Η βρετανή ιστορικός Μπέτανι Χιουζ γοητεύει τους συμπατριώτες της με ιστορίες από την Αρχαία Ελλάδα. Στη δική μας συζήτηση ξετύλιξε το πάθος της για τη δουλειά της και μας εξήγησε γιατί αγαπά να ταξιδεύει στην Αθήνα και γιατί όλοι θα πρέπει να ξέρουν την ελληνική Ιστορία.

ΗΜπέτανι Χιουζ χρειάζεται συστάσεις. Μολονότι στην πατρίδα της, τη Βρετανία, είναι διάσημη – πολύ διάσημη θα λέγαμε, αν και ο τομέας στον οποίο θριαμβεύει δεν έχει λάμψη. Η 42χρονη Χιουζ είναι ιστορικός που μπαίνει στα βρετανικά σπίτια μέσα από τα ντοκυμαντέρ που γράφει και παρουσιάζει η ίδια για το BBC, το History Channel και το Channel 4, αλλά και τις ραδιοφωνικές εκπομπές για το BBC. Και αν αναρωτιέστε γιατί μας αφορά η επαγγελματική σταδιοδρομία της ευειδούς κυρίας Χιουζ, μάθετε ότι φέρνει σε επαφή τους συμπατριώτες της με την Ιστορία των Μινωιτών, των Σπαρτιατών, αλλά και των αρχαίων Αθηναίων, δεδομένου ότι η Αρχαία Ελλάδα έχει ιδιαίτερη θέση στην καρδιά της και στο έργο της.

Το 2005 κυκλοφόρησε και στα ελληνικά ένα βιβλίο αφιερωμένο στην αμφιλεγόμενη Ωραία Ελένη με τίτλο «Ωραία Ελένη. Θεά, πριγκίπισσα, εταίρα» (εκδόσεις Πατάκη). Εφέτος εκπόνησε ένα εξίσου φιλόδοξο εγχείρημα με πρωταγωνιστή τον Σωκράτη και τίτλο «The Hemlock Cup: Socrates, Athens and the Search for the Good Life» (εκδόσεις Jonathan Cape, σε ελεύθερη μετάφραση «Το κύπελλο με το κώνειο. Ο Σωκράτης, η Αθήνα και η αναζήτηση της καλής ζωής»). Μια φωτεινή γυναίκα η οποία μας άνοιξε το σπίτι της στο Δυτικό Λονδίνο και μας μίλησε με ενθουσιασμό για την Ιστορία της. Πέντε λεπτά μαζί της και κατανοείς γιατί καθηλώνει εκατομμύρια τηλεθεατές στις οθόνες τους ή στους δέκτες των ραδιοφώνων τους. Μια γυναίκα σε θέση να κάνει την αρχαία Ιστορία «κουλ» – όπως θα έλεγαν και οι Βρετανοί – και να της προσδώσει τη λάμψη που της στέρησαν στρατιές λιγότερο γοητευτικών συναδέλφων της. Αλλά και να φτάσει στο κατώφλι του Χόλιγουντ – χωρίς να το διαβεί –, χάρη στον Ζακ Σνάιντερ, τον σκηνοθέτη των «300», ο οποίος εντυπωσιάστηκε από την ντοκυμαντερίστικη προσέγγισή της επί ιστορικών θεμάτων, όπως θα μας πει.

