Στις δύσκολες περιστάσεις τις οποίες διέρχεται σήμερα η χώρα μας, η έρευνα σε έγγραφα της επαναστατικής περιόδου στάθηκε με ενδιαφέρον σε εκείνα που σε διαφορετικές εποχές θα είχαν μάλλον ήσσονα σημασία συγκρινόμενα με πράξεις και κλέη γενναίων ανδρών της εποχής. Την ίδια στιγμή, η ανάγνωσή τους προκαλεί θλίψη για το γεγονός ότι, και μετά την εκδίωξή του, ο αδυσώπητος εκείνος δυνάστης έχει αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη της συμπεριφοράς του στη νοοτροπία του λαού μας. Ο λόγος περί το Φορολογικό και τη συγκέντρωση εσόδων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους στα πρώτα του κιόλας βήματα.
Θα μπορούσαν να λείπουν τα σχόλια και ν΄ αρκεί η απλή παράθεση των εγγράφων. Ωστόσο ο περιορισμός του χώρου και η φύση ενός άρθρου όπως αυτό επιβάλλουν την ανάμειξη του συντάκτη του στην ερμηνεία των γραφομένων.
Ιδού τι ανέφερε προς το Πανελλήνιον (το συμβουλευτικό σώμα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους που συστήθηκε προς αντικατάσταση της Βουλής) το μέλος του Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, στις 12 Οκτωβρίου 1828, σε αίτημα του Ιωάννη Καποδίστρια για την καταγραφή των πηγών εσόδων του κράτους και τη συλλογή φόρων που είχε τόσο μεγάλη ανάγκη η χώρα. Προηγουμένως, σε άλλο έγγραφο αναφερόταν ότι, επειδή η χώρα αντιμετώπιζε ακόμη πολεμικές συνθήκες σε μερικά σημεία της επικράτειάς της και ήταν αδύνατον να καταστρωθεί τόσο πρόωρα ένα φο ρολογικό σύστημα από την αρχή, δεν υπήρχε άλλη λύση παρά η εφαρμογή του οθωμανικού. Ωστόσο αυτό που ακολουθεί και προέκυψε από τη μελέτη των «καταστίχων», των φορολογικών δηλαδή βιβλίων της εποχής, ήταν, λίγο- πολύ, αυτό που ως χθες ο σημερινός υπουργός Οικονομικών διεπίστωσε ότι ίσχυε επί αμέτρητες δεκαετίες στη χώρα: η φοροδιαφυγή!
«Περί των κανονικών δοσιμάτων (ενν. των φόρων) απηντήσαμεν (ενν. συναντήσαμε) τας μεγαλυτέρας δυσκολίας, διότι μεταξύ των μεγάλων και πολυειδών καταχρηστικών φόρων τους οποίους επέβαλλεν εις τούτο μάλιστα το μέρος της Ελλάδος η απεριόριστος εξουσία του Αλή Πασά (σ.σ.: προφανώς εννοούσε την Ηπειρο), δυσκόλως ημπορούσε να γενή η διάκρισις.Ο Σατράπης ούτος έδιδεν εις την Πόρταν (ενν. την Υψηλή Πύλη, τον Σουλτάνο) πολύ ολιγώτερα των όσων κατεγράψαμεν ως κανονικά και εσύναζεν όσα ήθελεν.Εκτός τούτου τα δέκατα, ενώ φαίνονται ότι ήσαν από τα κανονικά δοσίματα,στα χαρτιά φαίνονται ανήκοντα κατά το πλείστον μέρος εις τους λεγομένους Σπαχίδες και δεν έμβαινον εις το θησαυροφυλάκιον της Πόρτας».
Και συμπλήρωνε (πόσο, πραγματικά, θυμίζοντας το τι συμβαίνει σήμερα…): «Δεν ήτο δυνατόν να ευρώμεν ακριβώς την αναλογίαν,είμεθα όμως βέβαιοι ότι επλησιάσαμεν εις την αλήθειαν σημειώσαντες ότι τα 7/8 αυτών εκαρπούντο οι Σπαχίδες» (!). Σημειωτέον, οι λεγόμενοι σπαχήδες (στα τουρκικά sipahi) ήσαν συνήθως τούρκοι ή εξισλαμισμένοι ντόπιοι που, εκτός από στρατιωτικές, είχαν και φορολογικές αρμοδιότητες ένα είδος ελεγκτών, τύπου ΣΔΟΕ, της εποχής.
Σε άλλον όμως φάκελο, με την ένδειξη «Ερωτήματα Αντιπροσώπων Συμμάχων προς τον Κυβερνήτη Καποδίστρια», που περικλείει ερωτήσεις επί του ελέγχου που ασκούσαν διά των πρεσβειών τους στην Ελλάδα οι τότε δανειστές μας, εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, εντοπίζουμε με αύξοντα αριθμό κβ΄ την κάτωθι επερώτηση: «Εις πόσον ως έγγιστα συμποσούνται εις τους τελευταίους τούτους χρόνους και κατ΄ εξοχήν εις την τελευταίαν εξαμηνίαν τα εισοδήματα τόσον των περιοχών της Πελοποννήσου,καθώς και τα εισοδήματα των Νήσων των υποτασσομένων κατά το διάστημα τούτο εις την Ελληνικήν Διοίκησιν». Ο λόγος, προφανώς για τους δανειστές μας, αυτούς ακριβώς που προστατέψαμε ως χώρα λειτουργώντας ανάχωμα στον πολιορκητικό κριό των Οθωμανών και του Ισλάμ, που είχαν με τα δάνεια από τον τρίτο κιόλας χρόνο της Επανάστασης στηρίξει τη συνέχιση του αγώνα των εξεγερμένων Ελλήνων και, φυσικά, ζητούσαν πίσω τόκους και κεφάλαια, όσα είχαν επενδύσει για τη σωτηρία της χώρας μας.

