Ενα αστυνομικό μυθιστόρημα δεν είναι απαραιτήτως λογοτεχνικό αίνιγμα ή σπαζοκεφαλιά, ένα παιχνίδι ανάμεσα στον συγγραφέα και στον αναγνώστη. Σήμερα η αστυνομική λογοτεχνία, ιδιαίτερα αυτή που χαρακτηρίζεται «μεσογειακή», ασχολείται με την κοινωνία, την εγκληματικότητα, τη διαφθορά στον κρατικό μηχανισμό, τη λαθρομετανάστευση, αλλά και την Ιστορία. Οι σύγχρονοι έλληνες συγγραφείς αστυνομικών, μολονότι επιδιώκουν να προσφέρουν αναγνωστική απόλαυση, χρησιμοποιούν το μυστήριο και το σασπένς για να διεγείρουν συνειδήσεις και να προβληματίσουν. Ή να προτρέψουν τους αναγνώστες να θυμηθούν. Αυτό κάνει και ο Θάνος Δραγούμης στο Σφαγείο Σαλονίκης , μυθιστόρημα με όλα τα βασικά γνωρίσματα του είδους: τοποθετεί τη δράση των ηρώων του στη Θεσσαλονίκη τον Μάρτιο του 1943, όταν η πόλη βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή.

Δύο μυστηριώδεις δολοφονίες

Κεντρικός ήρωας και αφηγητής είναι ο ανθυπαστυνόμος Στέφανος (Στέφος) Ασλάνογλου της Γενικής Ασφάλειας, ο οποίος καλείται να εξιχνιάσει τη δολοφονία ενός άγνωστου εξηντάρη που βρέθηκε σκοτωμένος στο λιμάνι μαζί με έναν νεαρό. Οι δυο τους βρέθηκαν γυμνοί με κατεβασμένα τα παντελόνια και τα εσώρουχα. Στην αναφορά του ο Ασλάνογλου κάνει λόγο για έγκλημα ζηλοτυπίας «σεξουαλικής φύσεως». Προηγουμένως, στο καμπαρέ «Αρζεντίνα», κέντρο διασκέδασης Γερμανών και συνεργατών τους- το διευθύνει με τον συνεταίρο του ονόματι Αποστόλης-, ο Ασλάνογλου υπήρξε μάρτυρας του άγριου φόνου τριών ταγματασφαλιτών. Και ενώ, ακολουθώντας τις εντολές του Μαξ Μέρτεν, προσωπικού φίλου του Χίτλερ και υπεύθυνου για την επιβολή της «Τελικής Λύσης» στη Θεσσαλονίκη και στην Ελλάδα γενικότερα, επιχειρεί να διαλευκάνει την υπόθεση, ο υποδιοικητής της Γκεστάπο στην πόλη ζητεί επιτακτικά από την Ελληνική Αστυνομία να την κλείσει. Τι κρύβεται πίσω από αυτή την αντιγνωμία των Γερμανών; Γιατί το έγκλημα διχάζει τους ενδιαφερομένους; Ποια ήταν τα θύματα;
Προτού δοθούν απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, ώστε να αποδοθεί δικαιοσύνη, ο συγγραφέας μάς μιλάει για τον ήρωά του, έναν άνθρωπο γήινο, έντιμο, πατριώτη, ο οποίος βιώνει μια δραματική ερωτική ιστορία. Ανατρέχοντας στο παρελθόν, ο Ασλάνογλου αναφέρεται στις σπουδές του, στην εκτέλεση του βενιζελικών φρονημάτων πατέρα του το 1923, στον θάνατο της μητέρας του, αμέσως μετά, και στη γνωριμία του σ΄ ένα ραφτάδικο με την Εμμα, μια νεαρή εβραία, την κόρη του ράφτη. Μετά την καταγραφή των εβραίων της Θεσσαλονίκης, τη συγκέντρωσή τους και την αποστολή τους με τρένα στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, μετά την εξαφάνιση του πατέρα της, τις εφόδους των Ταγμάτων Ασφαλείας στα σπίτια των εβραίων για πλιάτσικο, τις εξορμήσεις της Γκεστάπο και τις δολοφονίες ανδρών και παιδιών, η Εμμα ανέπτυξε φοβικές κρίσεις και μανία καταδίωξης. Με κόπο και κίνδυνο ο Ασλάνογλου την έβγαλε από το γκέτο και την πήγε στο σπίτι του, δίνοντάς της ψεύτικη ελληνική ταυτότητα, με σκοπό να τη νυμφευθεί. Η ιστορία του ζευγαριού είναι συγκινητική. Ο αστυνομικός την αγαπάει παράφορα και την προστατεύει και αυτή αισθάνεται ευγνωμοσύνη. Η σχέση τους χαρακτηρίζεται από σαρκική έλξη και οι ερωτικές συνευρέσεις τους αποτελούν στάλες ευτυχίας σ΄ έναν ωκεανό θλίψης, απανθρωπιάς και εξαθλίωσης.

