Ιδιαίτερα δύσκολη χρονιά ήταν η περσινή για τους θαλασσοκόρακες εξαιτίας της έξαρσης του φυτοπλαγκτού στο Βόρειο Αιγαίο. Για μήνες ολόκληρους, τεράστιες θαλάσσιες εκτάσεις παρέμειναν θολές, με καταστροφικές συνέπειες για την αναπαραγωγή του είδους στο Βόρειο Αιγαίο, όπου απαντώνται και οι μεγαλύτερες αποικίες του. «Η αναπαραγωγή του κυριολεκτικά αποδεκατίστηκε και σε ορισμένες αποικίες καταγράφηκαν έως και 50 φορές λιγότεροι νεοσσοί σε σύγκριση με τις προηγούμενες χρονιές. Η μείωση αυτή παρατηρήθηκε και νοτιότερα, μέχρι τη Σκύρο, τη Λήμνο και τις Β. Σποράδες», λέει στο «Βήμα» η υπεύθυνη δράσεων ευαισθητοποίησης της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας κυρία Ρούλα Τρίγκου.

Εμποδίζει το φως
Οπως εξηγεί ο συντονιστής του προγράμματος LIFE για την καταγραφή και προστασία του θαλασσοκόρακα και του αιγαιόγλαρου κ. Γιάκομπ Φριτς, η αύξηση του φυτοπλαγκού δημιουργεί ένα στρώμα σαν αφρό στην επιφάνεια το οποίο δεν επιτρέπει στο φως του ήλιου να φτάσει στα θαλάσσια οικοσυστήματα. «Μάλιστα όταν ολοκληρωθεί ο κύκλος ζωής του βυθίζεται και καλύπτει τον βυθό όπου και αποσυντίθεται. Ετσι δημιουργούνται ανοξικές συνθήκες, αφιλόξενες για τα ψάρια και τους υπόλοιπους θαλάσσιους οργανισμούς οι οποίοι εγκαταλείπουν τις περιοχές αυτές. Αυτό συνέβη πέρυσι με συνέπεια να μην υπάρχει τροφή για τον θαλασσοκόρακα. Ελάχιστοι ζευγάρωσαν αφού δεν έβρισκαν φαγητό ούτε για να συντηρηθούν οι ίδιοι, πόσο μάλλον για να αναθρέψουν νεοσσούς. Φέτος παρότι έχει συνέλθει το οικοσύστημα οι θαλασσοκόρακες παρουσιάζουν και πάλι μειωμένη αναπαραγωγική δραστηριότητα. Με βάση τη διεθνή εμπειρία εάν δεν υπάρξουν άλλες απειλές σε λίγα χρόνια θα μπορέσουν οι πληθυσμοί να επανακάμψουν», τονίζει ο κ. Φριτς.

Συνδυασμός παραγόντων
Η αύξηση του φυτοπλαγκτού, σύμφωνα με τον ίδιο, οφείλεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων. «Είχε παρατηρηθεί αυξημένο φυτοπλαγκτό στα Δαρδανέλια, το οποίο ερχόταν από τη Μαύρη θάλασσα. Επίσης, πέρυσι είχαμε πολλές βροχές και τα ποτάμια «κατέβασαν» πολλά θρεπτικά συστατικά. Ταυτόχρονα είχαμε και αύξηση της θερμοκρασίας στη Μεσόγειο Θάλασσα. Ολα αυτά μαζί, σε συνδυασμό με τη θαλάσσια ρύπανση οδήγησαν στην έξαρση του φυτοπλαγκού στο Βόρειο Αιγαίο», επισημαίνει ο κ. Φριτς.

Οι καταγραφές που έγιναν τον περασμένο χρόνο από πλοία και ερευνητικά σκάφη έδειξαν ότι οι θαλάσσιες περιοχές με μεγάλες συγκεντρώσεις φυτοπλαγκτού ήταν αφιλόξενες για όλα τα θαλασσοπούλια. «Γενικώς παρατηρήθηκε σχεδόν πλήρης απουσία πουλιών στις περιοχές αυτές. Αλλά ειδικά για τον θαλασσοκόρακα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από το πρόγραμμα LIFE το οποίο υλοποιείται σε 17 Ζώνες Ειδικής Προστασίας του Αιγαίου και του Ιονίου, η φετινή αναπαραγωγική δραστηριότητα του είδους στο Βόρειο Αιγαίο είναι σημαντικά μειωμένη», επισημαίνει η κυρία Τρίγκου.