Η πιο προφανής ερώτηση θα ήταν η εξής: Γιατί επιλέξατε τον Σωκράτη; Οπως ξέρουμε και όπως γράφετε στο βιβλίο, δεν σώζονται γραπτά του και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν ήταν τελικά αποκύημα της φαντασίας του Πλάτωνα.
«Σωστά. Υπάρχουν δύο απαντήσεις σε αυτήν την ερώτηση. Η πρώτη αφορά μια προσωπική ιδιαιτερότητα. Για κάποιον ανεξιχνίαστο λόγο, πάντα μου άρεσε να μου κάνω τη ζωή δύσκολη. Με συναρπάζει όταν ανατρέχω στην Ιστορία να βρίσκομαι μπροστά σε ένα κενό ή σε κάτι που είναι ομιχλώδες. Με κάνει αυτομάτως να θέλω να προσπαθήσω να το σκαλίσω και να βρω την αλήθεια. Εννοείται ότι ο Σωκράτης είναι μία από τις πιο διάσημες προσωπικότητες της Αρχαίας Ελλάδας. Σε Ανατολή και Δύση όλοι έχουν ακούσει το όνομά του. Κανείς όμως δεν ξέρει πολλά για αυτόν. Είναι σαν μια απαγορευτική προσωπικότητα που δεν μπορείς να γνωρίσεις εύκολα, μακρινή και απρόσιτη. Μου φάνηκε κρίμα. Πιστεύω ότι οι ιδέες του – και το πιστεύω ότι ήταν δικές του, μολονότι υπάρχει πολύς Πλάτωνας σε αυτές – είναι συναρπαστικές. Οπως, για παράδειγμα, ότι τίποτε άλλο δεν έχει σημασία από το να είσαι ηθικός. Διότι, αν όλοι είναι ηθικοί, τότε καταλήγουμε σε έναν ηθικό κόσμο. Τόσο απλό αλλά και τόσο θελκτικό. Σκέφτηκα λοιπόν ότι αν τον κάνω μια προσωπικότητα προσιτή, τότε ίσως περισσότερος κόσμος να ενδιαφερθεί για τη φιλοσοφία του. Επιπλέον όμως έζησε σε μία από τις πιο συναρπαστικές περιόδους της Ιστορίας και έζησε πολύ, μέχρι τα 70 του, όταν ο κόσμος πέθαινε στα 40 του. Και επίσης, όπως θα ξέρετε, υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα τα οποία ήρθαν στο φως κατά τη διάρκεια των εργασιών για το μετρό, οπότε μου φάνηκε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για να ασχοληθώ μαζί του».

Ποιο είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα του βιβλίου σας έναντι άλλων που έχουν την ίδια θεματική;
«Εχω επαφή με τις αρχαιολογικές ομάδες, περνώ χρόνο μιλώντας μαζί τους, με καλούν όταν υπάρχουν νέα ευρήματα. Η ομάδα που δουλεύει στην Αρχαία Αγορά είναι υπέροχη, είναι όλοι τους πολύ γενναιόδωροι με τις πληροφορίες. Ισως επειδή στις τηλεοπτικές μου εκπομπές κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ, δεν προσπαθώ να προκαλέσω εντυπώσεις και ελπίζω ότι οι αρχαιολόγοι έχουν καταλάβει πως δεν υπάρχει περίπτωση να τους κλέψω τις ιδέες ή να παραποιήσω κάτι που έχουν πει ή έχουν κάνει. Εχει όμως να κάνει και με το γεγονός ότι έχω πάει ακόμη και στο τελευταίο μέρος που βρέθηκε κάποτε ο Σωκράτης. Δεν μπορώ να καταλάβω την Ιστορία αν δεν επισκεφθώ το μέρος όπου αυτή συνέβη. Δεν μου είναι αρκετό να τη διαβάσω. Θέλω να την αισθανθώ, να την οσφρανθώ, να την αφουγκραστώ. Ιδίως όταν βγαίνει στο φως νέο υλικό στην Αθήνα. Γι’ αυτό αγαπώ την Αθήνα. Διότι μπορείς να είσαι σε δύο περιόδους της Ιστορίας ταυτόχρονα».

Από το βιβλίο αποκομίζει κανείς την αίσθηση ότι γνωρίζετε την πόλη καλύτερα από πολλούς Αθηναίους…
«Οποτε έχω την ευκαιρία έρχομαι στην Αθήνα. Εχω δύο υπέροχες κόρες τις οποίες μεγάλωσα μαθαίνοντάς τες να αγαπούν την Αθήνα. Είναι το καταφύγιό μας. Είναι μια πόλη μοναδική. Είναι μοναδική η γεωλογία της αλλά και η γεωγραφία της και έχει αυτόν τον υπέροχο, κόκκινο βράχο στη μέση. Το γεγονός ότι 5.000 χρόνια πριν γυναίκες και άνδρες ήρθαν σε αυτό το μέρος, είδαν αυτόν τον βράχο, κατάλαβαν μονομιάς ότι είναι κάτι το εξαιρετικό και αποφάσισαν να δημιουργήσουν κάτι εξίσου εξαιρετικό γύρω του καθιστά την Αθήνα μια πόλη πολύ, μα πολύ ιδιαίτερη».

