ΗΤΑΝ η 29η Οκτωβρίου 2008,ημέρα Τετάρτη (και ο αγώνας εξ αναβολής) όταν ο Βασίλης Κουτσιανικούλης μπήκε στις ζωές μας με φούρια και τόλμη, αποφασισμένος
να της δώσει ένα διαφορετικό ποδοσφαιρικό χρώμα από αυτό που μας έχουν συνηθίσει οι έλληνες ποδοσφαιριστές.Με το Νο 19 στη φανέλα και με περίσσιο αγωνιστικό θράσος έδωσε ένα προσωπικό ρεσιτάλ στο ΟΑΚΑ σκοράροντας δύο φορές και δίνοντας
την ασίστ για το τρίτο γκολ του Εργοτέλη στο νικηφόρο 3-2 επί του Παναθηναϊκού! Οι φίλοι των Πρασίνων στις εξέδρες του ΟΑΚΑ ήταν μπερδεμένοι:από τη μία αποδοκίμαζαν τους ποδοσφαιριστές της ομάδας τους, ταυτόχρονα όμως χάριζαν το
χειροκρότημά τους στο… «new kid on the block». Ο παραλληλισμός (λόγω αγωνιστικού στυλ και αριθμού φανέλας) με τον μεγάλο αστέρα της Μπαρτσελόνα Λιονέλ Μέσι ήταν αναπόφευκτος στον αθλητικό Τύπο της επόμενης ημέρας.
«Ο Ελληνας Μέσι», «ο Μέσι των φτωχών», «έχουμε κι εμείς τον δικό μας Μέσι» αποφάνθηκαν βιαστικά τα αθλητικά πρωτοσέλιδα για τον 20χρονο τότε εξτρέμ Βασίλη Κουτσιανικούλη. Μερικούς μήνες μετά, ο διαχρονικά ευρισκόμενος σε δύσκολη οικονομική θέση ΠΑΟΚ αποφάσιζε να προβεί στη μεταγραφική υπέρβαση: έδωσε 1,2 εκατ. ευρώ στον Εργοτέλη για να αγοράσει τον Κουτσιανικούλη, ο οποίος, κατά τα ρεπορτάζ εκείνης της περιόδου, μερικούς μήνες νωρίτερα είχε απορριφθεί διαδοχικά από τον Ολυμπιακό και τον ΟΦΗ!
Περίπου ενάμιση χρόνο ύστερα από εκείνο το καλοκαίρι, το ούτως ή άλλως επιβαρυμένο από χίλιες δυο υποχρεώσεις και χρωστούμενα ταμείο του ΠΑΟΚ αναζητεί τον τρόπο να… ανασάνει. Εστω παίρνοντας πίσω ένα μέρος από τη χασούρα αυτής της επένδυσης που πλέον αντιμετωπίζεται εκ των έσω ως μια ενέργεια επιπόλαιη και βιαστική.
Ο Κουτσιανικούλης δεν κατάφερε να δικαιώσει την οικονομική υπέρβαση που αποφάσισαν από κοινού ο πρόεδρος της ΠΑΕ ΠΑΟΚ κ. Θοδωρής Ζαγοράκης και ο τότε προπονητής του Δικεφάλου του Βορρά κ. Φερνάντο Σάντος που είχαν την (λανθασμένη, όπως εκ των υστέρων αποδεικνύεται) πεποίθηση ότι ο «σφαιράτος» ακραίος επιθετικός θα έκανε την Τούμπα να πάλλεται στις καταιγιστικές επελάσεις του.
Τουναντίον, την έκανε να θυμώνει, να οργίζεται, να αγανακτεί και εν πολλοίς να απαιτεί την περιθωριοποίησή του.
Ο νέος «μικρός ήρωας» μοιάζει να έχασε το στοίχημα πολύ νωρίς…
Ο απαιτητικός κόουτς Σάντος
Αναζητώντας τα αίτια που ο Κουτσιανικούλης δεν κατάφερε να εκτοξεύσει την καριέρα του σε ένα ιδιαίτερα κομβικό σημείο της, αλλά ούτε έστω να εξελιχθεί σε ποδοσφαιριστή ο οποίος θα γινόταν χρήσιμος για την ομάδα του ΠΑΟΚ, δεν μπορεί να προσπεράσει την… τελειομανία του κ. Σάντος. Ο πορτογάλος τεχνικός, λάτρης της απόλυτης προσήλωσης στην τακτική πειθαρχία του συνόλου, διεπίστωσε γρήγορα ότι η ταχύτητα και η ικανότητα του «Κούτσια» στο «ένας εναντίον ενός» δεν αρκούσαν για να καλύψουν το σαφές έλλειμμα ποδοσφαιρικής παιδείας που τον χαρακτήριζε.