Ες Ες, πατριώτες και ταγματασφαλίτες

Μπορούμε να πούμε ότι η λογοτεχνική αξιοποίηση του φασισμού, του ναζισμού και της περιόδου πριν, κατά και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τον τρόπο του αστυνομικού αφηγήματος έγινε κυρίως από δύο συγγραφείς: τον Ιταλό Κάρλο Λουκαρέλι με την Τριλογία του φασισμού και τον Βρετανό Φίλιπ Κερ με την Τριλογία του Βερολίνου (και τα έξι βιβλία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κέδρος). Η ιδέα της ενασχόλησης ενός έλληνα συγγραφέα με τα γεγονότα της ίδιας εποχής περικλείει ρίσκο και αποτελεί τόλμημα. Σε κάθε περίπτωση, το Σφαγείο Σαλονίκης είναι υποδειγματικό μυθιστόρημα. Η ευρηματική πλοκή, η ξέφρενη δράση, οι ανατροπές και η απολαυστική αφήγηση του αθυρόστομου ήρωα δημιουργούν ένα άρτιο αποτέλεσμα. Ωστόσο αυτό που εντυπωσιάζει είναι η λογοτεχνική ανάπλαση της εποχής.
Στηριγμένος σε πραγματικά γεγονότα (στο τέλος του βιβλίου υπάρχουν σχετικές σημειώσεις), όπως η συγκέντρωση των εβραίων της Θεσσαλονίκης και η αποστολή τους (από τον Μάρτιο του 1943 ως τον Αύγουστο του ιδίου έτους) σε στρατόπεδα συγκέντρωσης απ΄ όπου ελάχιστοι επέστρεψαν, βάζοντας ως ήρωες υπαρκτά πρόσωπα, όπως ο διοικητής της τοπικής Ειδικής Ασφάλειας Νίκος Μουσχουντής, ο μη «αστυνομικός» συγγραφέας επέτυχε να καταδείξει το ζοφερό κλίμα της Κατοχής και της τότε αλληλοσφαγής.
Από το μυθιστόρημα παρελαύνουν ταγματασφαλίτες, πατριώτες, εκτελεστές της ΟΠΛΑ (Οργάνωση Προστασίας Λαϊκού Αγώνα του ΚΚΕ), άνδρες των Ες Ες, κυνηγημένοι εβραίοι, άνθρωποι που σκοτώνουν, σκοτώνονται, αγωνίζονται, προδίδουν, προσπαθούν να επιβιώσουν ή να πλουτίσουν εις βάρος των συμπατριωτών τους.
Πέρα απ΄ όλα αυτά, υπάρχει ο έρωτας που θριαμβεύει, μα και η ανδρική φιλία που διατηρείται ως το τέλος, παρά τα όσα φρικιαστικά συμβαίνουν, παρά τον θηριώδη φανατισμό των πρωταγωνιστών.
Ο «Θάνος Δραγούμης» είναι γνωστός έλληνας συγγραφέας, ο οποίος για άγνωστους λόγουςίσως θέλει να ξεχωρίσει τα «σοβαρά» του έργα από τα αστυνομικά, κάτι που κάνουν και άλλοι ομότεχνοί του, λ.χ. ο Βρετανός Τζον Μπάνβιλαποφάσισε να εμφανιστεί με ψευδώνυμο. Γεννήθηκε το 1965 και έχει γράψει εννέα μυθιστορήματα για ενηλίκους και τρία για παιδιά. Ασχολείται επίσης με τη συγγραφή σεναρίων και θεατρικών έργων. Εσχάτως, μας πληροφορεί το βιογραφικό του στο «αφτί» του βιβλίου, θητεύει και ως κειμενογράφος σε εφημερίδες και διαφημιστικές εταιρείες. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