Δηλαδή μπορείτε να αφουγκραστείτε την πόλη, όπως λέτε, όταν τα αρχαιολογικά ερείπια είναι συχνά δίπλα σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή τέλος πάντων σε εικόνες της σύγχρονης Αθήνας που δεν έχουν καμία σχέση με την αρχαία πόλη;
«Πιστεύω ότι μπορείς να το κάνεις. Αν βυθίσεις τον εαυτό σου στα κείμενα της εποχής και στην τέχνη της, έχεις όλες αυτές τις εικόνες στο μυαλό σου. Δεν θέλω να κάνω λάθος σε ό,τι γράφω, πρόκειται στο κάτω κάτω για τη ζωή αληθινών ανθρώπων. Πόσο άσχημο θα ήταν αν 2.500 χρόνια από τώρα κάποιος έγραφε πώς ήταν η δική μου ζωή και έγραφε ανακρίβειες… Νιώθω μεγάλη ευθύνη απέναντι στους ανθρώπους. Οποτε έρχομαι στην Αθήνα θέλω να σηκώνομαι προτού ξημερώσει ή να περπατώ στη μέση της νύχτας και να πηγαίνω στο κέντρο. Δεν ακούγεται η κίνηση, παρά μόνο ήχοι που φαντάζομαι ότι θα άκουγαν και οι αρχαίοι Αθηναίοι. Ενας σκύλος που ξυπνάει, κάποιος που φωνάζει. Αυτές τις ώρες προσπαθώ να επισκέπτομαι τα μέρη στα οποία περπάτησε ο Σωκράτης και σκέφτομαι: “Αν ήταν εδώ, αυτόν τον ουρανό θα αντίκριζε”. Πρέπει να είσαι ευρηματικός με τον τρόπο που χρησιμοποιείς την πόλη. Προσωπικά νιώθω συνδεδεμένη με το παρελθόν, μπορώ με ευκολία να ταξιδέψω πίσω 2.500 χρόνια και αυτό προσπαθώ να δείξω με το βιβλίο μου».

Θα γίνει και αυτό το βιβλίο ντοκυμαντέρ;
«Νομίζω πως ναι, τον επόμενο χρόνο. Νομίζω όμως ότι δεν θα εστιάσουμε μόνο στον Σωκράτη, αλλά και στον Κομφούκιο και στον Βούδα, οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν περίπου την ίδια εποχή, και θα διερευνήσουμε γιατί αυτές οι σπουδαίες ιδέες για την ανθρώπινη ζωή αναπτύχθηκαν τότε, καθώς και ποιες συνθήκες επικρατούσαν ώστε να προκαλέσουν τη γένεση τέτοιων ιδεών».

Υπάρχει άλλη περίοδος της ελληνικής Ιστορίας που θα σας ενδιέφερε να διερευνήσετε;
«Αυτό που θέλω να κάνω προτού πεθάνω είναι μια σειρά για το Βυζάντιο και την επίδραση που είχε στον κόσμο. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία, κάτι που λείπει. Υπάρχουν αυτοί που γνωρίζουν για το Βυζάντιο και υπάρχουν και οι άλλοι, πολλοί τον αριθμό, οι οποίοι νομίζουν ότι το Βυζάντιο σχετίζεται με μια μικρή λευκή εκκλησία που έχουν δει στην Ελλάδα. Δεν πάει το μυαλό τους σε αυτήν την απίστευτη αυτοκρατορία».

