Αμετακίνητες είναι όλες οι πλευρές, κυβέρνηση και δικαστικοί, και προς το παρόν είναι άγνωστο το πώς θα λυθεί το θέμα. Την περασμένη Παρασκευή απεφεύχθη την τελευταία ώρα ισχυρή αντίδραση της κυβέρνησης στην άρνηση της ηγεσίας του Αρείου Πάγου να εμφανιστεί στη Βουλή. Είχε προηγηθεί άλλωστε την προηγούμενη Τρίτη επιστολή του υπουργού Δικαιοσύνης κ. Χ.Καστανίδη προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με την οποία ζητούσε εξηγήσεις για την καθυστέρηση των μεγάλων εκκρεμών υποθέσεων στα ανακριτικά και εισαγγελικά γραφεία.
Ποια είναι ανώτερη;
Η κυβέρνηση είναι απόλυτη στην εκτίμησή της ότι «κανένα δικαστήριο, ούτε η Ολομέλεια της Εισαγγελίας, δεν μπορεί να κρίνει τον Κανονισμό της Βουλής, παρά μόνο η ίδια η Ολομέλεια της Βουλής». Οπως έλεγε στο «Βήμα» ανώτερη κυβερνητική πηγή, «ανώτατη εξουσία είναι η νομοθετική,αφού η εξουσία της πηγάζει ευθέως από τη λαϊκή κυριαρχία. Επομένως- επέμενε η ίδια πηγή- τυπικά απαράδεκτα και ουσιαστικά αβάσιμα έκριναν ότι παραβιάζεται το Σύνταγμα από τη συγκεκριμένη διάταξη του Κανονισμού της Βουλής και ιδιαίτερα το άρθρο 43 με βάση το οποίο εκλήθησαν να εμφανιστούν στη Βουλή ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου».
«Δεν έχουμε αντίρρηση να επικοινωνήσουμε με τους βουλευτές και λέμε πάντα “ναι” στον διάλογο» δηλώνει στο «Βήμα της Κυριακής» πηγή της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, αλλά προσθέτει ότι αυτό «δεν μπορεί να γίνει με βάση το άρθρο 43 του Κανονισμού της Βουλής…». Οπως ανέφερε το ίδιο πρόσωπο, «η οποιαδήποτε επικοινωνία πρέπει να αποσυνδεθεί από το συγκεκριμένο άρθρο και οπωσδήποτε να μην πρόκειται για κλήση ή ακρόαση και να γίνει υπό καθεστώς ισοτιμίας και διαφύλαξης του κύρους της Δικαιοσύνης…». Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου αποσυνδέει το συγκεκριμένο περιστατικό από τη σύγκρουση του Σώματος με την κυβέρνηση με αφορμή το Μισθολογικό.
Αγκάθι οι καθυστερήσεις
Ολα άρχισαν την περασμένη εβδομάδα, όταν έφθασε στην Εισαγγελία επιστολή του υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος ήλεγχε τους δικαστές για τις καθυστερήσεις στις μεγάλες εκκρεμείς υποθέσεις. Η επιστολή απευθυνόταν στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Σύμφωνα με κυβερνητική πηγή, «η επιστολή απαντάει στο πάνδημο αίτημα για κάθαρση». «Δεν μπορούμε εμείς να κρίνουμε για τις ευθύνες των πολιτικών» αντιτείνουν από τον Αρειο Πάγο, ενώ ο Εισαγγελέας κ. Ι.Τέντες δεν θα απαντήσει διότι «δεν θεωρώ ότι είμαι εγώ ο παραλήπτης των παρατηρήσεων του υπουργού». Από την άλλη πλευρά, από το υπουργείο Δικαιοσύνης αντιτείνουν ότι «οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των ανακρίσεων είναι μεγάλες και ότι οι έως σήμερα παραινέσεις του υπουργού ήταν απολύτως ευγενικές και προσέκρουαν στην παρατήρηση ότι “έτσι είναι η Δικαιοσύνη…”».
Η απόφαση της Ολομέλειας των Εισαγγελέων για μη εμφάνιση του Εισαγγελέα στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας- όπου είχε κληθεί για θέματα διοίκησης της Δικαιοσύνης- λόγω αντισυνταγματικότητας της σχετικής διάταξης του Κανονισμού «ξεχείλισε» το ποτήρι της αντιπαράθεσης. Πυροσβεστικό ρόλο αποφάσισε να παίξει ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας κ. Μιλτ.Παπαϊωάννου . Επικοινωνώντας με τον Πρόεδρο και τον Εισαγγελέα του ανωτάτου δικαστηρίου επιχείρησε να βρει μια συμβιβαστική λύση στην πρόσκληση για συζήτηση στην Επιτροπή. Και εκείνος όμως μετά τις επικοινωνίες δήλωσε ότι «η αντιπαλότητα δημιουργεί προβλήματα στη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών…».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