Ας αφήσουμε κατά μέρος τις απεργίες της εβδομάδας για να διερωτηθούμε: Είμαστε ευχαριστημένοι από τις δημόσιες συγκοινωνίες; Τα λεωφορεία φτάνουν σε συγκεκριμένες ώρες στις στάσεις; Οι οδηγοί είναι ευγενείς και εξυπηρετικοί; Ο αριθμός των επιβατών επιτρέπει την αξιοπρεπή μετακίνηση; Αξίζει εν τέλει το 1 ευρώ για να διανύσει κάποιος μισό χιλιόμετρο; Οχι, δεν αξίζει ούτε το 1 ευρώ του εισιτηρίου ούτε πιάνει τόπο το υπέρογκο μισθολογικό κόστος για τα λεωφορεία, τα τρόλεϊ ή τον ηλεκτρικό. Είναι λοιπόν προκλητικό που χρυσοπληρώνονταν με πάσης φύσεως επιδόματα οι εργαζόμενοι στα μέσα μεταφοράς χωρίς να ανταποδίδουν στην κοινωνία τα προνόμια που απολάμβαναν.
Ασφαλώς είναι εκνευριστικό που χρειάστηκε να έλθει η τρόικα για να διαπιστωθούν τα χουβαρνταλίκια και να δηλώσει ο κ. Δ.
Ρέππας, υπουργός Μεταφορών, ότι κανείς δεν θα παίρνει περισσότερο από 10% πάνω από τον μισθό του.
Υπήρχε τεράστιος κατάλογος επιδομάτων που είχαν επινοήσει οι εργαζόμενοι στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Ενα από τα αξιομνημόνευτα ήταν το επίδομα έγκαιρης προσέλευσης.
Πληρώνονταν εξτρά για να πηγαίνουν στην ώρα τους για δουλειά, ωσάν αυτό να μην είναι αυτονόητο. Υπήρχε επίσης το επίδομα προθέρμανσης. Αυτό ξεκίνησε από τα παλιά οχήματα, τα οποία για να κινηθούν έπρεπε να έχουν ζεστό μοτέρ. Ο οδηγός πήγαινε τάχα μου 15 λεπτά νωρίτερα για να θερμάνει τον κινητήρα- χωρίς κανείς να μπορεί να δικαιολογήσει γιατί αυτός ο χρόνος δεν προσμετρείτο στο κανονικό οκτάωρο.
Μιλώντας για οκτάωρο κι επειδή ακούγονται διάφορα για τους οδηγούς που είναι όλη μέρα στον δρόμο. Αυτό είναι αναληθές καθώς στο τιμόνι κάθονται κατά μέσο όρο τέσσερις ώρες. Οι υπόλοιπες τέσσερις ώρες είναι της προετοιμασίας, του διαλείμματος, της ανάπαυσης. Στην υπόλοιπη Ευρώπη ο καθαρός χρόνος εργασίας είναι έξι ή εξίμισι. Ιδού τι προέκυπτε από τις συρρικνωμένες παραγωγικές ώρες: δεν επαρκούσαν οι οδηγοί για τα δρομολόγια. Επρεπε καθημερινά να εργάζονται περισσότεροι από όσους είχαν προβλεφθεί. Το αυτό ίσχυε και για τα Σαββατοκύριακα, οπότε οι περισσότεροι δούλευαν τα ρεπό τους, κάτι που αύξανε το μηνιαίο εισόδημα από 30% ως 100%. Δεν είναι όμως μόνον αυτά που εκτίνασσαν τις αποδοχές και έκαναν τους συνδικαλιστές να διαμαρτύρονται για τις 4.000 του ανώτατου μισθού (σημειωτέον, στα τρόλεϊ παίρνουν περί τις 6.000 τον μήνα). Οι εργαζόμενοι στα μέσα μεταφοράς είχαν συνηθίσει να λαμβάνουν στις γιορτές δώρα πέρα από τα προβλεπόμενα της μισθοδοσίας. Δωροεπιταγές των 200 ευρώ για τη γαλοπούλα και το αρνί. Μιλώντας για τρόφιμα ας θυμηθούμε και το επίδομα γάλακτος, απομεινάρι της δεκαετίας του ΄50, για να καρδαμώνουν οι οδηγοί. Το εισέπρατταν κι αυτό κανονικότατα.
Πέρα από τα αμιγώς εργασιακά επιδόματα υπήρχαν και τα διάφορα οικογενειακά. Βραβείο για τον καλύτερο μαθητή. Χαρτζιλίκωμα σε κάθε αλλαγή εκπαιδευτικής βαθμίδας: όταν ένα παιδί πήγαινε από το δημοτικό στο γυμνάσιο ή από το γυμνάσιο στο λύκειο λάμβανε χρήματα (από τους υπόλοιπους φορολογουμένους). Δεν υπολογίζουμε άλλα έξοδα που βάρυναν την εταιρεία, όπως οι κατασκηνώσεις και οι ενισχύσεις των ταμείων αλληλοβοήθειας. Ας μείνουμε μόνο στα λεφτά που έπαιρναν οι υπάλληλοι στο χέρι. Οι συνδικαλιστές διατείνονται ότι οι περισσότεροι εργαζόμενοι στα μέσα μεταφοράς ανήκουν στην κατηγορία των 1.500 ευρώ τον μήνα. Αλήθεια είναι αυτό, τόσος είναι ο ονομαστικός μισθός. Μόνο που στο τέλος του χρόνου ο πολλαπλασιασμός του 1.500 με τους 14 μισθούς δεν έβγαζε 21.000 εισόδημα. Εβγαζε 72.000 κατά μέσο όρο για τους εργαζόμενους στα τρόλεϊ, 43.000 για τους εργαζόμενους στα μπλε λεωφορεία, 40.000 στο μετρό και 34.000 στο τραμ.
Ας υποθέσουμε ότι τα μέσα μεταφοράς είχαν κερδίσει την εμπιστοσύνη του επιβατικού κοινού, παρείχαν άριστες υπηρεσίες και είχαν έναν λογικό ισολογισμό.
Σε αυτή την περίπτωση κανείς δεν θα ασχολείτο με τις αποδοχές των υπαλλήλων.
Μιλάμε όμως για άθλια, αναξιόπιστα μέσα μεταφοράς (πλην του μετρό) που απομυζούσαν τον προϋπολογισμό για την πληρωμή προκλητικών επιδομάτων. Επιδόματα που πληρώνονταν από τους άλλους εργαζομένους, αυτούς του ξερού μισθού στον ιδιωτικό τομέα ή των ισχνών αποδοχών στα υπουργεία. Για όλους αυτούς τους λόγους η νομενκλατούρα των μεταφορών μοιάζει αφόρητα αγενής με τις εορταστικές απεργίες της.