Λος Αντζελες

Κάθομαι στο ίδιο τραπέζι με τη Νικόλ Κίντμαν στο ξενοδοχείο «Four Seasons» του Λος Αντζελες. Το απλό ντύσιμό της αναδεικνύει ακόμη πιο πολύ το λιγνό σαν στέκα σώμα της: μια φαρδιά πολύχρωμη πουκαμίσα «χύνεται» έξω από το κολλητό τζιν παντελόνι της. Ψηλοτάκουνα γοβάκια προσθέτουν αρκετούς πόντους στην ούτως ή άλλως πανύψηλη κορμοστασιά της (η Κίντμαν είναι κοντά στο 1,90 μ.) και δύο τεράστιοι φίνοι κρίκοι τρεμοπαίζουν κρεμασμένοι από τους λοβούς των αφτιών της. Τα μαλλιά της, τραβηγμένα πίσω, δίνουν φως στο πρόσωπό της, το οποίο παραμένει κοριτσίστικο. Τα «σημάδια» των μικρών επεμβάσεων μπότοξ που έχει κάνει δεν φαίνονται- σε αντίθεση με την εικόνα που βγάζει στη μεγάλη οθόνη.

Αφορμή για τη συνάντησή μας, η ταινία «Απώλεια» («Rabbit hole») σε σκηνοθεσία του Τζον Κάμερον Μίτσελ. Η Κίντμαν και ο Ααρον Εκχαρτ υποδύονται ένα παντρεμένο ζευγάρι καλοβαλμένων Αμερικανών που προσπαθούν να ξαναβρούν τους ρυθμούς της ζωής τους κάτω από τη σκιά του πεθαμένου παιδιού τους. Ο δυσβάσταχτος πόνος δεν πρόκειται να τους εγκαταλείψει ποτέ και ένα από τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι τι θέση μπορεί να έχει στη ζωή του ζευγαριού ο υπεύθυνος για τον θάνατο του παιδιού. Στοιχείο«κλειδί»: στην… πραγματική ζωή η Κίντμαν είχε γίνει μητέρα λίγο προτού διαβάσει το θεατρικό έργο στο οποίο βασίστηκε η ταινία.

«Κάποιοι με αποκάλεσαν μαζοχίστρια,δεν νομίζω όμως ότι έχουν δίκιο» λέει. Την κοιτάζω με γουρλωμένα μάτια. « Μου αρέσει απλώς να ψάχνω τις διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης φύσης.Η ανθρώπινη φύση είναι πολύ σύνθετο πράγμα και για μέναδουλειά του ηθοποιού είναι η έρευνά της ». Μαζοχίστρια η Νικόλ Κίντμαν; Από πού κι ως πού; Σε τι θα μπορούσε να βλάψει τον εαυτό της η 44χρονη ηθοποιός, αν εξαιρέσει κανείς ότι δέχθηκε κάποτε να συνεργαστεί με τον γνωστό… σαδιστή δανό σκηνοθέτη Λαρς φον Τρίερ στο «Dogville»; Χαμογελά και εξηγεί πως, όταν διάβασε για πρώτη φορά το «Rabbit hole» του Ντέιβιντ Λίντσεϊ Αμπέρ, δεν μπορούσε να συγκρατήσει τους λυγμούς της. « Το θέμα του με “έπιασε” σε τέτοιο βαθμό που για πρώτη φορά έπειτα από πολύ καιρό ένιωσα πραγματικά τρωτή.Γιατί ως μάνα μπορώ πολύ καλά να φανταστώ τι σημαίνει να χάνει κάποιος το παιδί του. Γι΄ αυτό καιόταν αποφάσισα να κάνω το θεατρικό ταινία, κρατώντας για μένα τον ρόλο μιας μάνας που χάνει το παιδί της,πολύς κόσμος απόρησε και μου είπε ότι κάνω κακό στον εαυτό μου ».

Παίξε αυτό που φοβάσαι!
Το σκληρό θέμα της «Απώλειας» τρόμαξε την Κίντμαν, δεν μπορούσε όμως να παραβλέψει το γεγονός ότι διαβάζοντας το θεατρικό «είδε» με τη φαντασία της την ταινία που η ίδια θα χρηματοδοτούσε. « Δεν μιλάμε βεβαίως για τεράστια ποσά,αλλά για ένα ευπρόσωπο φιλμ που θα μπορούσε να γίνει με 3-4 εκατ. δολάρια. Δεν ξεγελώ το εαυτό μου.Η “Απώλεια” δεν απευθύνεται σε μεγάλο κοινό, γιατί τα μεγάλα στούντιο φοβούνται τα οικογενειακά δράματα». Ενδεχομένως να σκέφτηκε ότι μια κινηματογραφική μεταφορά του θα μπορούσε για την ίδια να σημάνει μια αξιόλογη επιστροφή, η οποία θα έκανε καλό στο «τραυματισμένο» από μια σειρά μετρίων ταινιών κύρος της.