Το «λογιστήριο» του Καποδίστρια εκτιμά…

Ιδού πώς απάντησε ο Καποδίστριας στο «ερώτημα» των πρέσβεων των Μεγάλων Δυνάμεων που…αγωνιούσαν για τα «εισοδήματα» του νεοσύστατου κράτους:
Η Ελληνική Κυβέρνηση διά τον Συνεχή Πόλεμον όστις έσυρεν όλην της την προσοχή και φροντίδα, δεν έλαβε καιρόν να παραδεχθή εν άλλο σύστημα οικονομίας παρ΄ εκείνο το οποίον ακολουθούσεν η Τουρκική Κυβέρνησις.Κατά τούτο το σύστημα αι πρόσοδοι της επικρατείας δεν εσυνάγοντο της Κυβερνήσεως αλλ΄ επωλούντο επί Δημοπρασίας.Τούτο το ίδιον σύστημα ηκολούθησεν έως τώρα η Ελληνική Κυβέρνησις.
Κανονικαί πρόσοδοι είναι αι Δεκατίαι και τα τελώνια.Εσχάτως κατά το 1827 παρεισήχθη με αρκετάς δυσκολίας και ο Δασμός.
Ηταν αδύνατον διά τας αλλεπαλλήλους επιδρομάς των εχθρών να έχωσιν αι Πρόσοδοι την αυτήν τουλάχιστον κάθε χρόνον φάσιν.Διά τούτο ο εξής Πίναξ θέλει φανή ανώμαλος.Μ΄ όλα ταύτα παρουσιάζονται ενταύθα όπως φαίνεται εις τα Κατάστιχα του υπουργείου της Οικονομίας.

Αναζητώντας δάνεια το 1824 και σήμερα

Αν δεν ήταν πραγματικά τραγική η κατάσταση που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα, στην οποία αναμφίβολα συνέβαλε κατά μέγιστο μέρος και η φοροδιαφυγή, θα μπορούσε ακόμη και θυμηδία να προκαλέσει η ανάγνωση των συγκεκριμένων εγγράφων για την απαράλλαχτη συνέχεια της οθωμανικής νοοτροπίας που διέβρωσε εκ των έσω την ελληνική διοίκηση. Επειδή όμως σε κάθε δυσκολία οι Ελληνες στρέφονταν στη Θεία Πρόνοια, ας ελπίσουμε ότι την ύστατη αυτή στιγμή, σε ημέρες ανάτασης όπως αυτή της εθνικής επετείου, η Ιστορία θα στείλει ακόμη ένα ευεργετικό μήνυμα στο έθνος.
Οπως χαρακτηριστικά σημείωνε σε έγγραφο με ΑΠ 478 ο γενικός γραμματεύς της Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδος (δηλαδή της ελληνικής κυβέρνησης) Π.Ρόδιος κατά τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη του δεύτερου αγγλικού δανείου, «αι δυσκολίαι εις την διαπραγμάτευσιν των Ελληνικών ανταλλαγματικών ήθελον προξενήσει μεγάλην βλάβην, αλλά χάρις εις την Ουράνιον Πρόνοιαν ήτις χειραγωγεί τα της Ελλάδος τα χρήματα παρελήφθησαν χθες παρά των εις Λονδίνο απεσταλμένων και είθε να φθάσωσιν ευτυχώς και αι λοιπαί δώσεις » (!). (Ναύπλιο, 2 Οκτωβρίου 1824).
Ο ίδιος, έκτοτε ήδη, συνειδητοποιούσε το μόνιμο, όπως απεδείχθη, πρόβλημα της χώρας όταν έγραφε στις 28 Αυγούστου του ιδίου έτους: «Η μόνη δύναμις όπου επαπειλεί την Ελλάδα είναι η αχρηματία.Ωστε (sic) αν οι καλοί Πατριώται και φιλογενείς θελήσωσι και τούτο ευκόλως θέλει απαντηθή» (ΑΠ 305) έγραφε, απευθυνόμενος στους επιφανείς και πλουσίους Ζακυνθινούς της Ιονίου Πολιτείας. Ποιος αντιλέγει ότι και σήμερα θα μπορούσε να ισχύσει το ίδιο με την επανάληψη της ίδιας προσφοράς των ολίγων αλλά πάμπλουτων εκ των Νεοελλήνων;

Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι ιστορικός, πρεσβευτής σύμβουλος Α’ στο υπουργείο Εξωτερικών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