Η Ρουθ Ρέντελ, η οποία έχει διακριθεί για τα ψυχολογικά θρίλερ της στα οποία προέχει όχι το ποιος διέπραξε το έγκλημα αλλά το γιατί, τοποθετεί τη δράση του αγαπημένου της ήρωα, επιθεωρητή Γουέξφορντ, στο Κίνγκσμαρκχαμ, μια επαρχιακή αγγλική πόλη στο Σάσεξ. Σαράντα και πλέον χρόνια μετά την πρώτη εμφάνισή του στο μυθιστόρημα From Doon with Death (1964) η συγγραφέας εξακολουθεί να τον βάζει να εξιχνιάζει δολοφονίες.

Στην Εμμονή (τίτλος πρωτοτύπου Τhe Μonster in the Βox ) ο αναγνώστης παρακολουθεί τον Γουέξφορντ να προβληματίζεται πάνω σε έναν παλιό του γνώριμο, τον Ερικ Τάργκο, ιδιοκτήτη κυνοτροφείου και φιλόζωο, ο οποίος είναι ύποπτος για μερικά ανεξιχνίαστα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά το παρελθόν, όταν αυτός ήταν ακόμη νεαρός αξιωματικός της αστυνομίας. Τότε μια γυναίκα βρέθηκε στραγγαλισμένη στην κρεβατοκάμαρά της, ενώ μια άλλη γυναίκα δολοφονήθηκε με τον ίδιο τρόπο, κάτι που επαναλήφθηκε με έναν άνδρα. Τώρα ο ήρωας ξαφνιάζεται καθώς βλέπει τον κατά πάσα πιθανότητα ψυχοπαθή Τάργκο να περιφέρεται στη γειτονιά του με ένα σκυλί και το ίδιο αλαζονικό στυλ. Κάτι ετοιμάζει, αλλά τι; Σίγουρα κάτι απεχθές.

Ο Γουέξφορντ, που ζει ήσυχα με τη σύζυγό του, Ντόρα, θέλει να ξεσκεπάσει τον επικίνδυνο δολοφόνο για τον οποίο δεν διαθέτει επαρκή στοιχεία ώστε να τον παραπέμψει στη δικαιοσύνη. Όταν όμως βρίσκεται δολοφονημένος ο κηπουρός του, ένας ήσυχος μοναχικός άνθρωπος, ο επιθεωρητής παίρνει το θέμα προσωπικά και αποφασίζει να φθάσει στα άκρα. Την ίδια στιγμή η υπαστυνόμος Χάνα Γκόλντσμιθ, μια αντιρατσίστρια, η προσωποποίηση της πολιτικής ορθότητας, προσεγγίζει μια συμπαθητική οικογένεια Πακιστανών, τους Ραχμάν, και προσπαθεί να αποτρέψει το πιθανό συνοικέσιο της 17χρονης Ταμίμα με κάποιον ηλικιωμένο που θα την οδηγήσει σε έναν αταίριαστο γάμο, σύμφωνα με τα έθιμα της πατρίδας των γονιών της.

Ο Γουέξφορντ και η Γκόλντσμιθ, παρά τη διαφορά ηλικίας και αντιλήψεων, συνεργάζονται αρμονικά στο πλαίσιο των αστυνομικών καθηκόντων τους, ωστόσο ο καθένας έχει τις εμμονές του πάνω σε ζητήματα που άπτονται της καθημερινότητας και κυρίως στο πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι αλλοδαποί που ζουν στη Βρετανία. Ξαφνικά, τόσο ο Τάργκο όσο και η Ταμίμα εξαφανίζονται – τυχαία; – από την πόλη με αποτέλεσμα ο Γουέξφορντ και η Γκόλντσμιθ να ανησυχήσουν. Τι μέλλει γενέσθαι; Πού θα τους οδηγήσουν οι προσπάθειες για την ανακάλυψή τους; Πόσο πολύ κινδυνεύει η νεαρή κοπέλα από τον παρανοϊκό με το σκυλί;