Εχετε ήδη κάνει ραδιοφωνικές εκπομπές στο Radio 4 με θέμα το Βυζάντιο, με τίτλο «Byzantium Unearthed». Τι είναι αυτό που σας γοητεύει στην Ιστορία του Βυζαντίου, μια εποχή σε πλήρη αντίθεση, ιδεολογική και αισθητική, από την Αρχαία Ελλάδα με την οποία έχετε ασχοληθεί ως σήμερα; Διακρίνετε κάποιου είδους συνέχεια ανάμεσα στις δύο εποχές;
«Νομίζω ότι ήμουν πολύ τυχερή διότι το πτυχίο μου από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης ήταν πάνω στην αρχαία και στη σύγχρονη Ιστορία, αν και τελικά κατέληξε να αφορά την αρχαία και τη μεσαιωνική Ιστορία. Ενα τέτοιο πτυχίο σε ωθεί να σκεφτείς για τις συνδέσεις και τους συσχετισμούς ανάμεσα στις κοινωνίες αντί να τις προσεγγίζεις κάθε εποχή μεμονωμένα. Ηταν φυσικό να αναζητήσω τη σύνδεση ανάμεσα στο Βυζάντιο και στην Αρχαία Ελλάδα. Στο Βυζάντιο έγινε ένα μεγάλο διάλειμμα, χάρη στη θρησκεία, παρ’ όλα αυτά ήταν περικυκλωμένοι (όπως το Ιπποδρόμιο στην Κωνσταντινούπολη) από τα καλύτερα έργα της αρχαιότητας. Οι ίδιοι είχαν αυτήν την τέχνη γύρω τους και αισθάνονταν ευγνωμοσύνη απέναντι στους αρχαίους. Αν προσπαθήσουμε να τους διαχωρίσουμε πλήρως, θα κάναμε κάτι που δεν έκαναν ούτε οι ίδιοι οι Βυζαντινοί. Οπως την Ωραία Ελένη, έχω γράψει ένα βιβλίο σχετικά. Τη λάτρευαν την Ελένη στο Βυζάντιο, πιστεύω εν μέρει επειδή η Κωνσταντινούπολη ήταν μια πόλη κλεισμένη μέσα σε τείχη και υπήρχε πάντα η απειλή της εισβολής, οπότε η ιστορία της πολιορκίας της Τροίας ήταν κάτι που κατανοούσαν. Εχω κάνει μια σειρά βασισμένη στο Βυζάντιο για το ραδιόφωνο του BBC. Βυζάντιο όμως δεν νοείται χωρίς εικόνα, οπότε θέλω να κάνω κάτι και για την τηλεόραση».

`Η για το Χόλιγουντ… Αλήθεια, πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Ζακ Σνάιντερ για τους «300»;
«Α, πολύ θα ήθελα να σας πω “με πήραν τηλέφωνο από το Χόλιγουντ για να γίνω σύμβουλος επί της ιστορικής ακρίβειας”, αλλά δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Αφότου είχε γυριστεί η ταινία, με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν: “Ο σκηνοθέτης ψάχνει να σας βρει. Θα προβάλει αύριο την ταινία στο πρώτο στάδιο του μοντάζ στο Λονδίνο. Θα έρθετε;”. Μετά τον γνώρισα και μου είπε: “Βλέπαμε συνέχεια τα ντοκυμαντέρ σου όταν κάναμε τα γυρίσματα και η δουλειά σου ήταν έμπνευση για εμάς”. Εμαθα λοιπόν εκ των υστέρων ότι είχε χρησιμοποιήσει τη δουλειά μου. Ηταν ωραίο, αλλά δεν μπορώ να ισχυριστώ ή να υποκριθώ ότι είμαι άνθρωπος του Χόλιγουντ. Ηρθαν εδώ, σε αυτό το σπίτι στο Δυτικό Λονδίνο, και γύρισαν κάποια extras που υπάρχουν στο DVD, στα οποία μιλάω για την αληθινή ιστορία των 300».

Η ταινία πώς σας φάνηκε;
«Ηταν πολύ ενδιαφέρων ο τρόπος που την έκανε. Δεν προσποιήθηκε ότι έκανε μια ιστορική ταινία, απλώς χρησιμοποίησε τη δύναμη της Ιστορίας που βγαίνει από την Αρχαία Ελλάδα. Το Χόλιγουντ το κάνει πολύ καλά αυτό. Θεωρώ ότι κατά κάποιον τρόπο ήταν πολύ ειλικρινής. Η επιτυχία της ταινίας ήταν εντελώς απρόσμενη και μου επιβεβαιώνει την άποψη ότι αυτές οι ιστορίες έχουν τη θέση τους στον σύγχρονο κόσμο».

