Και μόνο για τα πανύψηλα πόδια της, τον άξιζε τον τίτλο της «Μις Γαλλία 1999». Ωστόσο, η καρδιά της 31χρονης Μαρέβα Γκάλαντερ από την Ταϊτή δεν χτυπάει δυνατά ούτε για τις κορδέλες που αναγράφουν τίτλους ομορφιάς ούτε για τις πασαρέλες. Το πάθος της είναι η μουσική και το έχει αποδείξει με δύο προσωπικά άλμπουμ και τη συνεργασία της (από πέρυσι) με τους Nouvelle Vague. Αυτές τις ημέρες βρίσκεται στο Ντιτρόιτ όπου ηχογραφεί τον τρίτο προσωπικό της δίσκο με τη συνδρομή του παραγωγού των δύο πρώτων CDs των White Stripes, οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, ανακοίνωσαν πρόσφατα τη διάλυσή τους.

«Για ένα κορίτσι σαν εμένα, που γεννήθηκε σε ένα νησί στην άλλη άκρη της Γης, αυτό που ζω τώρα είναι ένα όνειρο που πραγματοποιείται» δηλώνει χαμηλόφωνα, με αυτήν τη laissez-faire στάση ζωής που χαρακτηρίζει τους νησιώτες, και ας τη βάφουν και τη χτενίζουν την ίδια στιγμή. Πολύ σύντομα θα αρχίσει να προβάλλεται στην τηλεόραση το βίντεο που γύρισαν οι Nouvelle Vague στη Θεσσαλονίκη με σκηνοθέτη τον Γρηγόρη Αποστολόπουλο και πρωταγωνίστρια τη Δήμητρα Ματσούκα. Γαλλικό κάλλος εναντίον ελληνικού. Σημειώσατε τι;

{{{ moto }}}

«Την πρώτη φορά που ήρθα στην Αθήνα ήταν για να δω τον αγώνα Ολυμπιακός-Μπορντό. Δούλευα τότε σε έναν γαλλικό τηλεοπτικό σταθμό και με έστειλαν σε αποστολή. Θυμάμαι ότι την επόμενη ημέρα γινόταν μια μεγάλη απεργία και δεν μπορούσαμε να επιστρέψουμε στο Παρίσι, οπότε μείναμε στην Αθήνα και κάναμε βόλτες όλη μέρα. Η Ακρόπολη ήταν, δυστυχώς, κλειστή. Ηταν όμως πάρα πολύ όμορφα όλα. Ενθουσιάστηκα με το πάθος και την τρέλα των ελλήνων ποδοσφαιρόφιλων. Ο τρόπος με τον οποίο τραγουδούσαν και φώναζαν ήταν απίστευτος».

    «Εχω επηρεαστεί από τα 60s, πάντα μου άρεσαν η φρεσκάδα, ο αυθορμητισμός εκείνης της εποχής, δεν υπήρχε κριτική διάθεση απέναντι σε τίποτε, όλοι έκαναν αυτό που ήθελαν, στη μουσική, αλλά και στην τέχνη γενικότερα. Εγώ γεννήθηκα στην Ταϊτή, ένα νησί στην άκρη του κόσμου, και νομίζω πως βρήκα στη δεκαετία του ’60 κάτι σαν πατρίδα, μια αθωότητα που μου ταίριαζε πολύ. Ο ήχος της γαλλικής ποπ εκείνης της περιόδου ήταν πολύ ξεχωριστός και αποδείχτηκε τρομερά επιδραστικός. Οι τραγουδιστές ανακηρύσσονταν σε παγκόσμια είδωλα. Το γιουκαλίλι, το όργανο που είχα συνδέσει με τα παιδικά μου χρόνια, με τη χαρά, την ξενοιασιά και την ευτυχία, αποφάσισα να το χρησιμοποιήσω για να κάνω διασκευές σε κλασικά ποπ κομμάτια των 60s».

