Επιδείνωση των αποτελεσμάτων αναμένουν για τις ελληνικές τράπεζες οι αναλυτές στο τέταρτο τρίμηνο του 2010, λόγω της βαθιάς ύφεσης που έπληξε την εγχώρια αγορά, η οποία διαμορφώθηκε σε επίπεδα ρεκόρ του 6,6%.
Το γεγονός αυτό είχε αρνητική επίδραση στις καθυστερήσεις δανείων, αναγκάζοντας τα πιστωτικά ιδρύματα να προβούν σε αυξημένες προβλέψεις έναντι επισφαλών απαιτήσεων.

Την ερχόμενη εβδομάδα ολοκληρώνεται η δημοσιοποίηση των ισολογισμών του 2010 για τους τέσσερις μεγάλους τραπεζικούς ομίλους, με την Alpha Bank να ανακοινώνει τα αποτελέσματα την Τρίτη, την Εθνική Τράπεζα την Τετάρτη και την Τράπεζα Πειραιώς την Πέμπτη.

Η Eurobank έχει ήδη ανακοινώσει τα αποτελέσματά της, εμφανίζοντας πτώση στην κερδοφορία της για το σύνολο του 2010 κατά 69%.

Παράγοντες της αγοράς σημειώνουν ότι τα κέρδη σε κάθε περίπτωση θα παρουσιαστούν μειωμένα σε σχέση με το 2009, ως αποτέλεσμα της υποχώρησης των καθαρών εσόδων, των αυξημένων διαγραφών και των υποαξιών από χρηματοοικονομικές πράξεις, λόγω της πτώσης των τιμών ελληνικών μετοχών και ομολόγων.

Επιπλέον, πίεση στην κερδοφορία άσκησε και η έκτακτη εισφορά που κατεβλήθη υπέρ του ελληνικού δημοσίου, στο πλαίσιο των έκτακτων μέτρων που έχουν ληφθεί για τη στήριξη των εσόδων του προϋπολογισμού.

Στον αντίποδα, στα αποτελέσματα αναμένεται να αποτυπωθεί η στήριξη που προσέφεραν στους ελληνικούς ομίλους οι δραστηριότητές τους στις αγορές της ΝΑ Ευρώπης και Τουρκίας, οι οποίες επέστρεψαν πιο γρήγορα από τις ανεπτυγμένες οικονομίες σε τροχιά ανάκαμψης.

Πτώση εσόδων και άνοδος καθυστερήσεων
Από χρηματιστηριακά γραφεία υπογραμμίζουν ότι τα στοιχεία των πρώτων εννέα μηνών του 2010 είναι ενδεικτικά των αποτελεσμάτων που θα ανακοινώσουν για το σύνολο της χρήσης οι τράπεζες.

Όπως έχει ήδη ανακοινωθεί, το διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2010 τα λειτουργικά έσοδα σε επίπεδο μητρικών τραπεζών και ομίλων σημείωσαν πτώση κατά 17,0% και 10,6% αντίστοιχα σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2009.
Το ίδιο διάστημα τα καθαρά έσοδα υποχώρησαν σημαντικά κατά 36% και 23% σε επίπεδο τραπεζών και ομίλων αντίστοιχα, ενώ χειροτέρευση παρατηρήθηκε στους δείκτες αποδοτικότητας (ιδίων κεφαλαίων και ενεργητικού) και στο δείκτη αποτελεσματικότητας. Από την άλλη πλευρά, τα λειτουργικά έξοδα παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητα.

Από την άλλη πλευρά, η σημαντική επιδείνωση της χρηματοοικονομικής κατάστασης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών αναπόφευκτα επηρέασε δυσμενώς την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών.
Στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2010 τα δάνεια σε καθυστέρηση διαμορφώθηκαν στο 10% επί του συνόλου, ποσοστό που εκτιμάται ότι αυξήθηκε στο τελευταίο τρίμηνο του 2010 κοντά 10,5%. Οι δείκτες αυτοί είναι βέβαιο ότι διαμορφώθηκαν σε υψηλότερα επίπεδα τους τρεις τελευταίους μήνες της χρονιάς.