Η ΕΣΕΕ θεωρεί ότι η συζήτηση για την «απελευθέρωση» των κλειστών επαγγελμάτων δεν θα πρέπει να σημαίνει την καταστροφή επαγγελματικών κλάδων, αλλά τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους και τη μείωση του κόστους λειτουργίας τους. Δεν νοείται επαγγελματική δραστηριότητα χωρίς κανόνες και περιορισμούς και δεν θα πρέπει ό,τι θεσπίστηκε για να καταστήσει βιώσιμη την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας από Έλληνες πολίτες, να καταργείται με «οριζόντιες διατάξεις».

H αυτόματη σύνδεση της βελτίωσης του ανταγωνισμού με την πτώση των περιθωρίων κέρδους στα λεγόμενα «κλειστά επαγγέλματα» κατά 15% και η εξοικονόμηση 4 δις ευρώ ετησίως για τον Έλληνα καταναλωτή είναι μάλλον ένα αυθαίρετο συμπέρασμα παρά μία ασφαλής πρόβλεψη. Και αυτό γιατί πολύ συχνά οικονομετρικά υποδείγματα, αποτυγχάνουν να απεικονίσουν την πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας, τους παράγοντες που έχουν συμβάλλει στη διαμόρφωση των βασικών χαρακτηριστικών της και τα «στεγανά» τα οποία αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξή της. Μοιραία λοιπόν το αποτέλεσμα της αδυναμίας κατανόησης και ενσωμάτωσης των παραπάνω σε πολλές αναλύσεις, οδηγεί σε απόκλιση των συμπερασμάτων τους από την οικονομική πραγματικότητα όπως η πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ κατά 13,5% στην επόμενη τετραετία, με απόδοση 30 δις ευρώ από το άνοιγμα των «κλειστών επαγγελμάτων».

Προς επιβεβαίωση των όσων υποστηρίζουμε για τη στρεβλή λειτουργία της ελληνικής αγοράς, σε υποτιθέμενους «απελευθερωμένους» κλάδους, μπορούμε να παραθέσουμε σωρεία παραδειγμάτων που αντικρούουν τους ισχυρισμούς που έχουν αναπτυχθεί στη δημόσια συζήτηση υπέρ της «απελευθέρωσης». Για παράδειγμα, οι τιμές στον κλάδο των τροφίμων, της κινητής τηλεφωνίας, της ενέργειας και άλλων έχουν αυξηθεί πάνω από 50%κατά τη δεκαετία2000 – 2010, σύμφωνα πάντα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

Για να ομαλοποιηθεί η λειτουργία της αγοράς, θα πρέπει να εισαχθούν εκείνες οι καινοτόμες μεταρρυθμίσεις, που θα συνεισφέρουν στην «απελευθέρωση» και παράλληλα θα θεσπίζουν αδιάβλητους εποπτικούς μηχανισμούς, οι οποίοι θα εγγυώνται την πλήρη τήρηση των όρων υγιούς ανταγωνισμού από τα όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Σε περιπτώσεις “συγκέντρωσης” ή και μείωσης του ανταγωνισμού, οι παρεμβάσεις των αρμόδιων μηχανισμών με την επιβολή κυρώσεων, θα προλάμβανε την εδραίωση φαινόμενων ατελούς αγοράς και καρτελοποίησης και θα οδηγούσε στην εξάλειψη των υπερβολικών χρεώσεων σε βάρος των καταναλωτών.

Ειδικότερα, η αναφορά περί «απελευθέρωσης» του λιανεμπορίου μόνο ως λάθος εκ παραδρομής μπορεί να εκληφθεί. Το εμπόριο είναι η πλέον απελευθερωμένη επιχειρηματική δραστηριότητα στην ελληνική οικονομία, η οποία, σε ότι αφορά τουλάχιστον τα διαρκή προϊόντα, δεν εξαρτάται από καμία απολύτως αδειοδότηση. Προφανώς η προτεινόμενη από το Μνημόνιο απελευθέρωση δεν αφορά στις διαδικασίες αδειοδότησης της εμπορικής δραστηριότητας, αλλά στη κατάλληλη χωροθέτηση που μία επιχείρηση θα μπορεί να εγκατασταθεί και να λειτουργήσει.

Η ΕΣΕΕ ήταν η πρώτη που έκανε λόγο για την εξάλειψη των διοικητικών δυσχερειών αλλά υπό μια προϋπόθεση: τον συνολικό ανασχεδιασμό της πολεοδομικής νομοθεσίας και των χρήσεων γης σε μακροχρόνια, σταθερή και λειτουργική βάση.Δεν πρέπει να μείνει καμιά γωνιά της χώρας χωρίς ρύθμιση της εμπορικής πολεοδομίας, η οποία είτε μέσω του γενικού χωροταξικού σχεδιασμού, είτε μέσω των ρυθμιστικών πολεοδομικών σχεδίων, είτε μέσω του αυστηρού καθορισμού όρων χρήσης γης, θα οριοθετήσει τις εμπορικές ζώνες και θα ρυθμίσει την υπό συγκεκριμένους όρους εγκατάσταση των εμπορικών επιχειρήσεων.

Η μεταρρύθμιση στο σύστημα της Περιφερειακής Διοίκησης που έφερε ο Καλλικράτης θα αποτελούσε μιας πρώτης τάξης ευκαιρία για την προώθηση αυτού του αναγκαίου εκσυγχρονισμού.Ο εμπορικός κόσμος υποστηρίζει ότι το θέμα της εμπορικής πολεοδομίας δεν είναι ένα απλό συνδικαλιστικό αίτημα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αλλά αίτημα περιβαλλοντικής ευαισθησίας, αισθητικής, κυκλοφοριακών προβλημάτων αλλά και κοινωνικής συνοχής – διατήρησης του πληθυσμιακού ιστού, ιδιαίτερα στις τοπικές κοινωνίες.

Στο πλαίσιο αυτό έχουν δημιουργηθεί ερωτήματα πιθανών αλλαγών σχετικά με τους πολεοδομικούς, γεωγραφικούς και πληθυσμιακούς περιορισμούς που διέπουν σήμερα την εγκατάσταση υπερκαταστημάτων λιανικού εμπορίου τα οποία χρήζουν απαντήσεων.Διευκρινήσεις επίσης απαιτούνται για τις προβλέψεις σχετικά με τους πωλητές λαϊκών αγορών και το πλανόδιο και στάσιμο υπαίθριο εμπόριο, με δεδομένη την πάγια θέση της ΕΣΕΕ για προτεραιότητα επιλογής όσων έβαλαν πρόσφατα «λουκέτο» στην επιχείρησή τους.

Θα πρέπει να γίνει κατανοητό από την Τρόικα ότι οποιαδήποτε αναφορά για «απελευθέρωση» στο χώρο του Λιανεμπορίου δεν πρόκειται να διαμορφώσει ευνοϊκές συνθήκες για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, αλλά αντίθετα θα σπρώξει χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε μια πρωτοφανή δυσπραγία και θα καταστρέψει μια ακόμη υγιή παραγωγική δομή που διαθέτει ο ιδιωτικός τομέας της χώρας.