Μολονότι η Ρέντελ ξεκινά την αφήγησή της όπως η Αγκάθα Κρίστι, θέτοντας ερωτήματα, περιγράφοντας την οικιακή ζωή του επιθεωρητή με τη γυναίκα του (το γκαράζ, ο κήπος, το γκαζόν, η τοπική εφημερίδα), μιλώντας για την επίσκεψή του σε ένα χωριό με παλιό πρεσβυτέριο, ρίχνοντας το βάρος της πλοκής στο παρελθόν του ασύλληπτου δολοφόνου, το μυθιστόρημά της είναι κοινωνικό. Αυτό που βασικά την ενδιαφέρει είναι το ζήτημα των μεταναστών που έχουν πλημμυρίσει τα τελευταία χρόνια τη Βρετανία (το θίγει και στο μυθιστόρημα Θαμμένα μυστικά ), αλλοιώνοντας σε ανησυχητικό βαθμό τον κοινωνικό ιστό της χώρας.

Στο πρώτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος διαβάζουμε τον εξής διάλογο ανάμεσα στον επιθεωρητή και τη γυναίκα του: « – Ποια είναι η γνώμη σου για τις μουσουλμάνες κοπέλες που φορούν το χιτζάμπ; – Είναι αυτή η μαντίλα;Νομίζω ότι πρέπει να τη φορούν αν το θέλουν,αν το θέλουν πραγματικά,για τον εαυτό τους. Θέλω να πω, δεν πρέπει να τις εξαναγκάζουν να τις φορούν, ιδιαίτερα ο πατέρας και οι αδελφοί τους». Φαίνεται ότι τους Βρετανούς τους απασχολεί, εκτός των άλλων, η ενσωμάτωση των ξένων στην κοινωνία τους, ιδίως των Ασιατών με το διαφορετικό θρήσκευμα και τη διαφορετική κουλτούρα. Οι Πακιστανοί του μυθιστορήματος έχουν περιουσία και καλές δουλειές και παρά τους φόβους των ντόπιων ότι τα έθιμά τους είναι βάρβαρα, αυτοί έχουν αποκτήσει ολωσδιόλου βρετανικές συνήθειες.

Ο Γουέξφορντ είναι παραδοσιακός. Νοσταλγεί τα παλιά, επιστρέφει συνεχώς στην εποχή της νεότητάς του, κάνει συγκρίσεις του τότε με το τώρα και προσπαθεί να κατανοήσει τις συντελεσθείσες αλλαγές. Η Γκόλντσμιθ θεωρεί τον εαυτό της μοντέρνο, νομίζει πως είναι πολιτικά ορθή και συμπεριφέρεται στους μουσουλμάνους «όπως πρέπει» – έχει διαβάσει μάλιστα και το Κοράνι, για να έχει επιχειρήματα. Ταλαντεύεται όμως ανάμεσα στον στρατευμένο φεμινισμό και τον αντιρατσισμό, διότι η θέση των γυναικών στο Ισλάμ έρχεται σε σύγκρουση με τις φεμινιστικές ιδέες της. Η Ρέντελ, απαράμιλλη ως αφηγήτρια, επιχειρεί να συγκεράσει τις δυο διαφορετικές αντιλήψεις που διέπουν τους Βρετανούς και να ρίξει βολές κατά των κρυπτορατσιστών που εμφανίζονται με «πολιτικώς ορθές» απόψεις. «Είστε ρατσιστές, όπως όλοι οι Άγγλοι» λέει η πακιστανή μητέρα στη Χάνα.

Η Ρουθ Μπάρμπαρα Ρέντελ, η σημαντικότερη εν ζωή βρετανίδα συγγραφέας αστυνομικών ιστοριών μαζί με τηΦίλις Ντόροθι Τζέιμς, γεννήθηκε στο Νότιο Γούντφορντ του Λονδίνου το 1930 και εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Έχει γράψει 23 μυθιστορήματα με ήρωα τον Γουέξφορντ (το παρόν είναι το 22ο), 25 ψυχολογικά θρίλερ και άλλα 13 ως Μπάρμπαρα Βάιν. Αρκετά έργα της μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Δύο από αυτά έγιναν ταινίες από τονΚλοντ Σαμπρόλ. Οι προσωπικοί της ρυθμοί στη συγγραφή είναι ιλιγγιώδεις. Από το 2008 – η Εμμονή εκδόθηκε το 2009 – έχουν κυκλοφορήσει συνολικά έξι βιβλία της. Για την προσφορά της στη βρετανική λογοτεχνία τής απονεμήθηκε το 1997 ο τίτλος της βαρόνης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