη ιστορία με τον αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό που τοποθετήθηκε στην είσοδο της οικίας του στην Κηφισιάήταν ένα περιστατικό που θορύβησε τον ίδιο και σοκάρισε την ποδοσφαιρική- και όχι μόνο- κοινή γνώμη.

Ο 26χρονος αργεντινός επιθετικός Νάτσο Σκόκο εξομολογείται στο «Βήμα» το πώς βίωσε τις τελευταίες δύσκολες ημέρες, καταθέτει τις σκέψεις τους για τους Ελληνες και αντιλαμβάνεται ότι η οικονομική κρίση μάς έχει επηρεάσει σημαντικά ως λαό, σε βαθμό που- όπως διαπιστώνει- μας κάνει να έχουμε χάσει την επαφή μας με τον συνήθη τρόπο ζωής.

Με αφορμή τα δύο περιστατικά βίας που είναι και τα πλέον πρόσφατα, τα επεισόδια στην Τούμπα και αυτό με τα γκαζάκια έξω από την οικία σου,αλήθεια, έχεις αισθανθεί ποτέ τόσο έντονα φόβο στη ζωή και στην ποδοσφαιρική καριέρα σου;
«Το συναίσθημα που με κυρίευσε σε αυτά τα δύο περιστατικά δεν ήταν ο φόβος αλλά η αγανάκτηση. Είναι άμεση η ανάγκη να καταλάβει ο κόσμος ότι μόνο κακό προκαλεί με τέτοιες πράξεις. Αυτό που καταφέρνει είναι να διώχνει σημαντικούς παίκτες από τη χώρα και να δυσκολεύει αφάνταστα την απόφαση ποιοτικών ποδοσφαιριστών να έλθουν στην Ελλάδα. Ας τους περιορίσει κάποιος, βλάπτουν το ελληνικό ποδόσφαιρο».

Τη στιγμή της έκρηξης, με ένα μωρό δύο μηνών στο σπίτι σου, σου πέρασε από το μυαλό ότι δεν αξίζει να βρίσκεσαι εδώ;
«Θα ήταν πολύ λάθος και εγωιστικό αν σκεφτόμουν έτσι. Δεν πρέπει να απαξιώνουμε μια χώρα για τις πράξεις κάποιων ανθρώπων που δεν σκέφτονται λογικά. Οι Ελληνες είναι πραγματικά φιλόξενος λαός, σε κάνουν να αισθάνεσαι πολύ άνετα. Από εκεί και πέρα πρέπει να γίνει πιο σωστή δουλειά από όλους για τη βελτίωση του ποδοσφαίρου στη χώρα, δεν πρέπει να ασχολούμαστε με αυτούς τους… κάποιους. Οσο πιο πολύ ασχολούμαστε τόσο περισσότερη αξία τούς δίνουμε. Χρειαζόμαστε θετική ενέργεια στον αθλητισμό, όχι αρνητική».

Την επόμενη ημέρα του περιστατικού με τα γκαζάκια έπρεπε να πας για προπόνηση. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να το ξεχάσει κάποιος αυτό και να πάει, έτσι απλά, στη δουλειά του;
«Δεν ήταν και η πιο ευχάριστη κατάσταση που έχω βιώσει στη ζωή μου, αλλά η προπόνηση είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας και της επαγγελματικής φύσης μου. Δεν διανοήθηκα να χάσω έστω και μία εξαιτίας του περιστατικού».

