Παλαιότερα, σε ανύποπτο χρόνο, πολύ προτού γίνει αντιληπτή από το πλήθος η διεθνής οικονομική κρίση, σημειώναμε ότι ο κόσμος έχει ανισορροπήσει, ότι έχει διαταραχθεί η σχέση μεταξύ τιμών, μισθών και αξιών.
Από το 2007 φαινόταν ότι η ισορροπία είχε χαθεί, ότι οι αξίες είχαν υπερδιογκωθεί, οι τιμές επίσης, ανάλογα με τη διαπραγματευτική θέση των παραγωγών ξέφευγαν από το μέτρο, ήταν ή του ύψους ή του βάθους και τέλος η αμοιβή της εργασίας, ειδικά σε σχέση με τις αξίες, ήταν προφανώς υποτιμημένη, και μάλιστα με την τάση της να είναι καθοδική.
Εκείνη η ανισορροπία έφερε τη σούπερ «φούσκα» του 2008. Ολες οι αξίες, ακίνητες, χάρτινες και ιδιαίτερα οι άυλες των μετοχών, των τίτλων και των σύνθετων χρηματοοικονομικών προϊόντων, το καλοκαίρι του 2008 είχαν εκτοξευθεί στα ύψη, όλες οι διαπραγματευόμενες στις αγορές αξίες, όπως και τα διεθνώς εμπορεύσιμα και χρηματιστηριακώς αποτιμώμενα αγαθά και πρώτες ύλες, από το πετρέλαιο ως το ρύζι, το σιτάρι και το καλαμπόκι, είχαν εκτοξευθεί στα ύψη.
Η μόνη υποβαθμισμένη και υποτιμημένη διεθνώς αξία ήταν η τιμή της εργασίας, η περιορισμένη αγοραστική δυνατότητα της οποίας τελικώς έφερε και την κρίση. Ολη η προηγούμενη προσπάθεια υποκατάστασης του αγοραστικού ελλείμματος των εργαζομένων με δανεικά προκάλεσε κάποια στιγμή το κραχ, καθώς οι υποτιμημένοι μισθοί δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τα δανεικά για τα σπίτια και την κατανάλωση.
Κάπως έτσι ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση και δεν είναι τυχαίο ότι εκδηλώθηκε στην αγορά των ακινήτων, μετά την αδυναμία των φτωχών αμερικανικών νοικοκυριών να ξεπληρώσουν τα στεγαστικά τους δάνεια.
Εκείνη λοιπόν η βασική ανισορροπία που έφερε την κρίση ουδέποτε αποκαταστάθηκε. Μεταλλασσόμενη η χρηματοπιστωτική κρίση σε δημοσιονομική, επέδρασε στην πραγματική οικονομία, έφερε την ύφεση και μετέβαλε πλήρως τις συνθήκες.
Οι αξίες υποχώρησαν, οι χάρτινες κατέρρευσαν, οι ακίνητες έχασαν μεν αλλά διατηρήθηκαν σε σχετικά υψηλά επίπεδα, η αμοιβή της εργασίας κλονίστηκε ακόμη περισσότερο και μόνο οι τιμές μπορεί να πει κανείς ότι δεν άλλαξαν σημαντικά. Μπορεί το πετρέλαιο και τα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά να υποχώρησαν από το υψηλό σημείο που είχαν πιάσει στον καιρό της «φούσκας», αλλά παραμένουν πιεστικές και διαβρωτικές του μειωμένου εισοδήματος των εργαζομένων. Ειδικά στην Ελλάδα οι τιμές, παρά τη βαθιά ύφεση, διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, οι επιχειρηματίες δεν έχουν κουλτούρα εμπορίου, νιώθουν ανοήτως πιο ασφαλείς όταν κάθονται σε υψηλές τιμές, συνεχίζουν να ενεργούν ανορθολογικά και μόνο όταν δεν πουλάνε και βρίσκονται στα πρόθυρα του λουκέτου και της γενικής εκποίησης ρίχνουν τις τιμές και προσπαθούν να ξεπουλήσουν. Με τη διαφορά ότι τότε το προϊόν τους έχει ευτελισθεί και η σωτηρία είναι αδύνατη. Είναι ανάγκη στις παρούσες οικονομικές συνθήκες οι τιμές να πέσουν σημαντικά, να προσαρμοσθούν στις εισοδηματικές δυνατότητες των πολλών ανθρώπων. Μόνο αν οικοδομηθεί μια νέα σχέση ανάμεσα στις αμοιβές, στις τιμές και στις αξίες μπορεί κανείς να ελπίζει σε ανάκαμψη και σε επανεκκίνηση της οικονομίας.