      «Οταν ήμουν μικρή ονειρευόμουν να γίνω σαν την Τζέιν Μπίρκιν, ήταν τόσο φυσικά όμορφη και απλή. Μετά ανακάλυψα τη Φρανσουάζ Αρντί, η οποία ήταν κούκλα και τραγουδούσε υπέροχα. Κόλλησα με αυτές. Δεν έβρισκα στα 80s και στα 90s γυναίκες που να αξίζουν τόσο τον θαυμασμό μου».

        «Εχω συνεργαστεί και με τον καναδό τροβαδούρο Ρούφους Γουέινραϊτ. Ηταν καταπληκτική εμπειρία. Η φωνή του είναι συναρπαστική και τόσο διαφορετική από τη δική μου. Το τραγούδι «Serge et Jane», το οποίο έγραψε ο φίλος μου, μιλάει για την ιστορία του Σερζ Γκενσμπούργκ και της Τζέιν Μπίρκιν και σκέφτηκα πως ο Ρούφους θα ήταν ιδανικός για να το τραγουδήσει μαζί μου. Πήρα τηλέφωνο – με λίγο θράσος, είναι η αλήθεια – τον μάνατζέρ του και του ζήτησα να του δώσει το τραγούδι και να του προτείνει να συνεργαστούμε. Επέμεινα για μήνες, μέχρι που με πήρε ο ίδιος και μου είπε ότι του άρεσαν πολύ η μελωδία και οι στίχοι, και αυτό ήταν».

          «Με τους Nouvelle Vague άρχισα να τραγουδάω λίγο τυχαία. Μου τηλεφώνησαν και μου ζήτησαν να συμμετέχω στις εμφανίσεις τους. Ταιριάξαμε και το χαίρομαι. Είναι πολύτιμη η εμπειρία της περιοδείας μαζί τους. Το πρώτο σόου το κάναμε στη Μόσχα, χωρίς να προλάβουμε να κάνουμε και πολλές πρόβες. Είναι κουραστικά τα τόσα ταξίδια, αλλά δεν θα είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ τόσες χώρες μόνη μου, οπότε το απολαμβάνω. Είναι σαν δώρο. Αγαπώ τα ταξίδια, ανοίγουν τους ορίζοντές μου».

            «Νομίζω ότι το μυστικό της κομψότητας των Γαλλίδων είναι η απλότητα. Επίσης, αν μιλάμε για τις Παριζιάνες συγκεκριμένα, είναι λίγο δύσκολο να ζεις στην παγκόσμια πρωτεύουσα της μόδας και να μην επηρεάζεσαι λίγο από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Βλέπεις συνεχώς στον δρόμο γυναίκες με δικό τους προσωπικό στυλ, όπως αυτό της Λου Ντουαγιόν για παράδειγμα, και εμπνέεσαι».

              «Μένω εδώ και 12 χρόνια στο Παρίσι και έχω μάθει τόσο πολλά. Αργησα βέβαια να προσαρμοστώ, δυσκολεύτηκα να βρω τη θέση μου, αλλά τώρα νιώθω σαν στο σπίτι μου. Λατρεύω το Σεν Ζερμέν ντε Πρε, έχει τόσο ωραία ατμόσφαιρα. Μέχρι πρόσφατα έμενα στο Ιλ Σεν-Λουί, στην καρδιά της πόλης, δίπλα σχεδόν στην Παναγία των Παρισίων».

                «Εχω ηρεμήσει σε σχέση με τον έρωτα. Μικρότερη με έπιανε τρέλα. Παθιαζόμουν, έφτανα στα άκρα, ζήλευα παθολογικά. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι δεν χρειάζεται να αντιδρώ έτσι, διότι δεν μου έκανε καλό, από ψυχολογική άποψη, ούτε χαιρόμουν τις σχέσεις μου. Ο έρωτας εξακολουθεί να είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή μου, έχω όμως πλέον αυτοπεποίθηση, σιγουριά και έχω μάθει να έχω εμπιστοσύνη στον σύντροφό μου και να κρατάω, συναισθηματικά, μια υγιή απόσταση. Είναι τόσο απελευθερωτικό να αφήνεις τον εαυτό σου να αισθανθεί την αγάπη του άλλου. Και τόσο απαίσια η ζήλια. Μπορεί να τα καταστρέψει όλα».