Εχεις βιώσει ανάλογες στιγμές στην Αργεντινή ή στο Μεξικό; Ή έστω κάτι παρεμφερές; Κάτι που να σου προκάλεσε ανασφάλεια ή να σε έκανε να φοβηθείς;
«Σε προσωπικό επίπεδο δεν μου έχει συμβεί κάτι ανάλογο. Δεν έχει σημασία πάντως η χώρα. Είτε στην Αργεντινή είτε στο Μεξικό είτε οπουδήποτε αλλού, οι φίλαθλοι έχουν το δικαίωμα και οφείλουν να δείχνουν τη δυσαρέσκειά τους, με κόσμιο τρόπο όμως. Είναι ανεπίτρεπτο να εισέρχονται στην προσωπική ζωή ενός επαγγελματία, εν προκειμένω ενός ποδοσφαιριστή. Ειλικρινά αδυνατώ να κατανοήσω την ύπαρξη της βίας στο ποδόσφαιρο και στον αθλητισμό γενικότερα. Πρέπει να χαιρόμαστε τις νίκες αλλά να ξέρουμε και να χάνουμε. Η ήττα πρέπει να πεισμώνει τον αθλητή και τον φίλαθλο, όχι όμως να εξωθεί σε ενέργειες βίας. Ο θυμός σχεδόν πάντοτε οδηγεί σε λανθασμένες πράξεις. Τα αρνητικά αποτελέσματα πρέπει να τα χρησιμοποιούμε για να γινόμαστε καλύτεροι, όχι βίαιοι».

Θα ήθελες να μας πεις έναν καλό λόγο γιατί να επιθυμείς την παραμονή σου στην Ελλάδα;
«Διότι μου αρέσει το πάθος που έχουν οι Ελληνες για το ποδόσφαιρο. Αρκεί αυτό να μη διοχετεύεται σε πράξεις άσχημες, να μη μετουσιώνεται σε βία».

Στα τρία χρόνια παραμονής σου στη χώρα μαςποιες είναι οι εντυπώσεις σου από τον τρόπο ζωής και τις συμπεριφορές των Ελλήνων; Τι σου αρέσει και τι σε κάνει να θυμώνεις;
«Οπως προανέφερα, οι Ελληνες είναι πολύ φιλόξενοι, δύσκολα το συναντάς σε ξένες χώρες αυτό. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι που να με κάνει να θυμώνω ιδιαίτερα, που να μην το αντέχω ή να μην το καταλαβαίνω. Ισως επειδή μου θυμίζετε πολύ τους συμπατριώτες μου, μοιάζουν σημαντικά οι δύο λαοί σε συμπεριφορές».

Θεωρείς την Ελλάδα μια χώρα που πληροί τις προϋποθέσεις για να μεγαλώσει εδώ το παιδί σου;
«Αναμφισβήτητα ναι. Η Ελλάδα είναι μια πολύ ασφαλής χώρα, τουλάχιστον αν τη συγκρίνω με τη δική μου, στην οποία δεν ισχύει κάτι τέτοιο».

Η Ελλάδα βιώνει δύσκολη οικονομική κρίση. Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και στην Αργεντινή, η οποία είχε επίσης φτάσει να εξαρτάται οικονομικά από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να υφίσταται ο λαός της άγρια λιτότητα. Διαπιστώνεις ομοιότητες με την τωρινή καθημερινότητα στην Ελλάδα;
«Η αλήθεια είναι ότι καταλαβαίνω πολύ τους Ελληνες επειδή ανάλογες καταστάσεις είχαμε βιώσει και στην Αργεντινή. Αισθάνομαι ότι ο έλληνας πολίτης είναι πολύ πιεσμένος και έχει δίκιο να νιώθει έτσι διότι τα βγάζει πέρα με δυσκολία. Δεν έχει μάθει να ζει με τέτοια πίεση. Εύχομαι η κυβέρνησή σας να λάβει τα σωστά μέτρα ώστε να βγει σύντομα η Ελλάδα από την κρίση. Διότι, κακά τα ψέματα, η κρίση είναι ακριβώς το αντίθετο άκρο από τον τρόπο ζωής του Ελληνα».

Συμμερίζεσαι την άποψη ότι τα χρήματα που παίρνουν κάποιοι ποδοσφαιριστές στην Ελλάδα και διεθνώςσυνιστούν πρόκληση σε σύγκριση με τις αποδοχές ενός μέσου εργαζομένου σε περίοδο κρίσης ;
«Οπως σε όλους σχεδόν τους τομείς του εργασιακού χώρου, έτσι και στο ποδόσφαιρο επικρατεί ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης. Σίγουρα είμαστε πολύ τυχεροί που ασχολούμαστε με αυτό το αντικείμενο. Ο κάθε άνθρωπος που εργάζεται, είτε απασχολούμενος σε αυτό που του αρέσει και γνωρίζει καλύτερα είτε σε οποιονδήποτε άλλον τομέα, αμείβεται βάσει της προσφοράς και της ζήτησης. Ασφαλώς υπάρχουν επαγγέλματα που πληρώνουν περισσότερο και άλλα που πληρώνουν λιγότερο».

