Η απώλεια του επιχειρηματικού δυναμικού αναμένεται να συνεχιστεί και το 2011, όπως αναφέρει ο κ. Παύλος Ραβάνης, πρόεδρος του ΒΕΑ (Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας), ενώ τονίζει ότι η κρίση μπορεί να ξεπεραστεί μεταξύ άλλων, με την αύξηση των ελληνικών εξαγωγών και με προσιτά επιτόκια. Τι θα φέρει το 2011για τις ελληνικές επιχειρήσεις και βιοτεχνίες;

«Η προηγούμενη χρονικά έκλεισε με ένα εξαιρετικά βαρύ κλίμα για τις μικρότερες επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες εξάντλησαν και τα τελευταία περιθώρια επιβίωσης και βρέθηκαν σε πραγματικά αδιέξοδα. Όσες επιχειρήσεις αντεπεξήλθαν, έχουν ήδη προβεί σε κινήσεις προσαρμογής στα νέα δεδομένα, με όλες τις δυσμενείς συνέπειες, που μπορεί να έχει αυτό και στην αγορά εργασίας.

Το κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας συνεχίζεται, επηρεάζοντας σοβαρά τις όποιες επιχειρηματικές αποφάσεις. Με δεδομένη την αριθμητική συρρίκνωση, δημιουργείται μία μικρή βελτιωτική τάση για τις επιχειρήσεις, που επιβίωσαν, οι οποίες θα μπορέσουν το 2011, να αυξήσουν το μερίδιό τους στην πίτα της αγοράς, που κι αυτή βεβαίως έχει δραματικά περιοριστεί. Αναμένεται πάντως να συνεχιστεί η απώλεια επιχειρηματικού δυναμικού (οι διακοπές των επιχειρήσεων στο ΒΕΑ έχουν ήδη αυξηθεί κατά 50% μεταξύ των ετών 2009-10). Σε μία πορεία οπισθοδρόμησης κινείται και το προφίλ της βιοτεχνικής επιχείρησης, το οποίο επιστρέφει σε πρότυπα του παρελθόντος. Η Ελληνική βιοτεχνία απασχολεί όλο και λιγότερη εξαρτημένη εργασία, κάνει χρήση ευέλικτων μορφών εργασίας και τείνει περισσότερο προς επιχειρήσεις οικογενειακής μορφής».

Πώς μπορεί να ξεπεραστεί η κρίση;

«Είναι φυσικό και επόμενο όσο δεν δημιουργείται ανάπτυξη και πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό, τόσο ο φαύλος κύκλος χρέους-δανεισμού παραμονεύει απειλητικά και δεν επιτρέπει την αρχή εξόδου από την κρίση. Πιστεύω ότι σημαντικά εργαλεία μπορεί να αποτελέσουν οι ελληνικές εξαγωγές και οι πολιτικές στήριξης των αναπτυξιακών διαδικασιών με απτά αποτελέσματα, που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και εισοδήματα. Παράλληλα σημειώνω την ανάγκη για ένα αποτελεσματικότερο δημόσιο, για πάταξη της γραφειοκρατίας και σεβασμό στον επιχειρηματία και τον πολίτη.

Πολύ σημαντικό θεωρούμε βεβαίως να επανέλθει η αναγκαία ρευστότητα στην αγορά με προσιτά επιτόκια. Εδώ που φθάσαμε και οι υγιείς επιχειρήσεις δυσκολεύονται να δανειοδοτηθούν, αλλά και το ίδιο το δημόσιο με τις πρακτικές του έχει στερήσει τις επιχειρήσεις και την αγορά από σοβαρό μερίδιο ρευστότητας. Ιδιαίτερα για τις μικρότερες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα επιτακτική είναι η ανάγκη συγκροτημένης πολιτικής προσαρμοσμένης στις ιδιαίτερες ανάγκες τους η οποία μέχρι σήμερα δυστυχώς δεν έχει αναπτυχθεί».

Ποιοι κλάδοι έχουν επηρεαστεί περισσότερο από την κρίση και ποιοι αντέχουν;

«Γενικά θα λέγαμε ότι οι επιχειρήσεις που θα μπορέσουν να επιβιώσουν ευκολότερα είναι εκείνες που δεν έχουν μεγάλη εξάρτηση από τις τράπεζες, αυτοχρηματοδοτούν σε μεγάλο βαθμό τις ανάγκες τους και δεν έχουν υψηλές αναλογικές δαπάνες ενοικίων και μισθολογικού κόστους καθώς και αυτές που έχουν περιθώρια μείωσης τιμών, αλλά και όσες επιχειρήσεις μπορούν να βρουν διεξόδους σε ξένες αγορές και βρίσκονται λιγότερο εκτεθειμένες στην αδυναμία πληρωμής των πελατών τους.

Σε μία ειδικότερη ανάλυση θα λέγαμε ότι κλάδοι που επλήγησαν είναι αυτοί που παράγουν είδη πολυτελείας (π.χ. αργυροχρυσοχοΐα), αγαθά διαρκείας (π.χ. επιπλοποιία), τα επαγγέλματα που έχουν σχέση με την οικοδομή και τον τουρισμό αλλά και κάθε αγαθό που η ζήτησή του είναι ελαστική. Επιχειρηματικές δραστηριότητες που βρίσκονται στο επίκεντρο των στόχων πολιτικής (π.χ. πράσινη ανάπτυξη, ΑΠΕ. Προστασία περιβάλλοντος) καθώς και επιχειρήσεις που προωθούν νέα καινοτομικά προϊόντα σε κάθε περίπτωση έχουν καλύτερες προοπτικές στις μέρες μας. Καταλήγοντας θέλω να σημειώσω ότι καμία επιχείρηση και κανένας κλάδος δεν αποδίδει όταν η πολιτεία ολιγωρεί στην υλοποίηση προγραμματισμών της ή όταν με λανθασμένες πρακτικές της οδηγεί σε ανατροπές επιχειρηματικά σχέδια και απαξιώνει το επιχειρείν».