«Οι επιπτώσεις της έξαρσης του φυτοπλαγκοτού στην αναπαραγωγή του θαλασσοκόρακα ήταν ιδιαίτερα έντονες στην περιοχή της Καβάλας – Θάσου, όπου το 2010 σε ορισμένες αποικίες καταγράφηκε ουσιαστικά μηδενική αναπαραγωγική επιτυχία, όπως προκύπτει από την συστηματική παρακολούθηση του θαλασσοκόρακα στη περιοχή», τονίζει η κυρία Εύη Θάνου, υποψήφια διδάκτωρ του Πανεπιστήμιου Πατρών.

«Ντροπαλό πτηνό»
Ο θαλασσοκόρακας φωλιάζει σε όλες τις νησιωτικές περιοχές αλλά όχι με την ίδια πυκνότητα. Οι μεγαλύτερες αποικίες καταγράφονται στο Ανατολικό και Βόρειο Αιγαίο καθώς και στις Σποράδες. Υπολογίζεται ότι στη χώρα μας φωλιάζουν 1.000 με 1.200 ζευγάρια, τα περισσότερα στο Βόρειο Αιγαίο και τις Σποράδες.

Πρόκειται για ένα θαλασσοπούλι, διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα. Τρέφεται με μικρά ψάρια τα οποία πιάνει κωπηλατώντας με τα δυνατά του πόδια κοντά στον βυθό. Οταν χορτάσει, κάθεται με μισάνοιχτα φτερά στους βράχους της ακτής για να στεγνώσει και να ζεσταθεί. Δεν μεταναστεύει και φωλιάζει πολύ νωρίς (μερικοί ακόμα και από τον Δεκέμβριο) σε απόκρημνες βραχώδεις ακτές, νησίδες και μεγάλες σπηλιές.

«Είναι ένα ντροπαλό πτηνό, ευαίσθητο στην ανθρώπινη παρουσία γι΄ αυτό και οι επισκέψεις στις αποικίες του και η παρατήρηση ειδικά κατά την περίοδο αναπαραγωγής του (χειμώνα – άνοιξη) και κατά το βραδινό κούρνιασμα μπορεί να επιφέρει σοβαρές βλάβες στην αποικία», σημειώνει η κυρία Τρίγκου. Στο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας κατατάσσεται στα «σχεδόν απειλούμενα» είδη.

Ο θαλασσοκόρακας προστατεύεται από τη διεθνή και εθνική νομοθεσία. Ωστόσο το είδος κινδυνεύει εξαιτίας της μείωσης της διαθέσιμης τροφής λόγω της θαλάσσιας ρύπανσης αλλά και της υπεραλίευσης κοντά στις ακτές. Σε αντίθεση με άλλα θαλασσοπούλια, ο θαλασσοκόρακας δεν μπορεί να ακολουθήσει τα ψαροκάικα και να τραφεί με τα μη εμπορεύσιμα ψάρια που πετούν στη θάλασσα οι αλιείς. Γι΄ αυτό απαιτείται η λήψη μέτρων προστασίας από την παράνομη αλιεία στους ψαρότοπους όπου επιβιώνουν μεγάλες αποικίες.

Πώς να τον αναγνωρίσετε
Μοιάζει με τον κοινό κορμοράνο, με τον οποίο συγγενεύει. Είναι όμως μικρότερος και με πιο λεπτό λαιμό, κεφάλι και ράμφος. Πετάει κοντά στην επιφάνεια του νερού με συνεχή φτεροκοπήματα. Ο θαλασσοκόρακας ζει στη θάλασσα, ενώ ο κορμοράνος προτιμά υγρότοπους και λιμάνια.

Ο Θαλασσοκόρακας (Phalacrocorax aristotelis) σε αριθμούς
Μήκος: 0,75 μέτρα
Ανοιγμα φτερών: 1 μέτρο
Κατανομή: Νησιά και βραχώδεις ακτές της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.
Ελληνικός πληθυσμός: 1.000 με 1.200 ζευγάρια