Ως μητέρα η Κίντμαν γνώριζε πως η διαδικασία των γυρισμάτων θα ήταν άκρως επώδυνη. Τη ρωτώ αν η ιδέα της απώλειας του δικού της παιδιού περνούσε από το μυαλό της καθώς έπαιζε. «Δεν μπορώ να μπω σε λεπτομέρειες,γιατί δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι» απαντά αμέσως. «Ωστόσο κάθε ηθοποιός οφείλει να βρίσκει κλειδιά για να αντιμετωπίζει τέτοιες περιπτώσεις. Ορισμένες φορές ο ρόλος βγαίνει μόνος του, χωρίς καν να τον σκέφτεσαι.Νομίζω ότι έτσι έγινε σε αυτή την περίπτωση».

Παραδέχθηκε πάντως ότι η ιδέα της ταινίας την προβλημάτισε πολύ. « Το ανέβαλλα διαρκώς.Κάτι με εμπόδιζε να συνεχίσω.Οταν τελικά ο κόμπος έφθασε στο χτένι“Θα το κάνουμε ή δεν θα το κάνουμε;”- είχα μόλις γεννήσει την κόρη μουΣάντεϊ Ρόουζ.Δεν ήταν λοιπόν κάτι που ήθελα να κάνω.Για την ακρίβεια,εκείνη την εποχή δεν ήθελα να κάνω απολύτως τίποτε. Ηθελα απλώς να κάθομαι με τη μικρή μου ». Ολως παραδόξως ήταν ο σύζυγός τής Κίντμαν, ο μουσικός Κιθ Ερμπαν, εκείνος που την έπεισε να προχωρήσει με το φιλμ. «“Θα σου κάνει καλό” μου είπε ο Κιθ.Και τελικά είχε δίκιο. Ορισμένες φορές η δουλειά που κάνω με βοηθά να ξορκίζω τις φοβίες μου».

Ενα άλλο πρόβλημα της διασκευής ήταν ο όγκος του έργου. « Το θεατρικό ήταν μάλλον μικρό για να στηρίξει μια ολόκληρη ταινία » σχολιάζει η ίδια. Επρεπε να γίνει η ανάλογη σεναριακή διασκευή και να βρεθεί ο σκηνοθέτης που θα διέθετε τη φαντασία για να του δώσει κινηματογραφικό εκτόπισμα. Κρίνοντας από το παρελθόν του, ο Τζον Κάμερον Μίτσελ δεν είναι ο άνθρωπος που έρχεται αμέσως στο μυαλό ως διαχειριστής ενός τόσο ευαίσθητου θέματος. Ο Μίτσελ ήταν ο σκηνοθέτης της cult επιτυχίας «Χέντγουικ», ενός ύμνου της drag queen κουλτούρας, και του «Shortbus», μιας ακραίας γκέι κωμωδίας η οποία περιέχει και μια σκηνή οργίου με μουσική υπόκρουση τον αμερικανικό εθνικό ύμνο. «Ηξερα τη δουλειά του, τον θαύμαζα, αλλά δεν ήμουν σίγουρη ότι ταίριαζε για τη σκηνοθεσία αυτής της ταινίας.Μια τηλεφωνική συνομιλία μαζί του όμωςμε έκανε να αλλάξω γνώμη. Και δεν το μετάνιωσα» εξηγεί η Κίντμαν.

Τραγωδία και Οσκαρ

Η Νικόλ Κίντμαν και ο Ααρον Εκχαρτ είναι το παντρεμένο ζευγάρι καλοβαλμένων Αμερικανών, οι οποίοι προσπαθούν να ζήσουν κάτω από τη σκιά του πεθαμένου παιδιού τους στην ταινία «Απώλεια»

«Δεν μπορώ να το εξηγήσω,αλλά η αίσθηση που μου άφησε η πρώτη ανάγνωση του θεατρικού κειμένου της “Απώλειας”,το δράμα που αναδυόταν σε όλη την ιστορία,είχε κάτι από αρχαία ελληνική τραγωδία» λέει η Κίντμαν. Αρπάζω αμέσως την ευκαιρία να ρωτή σω αν έχει επαφή με το αρχαίο ελληνικό δράμα. «Εχω πολύ καιρό να παίξω αρχαία τραγωδία, αλλά θυμάμαι ότι στη δραματική σχολή, πολλά χρόνια προτού φθάσω στο σημείο όπου βρίσκομαι,το αρχαίο ελληνικό δράμα με συγκινούσε πολύ.Είχα παίξει την Ιοκάστη και την Αντιγόνη.Σπουδαία έργα.Σήμερα όμως δεν θα άγγιζα έναν τέτοιο ρόλο στο θέατρο.Το αρχαίο δράμα θέλει πολλή,σκληρή δουλειά».