Δεν επιλέγω ποτέ παιχνίδια

Πόσο σε αγγίζει η παραφιλολογία σύμφωνα με την οποία επιλέγεις αγώνες; Σε έχουν «χρεώσει» για κάτι αντίστοιχο στην Αργεντινή ή στο Μεξικό;
«Υπάρχουν παιχνίδια στα οποία ένας ποδοσφαιριστής δεν θα έχει καλή απόδοση, δεν θα περάσει η μπάλα από τα πόδια του όσο πρέπει. Το να λέγεται ότι ένας ποδοσφαιριστής, εν προκειμένω εγώ, επιλέγει αγώνες είναι αντιεπαγγελματικό και προσβλητικό για το άτομό μου. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στις αναλύσεις μας και να μην απλοποιούμε τόσο πολύ τα πράγματα για ένα τόσο περίπλοκο άθλημα όπως το ποδόσφαιρο».

Θέλεις να γίνεις λίγο πιο επεξηγηματικός;
«Η απόδοση ενός ποδοσφαιριστή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες: το σύστημα που ακολουθεί η ομάδα, τον ρυθμό του εκάστοτε αγώνα, ασφαλώς και την τύχη. Για να μιλήσω επί προσωπικού, παίζει ρόλο και το αν αγωνίζομαι στη θέση μου ή όχι. Εν πάση περιπτώσει, είναι πολλές οι παράμετροι που πρέπει να εξετάσει κάποιος προτού ασκήσει κριτική. Επίσης η κριτική σε οτιδήποτε στη ζωή μας πρέπει να είναι αντικειμενική, όχι των άκρων. Είναι παράλογο όταν ένας ποδοσφαιριστής αποκαλείται Θεός τη μία μέρα και αδιάφορος την επομένη. Κατά την ταπεινή άποψή μου, σε όλα τα πράγματα στη ζωή υπάρχει ένας διαφορετικός μέσος όρος για κάθε άνθρωπο και επαγγελματία και βάσει αυτού πρέπει να σκεφτόμαστε προτού ασκήσουμε κριτική».

Ποια άποψη έχεις σχηματίσει για το ελληνικό ποδόσφαιρο και τους έλληνες παίκτες; Υστερούν σε προσόντα ή μήπως σε νοοτροπία;Ή σε τίποτε από τα δύο;
«Το ελληνικό ποδόσφαιρο στηρίζεται κυρίως στη δύναμη και όχι στην τεχνική. Πιστεύω ότι όταν ο έλληνας παίκτης δουλέψει περισσότερο και προς τη βελτίωση της τεχνικής ικανότητάς του, τότε θα ανέβει σημαντικά σε ατομικό επίπεδο, συμβάλλοντας και στην άνοδο του ποδοσφαίρου και του θεάματος συνολικά στην Ελλάδα».

Θα σε ενδιέφερε η προοπτική να συνεχίσεις την καριέρα του στη Ζενίτ που λέγεται ότι σε παρακολουθεί καιρό τώρα;
«Εχω ξαναπεί πολλές φορές ότι ένας ποδοσφαιριστής πρέπει να σκέφτεται συνέχεια την εξέλιξή του. Κατά συνέπεια θα μου άρεσε ο επόμενος σταθμός στην καριέρα μου να είναι ένα από τα καλύτερα πρωταθλήματα του κόσμου. Από εκεί και πέρα η Ζενίτ είναι πλέον μια δύναμη στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και έχει έναν εξαιρετικό προπονητή. Τούτη τη στιγμή πάντως έχω το μυαλό μου μόνο στην ΑΕΚ και το πώς θα κατακτήσουμε τους στόχους μας. Γι΄ αυτό και προσκαλώ τον κόσμο να σταθεί στο πλευρό μας σε όλα τα ματς ως το τέλος των πλέι οφ. Να σταθεί δίπλα μας και να ξέρει ότι θα δώσουμε τα πάντα για την ιστορική φανέλα που φοράμε».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