Γιατί συμβαίνει αυτό;
«Από την εποχή του Χαλκού έως σήμερα ο κόσμος μπορεί να ζει με διαφορετικό τρόπο, αλλά δεν έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο αισθάνεται. Η μεγάλη ευχαρίστηση του να γνωρίζεις μια ιστορία της αρχαιότητας είναι ότι μπορείς να ανακαλύψεις τους “νόμους” από τους οποίους διέπεται η ανθρωπότητα χωρίς συναισθηματικές ή άλλου είδους προκαταλήψεις, διότι αυτή δεν αναφέρεται σε κάτι που έχουν ζήσει οι συγγενείς σου πρόσφατα. Είναι συναρπαστικό να βλέπεις την ιστορία των 300 σαν μια πάλη για να απαντηθεί το ερώτημα αν αξίζει κανείς να θυσιάζει τη ζωή του για τα ιδανικά του. Ολα αυτά τα μεγάλα ερωτήματα – σαν και αυτά που έθετε ο Σωκράτης – είναι ερωτήματα που θέτουμε στον εαυτό μας σήμερα. Επειτα όλα κάνουν κύκλους. Η Αρχαία Ελλάδα δεν είχε θέση στο Χόλιγουντ για 20 χρόνια και τώρα την ερωτεύτηκαν ξανά».

Είναι καλύτερα να γίνονται ταινίες που αναβιώνουν την Ιστορία, έστω και αν έχουν κάποιες ιστορικές ανακρίβειες;
«Ναι, νομίζω ότι είναι καλύτερα. Εννοείται ότι το όνειρό μου είναι να κάνουμε μια χολιγουντιανή ταινία για το Βυζάντιο και εγώ να είμαι η ιστορικός. Να κάνουμε κάτι που είναι ακριβές και εξαιρετικά δημοφιλές. Αυτή θα ήταν η τέλεια συνθήκη. Αλλά έστω και χωρίς αυτή, είναι καλό να γίνονται ταινίες, διότι ζούμε σε μια εποχή όπου ο περισσότερος κόσμος ενημερώνεται και αποκτά γνώση μέσω Internet, υπάρχει διαφάνεια στην πληροφορία και μπορείς να φτάσεις στην αλήθεια αν το επιθυμείς. Είκοσι χρόνια πριν, αυτό ήταν πολύ πιο δύσκολο».

Να κάνουμε και πάλι την Ιστορία «κουλ», όπως έχετε πει;
«Ναι, διότι πρόκειται για την Ιστορία της ανθρωπότητας. Οι άνθρωποι έχουν προσπαθήσει να είναι πολιτισμένοι τα τελευταία 5.000 χρόνια. Γιατί να μη μάθουμε για αυτές τις προσπάθειες;».

Για ποια Ιστορία όμως μιλάμε όταν παίρνει πάντα την απόχρωση αυτού που τη γράφει; Υπάρχει αντικειμενικότητα; Η εικόνα που έχουμε για τον Σωκράτη είναι ως επί το πλείστον από τον Πλάτωνα.
«Σωστά. Νομίζω όμως ότι ζούμε σε μια ενδιαφέρουσα περίοδο για να είναι κάποιος ιστορικός αλλά και αναγνώστης της Ιστορίας. Μπορείς να κάνεις τη δική σου έρευνα στο Internet και υπάρχει μεγαλύτερη ευχέρεια για ταξίδια. Μπορεί κάποιος να πάρει ένα αεροπλάνο και να έρθει ένα Σαββατοκύριακο στην Αθήνα και να διαφωνήσει με αυτά που γράφω. Εχουμε περισσότερη δύναμη σήμερα».

Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με την Ιστορία;
«Ξέρετε, δεν ήταν καθόλου της μόδας όταν το αποφάσισα στα 16 μου χρόνια. Ολοι μου έλεγαν ότι είμαι τρελή, ότι θα καταλήξω με μια πολύ βαρετή δουλειά, σε μια μοναχική ζωή. Δεν ήταν “κουλ”. Ηθελα να τους αποδείξω ότι είχα δίκιο. Επίσης όταν ήμουν πέντε ετών είχα πάει στο Βρετανικό Μουσείο να δω μια έκθεση για τον Τουταγχαμών και μαγεύτηκα. Ηταν μια ιστορία που είχα διαβάσει ως παραμύθι, και εκεί, στο μουσείο, συνειδητοποίησα ότι είχε όντως συμβεί. Στα 14 μου, είδα τη “θεά των όφεων” και σκέφτηκα: “Είναι καταπληκτική! Αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου, να ενώνω κομμάτια της ιστορίας μιας ζωής όπως η δική της”».