Κατάλαβε αμέσως ότι η ένταξή του σε ένα σύνολο που στηριζόταν σε αυστηρές αρχές τακτικής συμπεριφοράς θα καθυστερούσε σημαντικά διότι ο μικρός συνήθιζε να αγωνίζεται άναρχα στις πρώην ομάδες του, στηριζόμενος κυρίως στο επιθετικό ταλέντο του. Το οποίο ωστόσο ήταν αδύνατον να γίνει εκμεταλλεύσιμο μέσα από την τακτική συνέπεια των ομάδων του κ. Σάντος, από έναν ποδοσφαιριστή που είχε μάθει να λειτουργεί βασικά με το ένστικτο. Βλέπετε, στο σύγχρονο ποδόσφαιρο και δη στις ομάδες που (θεωρητικά τουλάχιστον θέλουν να λένε ότι) κάνουν πρωταθλητισμό απαιτούνται πολύ περισσότερα από ένα (καλό ομολογουμένως) ταλέντο και το… «σου πετάω την μπάλα μπροστά, τρέξε να τη βάλεις γκολ» που είχε μάθει να παίζει ο Κουτσιανικούλης στις προηγούμενες ομάδες του.
Το βάρος της φανέλας και η πίεση της εξέδρας
Για κάποιους ποδοσφαιριστές η πίεση της εξέδρας και το βάρος της φανέλας και των αυξημένων απαιτήσεων συνιστούν συχνά αίτια… μελαγχολίας. Οι πρώτες ημέρες του Κουτσιανικούλη στην Τούμπα ήταν το δίχως άλλο μαγικές! Οι οπαδοί του ΠΑΟΚ είχαν εκστασιαστεί από την «αρπαγή» του πιο διαφημισμένου (και κατά τεκμήριον πιο πολλά υποσχόμενου) ταλέντου στην Ελλάδα μέσα από τις αγκάλες του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού (που όντως προσπάθησαν να τον αποκτήσουν) και τον υποδέχθηκαν ως τον διάδοχο του μεγάλου Γιώργου Κούδα, ασχέτως με το αν το στυλ και η θέση των δύο δεν έχουν κανένα σημείο ταύτισης.
Το ότι ο Κουτσιανικούλης προσπέρασε το ενδιαφέρον των δύο «αιωνίων» – μεταξύ άλλων, όπως λέγεται, και διότι θεώρησε ότι θα ήταν πιο εύκολο γι΄ αυτόν να καθιερωθεί στον ΠΑΟΚ των (θεωρητικά) σαφώς λιγότερων ποιοτικών επιλογών- ήταν υπεραρκετό για να τον βάλει στις καρδιές των οπαδών του Δικεφάλου, αλλά όχι και να τον βοηθήσει ώστε να ριζώσει εκεί.
Οι πρώτες εμφανίσεις με τη φανέλα του ΠΑΟΚ δεν ήταν ενθαρρυντικές, ακολούθησαν άλλες, ακόμη χειρότερες και η πρώτη σεζόν του στη Θεσσαλονίκη ολοκληρώθηκε με μουρμούρες και αγανάκτηση εκπεφρασμένες από τις κερκίδες. Ο 22χρονος εξτρέμ που αποκτήθηκε με σκοπό να ξεσηκώνει τα πλήθη και να γίνει ο ηγέτης της επόμενης δεκαετίας ήταν πλέον ένας αναλώσιμος παίκτης της ομάδας. Πήρε ευκαιρίες (29 εμφανίσεις- 2 γκολ), ουδέποτε όμως έπεισε τον προπονητή του ότι αξίζει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του για να παίζει βασικός. Και ως εκ τούτου, όσο εύκολα και βολικά έγινε ο ήρωας της εξέδρας προτού καν αγωνιστεί, άλλο τόσο εύκολα πέρασε στη φάση της… απαξίωσης.
ΤΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΔΟΥ…
Ο κ. Μάριο Μπερέτα δεν πρέπει να είπε στον Κουτσιανικούλη περισσότερο από μια-δυο κουβέντες στον ενάμιση μήνα που δούλεψαν μαζί, ενώ ο κ. Παύλος Δερμιτζάκης είχε στο μυαλό του πρωτίστως το πώς θα καταφέρει να σταθεί όρθιος στην αμφισβήτηση της απαιτητικής και βιαστικής Τούμπας που είχε χάσει πλέον την υπομονή της από την ημέρα που ο κ. Σάντος πέρασε το κατώφλι της εξόδου. Και ο κ. Μάκης Χάβος με τη σειρά του είχε πολλή δουλειά μπροστά του για να βοηθήσει την ομάδα να ορθοποδήσει ως ένας υπηρεσιακός τεχνικός που δεν προοριζόταν για μόνιμος. Ως εκ τούτου ο Κουτσιανικούλης έμεινε ακόμη πιο πίσω.Τόσο που πλέον στην Τούμπα θέλουν να τον ξεφορτωθούν, αρκεί να πάρουν πίσω κάποιο σοβαρό αντίτιμο. Τα σενάρια τον στέλνουν τη μία στον Εργοτέλη (ως αντάλλαγμα για τον Ούγκο Λεάλ) και την άλλη σε ομάδες της Κύπρου. Και ο Βασίλης προσπαθεί να κρατηθεί στα πόδια του και να συνέλθει. Αραγε θα τα καταφέρει; Θα ήταν ομολογουμένως όμορφο να αναγεννηθεί και ακόμη πιο «παραμυθένιο» αν το πετύχει μέσα από την ομάδα που τώρα φαίνεται να τον έχει ξεγράψει.