Το ενδεχόμενο του Οσκαρ δεν θα μπορούσε να μείνει έξω από την κουβέντα μας. Η Κίντμαν, όπως πολλοί ηθοποιοί, λέει ότι δεν σκέφτεται τα βραβεία όταν δουλεύει. «Αν είναι να κερδίσω κάτι, πολύ ευχαρίστως. Οσο το σκέφτεσαι όμως ενώ δουλεύειςμπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη δουλειά σου». Το προηγούμενο αγαλματίδιο δεν βρίσκεται καν στην κατοχή της. « Το έδωσα στους γονείς μου και το τοποθέτησαν στην τραπεζαρία τους στην Αυστραλία » είπε. « Σε εκείνους άλλωστε το οφείλω. Και αν έχω μετανιώσει για ένα πράγμα στην επαγγελματική μου ζωή είναι ότι ξέχασα να τους αναφέρω στον ευχαριστήριο λόγο μου ». Η αλήθεια είναι ότι το πρόσωπό της λάμπει όταν αναφέρεται στους γονείς της. Η πρώην κυρία Τομ Κρουζ γεννήθηκε στη Χαβάη στις 20 Ιουνίου του 1967 και ως τα τρία της μεγάλωνε στην Ουάσιγκτον, όπου ο βιοχημικός πατέρας της έκανε έρευνες για τον καρκίνο του μαστού (η μητέρα της ήταν εκπαιδεύτρια νοσοκόμων). Αργότερα πήγαν στο Σίντνεϊ της Αυστραλίας. Το οικογενειακό περιβάλλον της δεν έπαψε ποτέ να υποστηρίζει τα όνειρά της: την ενασχόλησή της, κάποτε, με τον κόσμο της τέχνης και την υποκριτική. Η Κίντμαν λατρεύει τους γονείς της, ιδίως τον πατέρα της. « Με έχει μυήσει σε πάρα πολλά πράγματα,ένα από τα οποία είναι και ο αθλητισμός. Αθλούμαι σε καθημερινή βάση.O λόγος που το κάνω είναι επειδή το συνήθισα από μικρή, τρέχοντας μαζί με τον πατέρα μου». Ο Αντονι Κίντμαν είναι 70 ετών και εξακολουθεί να τρέχει σε μαραθωνίους. «Δεν το βάζει κάτω,είναι υπέροχος» λέει η κόρη του, η οποία αγαπά επίσης το τένις και- αν είναι δυνατόν- το αμερικανικό ποδόσφαιρο (φούτμπολ).

ΚΑΡΙΕΡΑ-«ΑΣΑΝΣΕΡ»
Οταν η Νικόλ Κίντμαν ήταν πέντε ετών ξεκίνησε μαθήματα μπαλέτου. Προτού γραφτεί,στα 20 της,σε δραματική σχολή,είχε ήδη στα 14 παίξει την πρώτη της ταινία «Βush Christmas»,ενώ στα 18 της δούλευε πλέον επαγγελματικά.Το ατμοσφαιρικό θρίλερ του Φίλιπ Νόις «Κρουαζιέρα στην άκρη του τρόμου» ήταν η ταινία που την έφερε στο Χόλιγουντ, όπου αρχικώς δεν φάνηκε να ακολουθεί τη συμβουλή της σκηνοθέτιδας Τζέιν Κάμπιον να «προστατέψει το ταλέντο της». Εκανε τον πιο ζηλευτό γάμο του κόσμου με τον Τομ Κρουζ…αλλά οι ταινίες της κάθε άλλο παρά ζηλευτές ήταν.Για την ακρίβεια,κανείς δεν ενδιαφερόταν για την υποκριτική καριέρα της Κίντμαν, αφού η δράση της με τον Κρουζ στη σαϊεντολογία παρουσίαζε μεγαλύτερο ενδιαφέρον.

Με τη μαύρη κωμωδία «Ετοιμη για όλα» του Γκας βαν Σαντ η Κίντμαν απέδειξε ότι μπορούσε να βγάλει εις πέρας ρόλους με απαιτήσεις.Επειτα από τη συνεργασία της με τον Κρουζ και τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ στα «Μάτια ερμητικά κλειστά» χώρισε από τον πρώτο (με τον οποίο είχαν υιοθετήσει δύο παιδιά) και η καριέρα της πήρε διαφορετική πλεύση.Αρχικώς, ταινίες όπως «Οι άλλοι»,«Μουλέν Ρουζ»,«Dogville» και «Οι ώρες» (για την οποία κέρδισε το Οσκαρ Α΄ ρόλου) την καθιέρωσαν ως μεγάλη πρωταγωνίστρια της εποχής της.

Στη συνέχεια,η πτωτική πορεία της αποτυπώθηκε στη μέτρια κίνηση και αποδοχή ταινιών όπως το «Ανθρώπινο στίγμα» (2003),η «Επιστροφή στο Cold Μountain» (2003), η «Γέννηση» (2004),η «Μάγισσα» (2005),οι «Γυναίκες του Στέπφορντ» και «Το πορτρέτο η αλλόκοτη ματιά της Νταϊάν Αρμπους» (2007).Με την «Απώλεια» διεκδικεί Χρυσή Σφαίρα,ενώ κατά πάσα πιθανότητα θα διεκδικήσει και το Οσκαρ καλύτερου γυναικείου ρόλου.

ΠΟΤΕ & ΠΟΥ
Η ταινία «Rabbit hole» θα προβληθεί στις αίθουσες τον Φεβρουάριο από την εταιρεία διανομής Village Roadshow.