Γιατί έχετε εστιάσει την καριέρα σας στην ιστορική πραγματικότητα της Αρχαίας Ελλάδας;
«Αυτό οφείλεται εν μέρει στον καθηγητή μου στην Οξφόρδη. Ηταν ένας πολύ εμψυχωτικός άνδρας, ο Ρόμπιν Λέιν Φοξ, ένας πολύ γνωστός ιστορικός, ο οποίος έχει γράψει ένα σπουδαίο βιβλίο για τον Μέγα Αλέξανδρο. Επίσης επειδή η πρωτοτυπία των ελληνικών ιδεών ήταν απίστευτη. Μολονότι δεν υπάρχει προσωπικός σύνδεσμος με τον συγκεκριμένο κόσμο – να φανταστείτε δεν είχα καν πάει στην Ελλάδα μέχρι τα 18 μου – είναι ένα πλούσιο έδαφος το οποίο αξίζει κανείς να γνωρίσει καλύτερα».

Είστε επίσης υπέρ της εκμάθησης των αρχαίων ελληνικών και των λατινικών στα βρετανικά σχολεία. Τι πιστεύετε ότι θα προσέθετε αυτή η γνώση στη ζωή των συμπατριωτών σας;
«Νομίζω ότι είναι μια γνώση που μπορεί να εμπνεύσει. Αν κάθεσαι σε μια κρύα και υγρή αίθουσα κάπου στη Βρετανία και διαβάσεις κάτι που είχε γραφτεί πριν από 3.000 χρόνια, σκέφτεσαι: “Θέλω να κάνω κάτι στη ζωή μου”. Γυμνάζει το μυαλό η εκμάθηση αυτών των γλωσσών. Εχω μια κόρη και όταν διαβάζει προσπαθεί να θυμηθεί γιατί το pentagon σημαίνει πεντάγωνο. Αν ήξερε λίγα ελληνικά, δεν θα τη θεωρούσε τόσο δύσκολη λέξη. Το 50%-60% και ίσως παραπάνω των λέξεων που χρησιμοποιώ έχουν ελληνική ή λατινική ρίζα. Τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά διδάσκονται μόνο σε σχολεία της ελίτ στη Βρετανία, ενώ θα έπρεπε να είναι γνώση διαθέσιμη σε όλους».

Συνήθως οι μαθητές δεν το βλέπουν έτσι. Πώς θα μπορούσαν να πειστούν για την αναγκαιότητα, όπως τη θεωρείτε, αυτής της γνώσης;
«Εδώ βοηθάει το Χόλιγουντ. Υπάρχουν πολλοί 15χρονοι που πριν από τους “300” δεν ήξεραν τίποτε για τους Σπαρτιάτες, ενώ τώρα τους γνωρίζουν. Αν τους έλεγες “τώρα θα σας μάθουμε δέκα πράγματα που έλεγαν οι Σπαρτιάτες για να μάθετε να τα λέτε στη γλώσσα τους”, θα τους άρεσε πολύ. Στα παιδιά αρέσει να γνωρίζουν πράγματα που αγνοούν οι γονείς τους. Η κόρη μου μαθαίνει τη μανδαρινική. Το λατρεύει, είναι κάτι δικό της, μια μυστική γλώσσα που εμείς δεν καταλαβαίνουμε. Με τα προγράμματα της τηλεόρασης, και μετά τους “300”, παίρνω πλέον περίπου 100 e-mail την εβδομάδα από ανθρώπους που λένε: “Θα ήθελα πολύ να μάθω ελληνικά. Πού θα μπορούσα να το κάνω;”. Δεν χρειάζεται να συμπεριφέρεσαι σαν να μην υπάρχει το Χόλιγουντ. Μπορείς να το κάνεις σύμμαχο αντί για εχθρό».

Γιατί είναι τόσο δημοφιλή τα προγράμματα που κάνετε για την τηλεόραση;
«Δεν ξέρω. Ισως επειδή είμαι αυθεντικά παθιασμένη με αυτά που παρουσιάζω. Το κάνω αποκλειστικά επειδή με συναρπάζει. Ισως επειδή δεν ασχολούμαι με την προφανή πλευρά της Ιστορίας. Κανείς δεν έγραψε κάποιο βιβλίο ή δεν έκανε κάποιο πρόγραμμα για την πραγματικότητα της Ωραίας Ελένης. Δεν νομίζω ότι θα το έκανε αυτό ένας άνδρας. Δεν προσπαθώ απλώς να ξαναπώ την Ιστορία, προσπαθώ να δώσω φωνή σε ανθρώπους από το παρελθόν οι οποίοι δεν είχαν φωνή».

Γιατί αγαπάτε τόσο πολύ την Αρχαία Σπάρτη;
«Θα μου άρεσε να ήμουν Σπαρτιάτισσα. Νομίζω ότι η ποιότητα ζωής τους ήταν πολύ καλύτερη σε σχέση με άλλων γυναικών της εποχής. Το πώς λάτρευαν την Ελένη είναι απίστευτο, ενώ θα έλεγες ότι ήταν κακό πρότυπο… Και βέβαια το γεγονός ότι η Ελένη ήταν από τη Σπάρτη. Αν μπορούσα να γυρίσω πίσω τον χρόνο, θα πήγαινα στην Αρχαία Σπάρτη, στις αρχές του 5ου αιώνα, και θα περνούσα μία ημέρα σαν Σπαρτιάτισσα. Θα ήθελα πολύ να ακούσω τι έλεγαν μεταξύ τους για την Αθήνα. Να σας πω την αλήθεια όμως, μας θεωρώ τυχερούς που ζούμε στη σημερινή εποχή. Οπότε θα έσπευδα να γυρίσω πίσω».

Υπάρχει άλλη γυναίκα πέραν της Ωραίας Ελένης για την οποία θα θέλατε να γράψετε ένα βιβλίο;
«Ναι! Θέλω πολύ να γράψω ένα βιβλίο για την αυτοκράτειρα Θεοδώρα. Η ιστορία της ζωής της είναι συναρπαστική. Η χορεύτρια που έγινε αυτοκράτειρα του Βυζαντίου. Πρέπει όμως να μείνω πιστή στον Σωκράτη για λίγο ακόμη».

Αφιερώσατε δέκα χρόνια της ζωής σας για να κάνετε έρευνα για τον Σωκράτη και 20 για την Ωραία Ελένη. Είναι απαραίτητος τόσος χρόνος για τη συγγραφή ενός βιβλίου Ιστορίας ή είστε τελειομανής;
«Είμαι τελειομανής και, όπως σας είπα, νιώθω ευθύνη όταν γράφω για αυτούς τους ανθρώπους. Ακόμη και αν δεν ήταν αληθινοί, όπως η Ελένη. Κάνω πολλή έρευνα, στο μεταξύ ταξιδεύω πολύ για την τηλεόραση, αλλά προσπαθώ να συνδυάσω τις υποχρεώσεις μου. Αν έχω γύρισμα στη Βόρεια Ελλάδα, θα εξαφανιστώ δύο ημέρες και θα πάω στο πεδίο μάχης όπου πολέμησε ο Σωκράτης. Με την Ελένη ασχολήθηκα 15 χρόνια, όχι 20. Φτάνει ένα σημείο που λες: “Αρκετά”. Τα παιδιά μου μου λένε: “Οχι άλλο βιβλίο!”».

Τελικά ποιο είναι το πιο σημαντικό κληροδότημα του Σωκράτη στην ανθρώπινη σκέψη;
«Η διατύπωση της ιδέας ότι δεν είναι οι άλλοι αλλά εμείς που μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα. Είναι πολύ σημαντικό όσο και στοιχειώδες. Είναι πολύ εύκολο να είσαι το θύμα των περιστάσεων. Οταν όμως έχεις το θάρρος να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου, μπορείς να αποφασίσεις τι είναι σωστό και τι λάθος και να πράξεις κατά συνείδηση. Ο,τι κάνουμε μεταδίδεται μέσα από κυματισμούς και στους άλλους. Ο Σωκράτης πολύ σοφά αναγνώρισε ότι οι πράξεις μας πρέπει να είναι καλές για να είναι οι συνέπειές τους καλοήθεις και όχι κακοήθεις».

Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino, σελ. 30-36, τεύχος 531.