Η Σιγκαπούρη είναι σήμερα το απόλυτο διεθνές ναυτιλιακό κέντρο στο οποίο θα ήθελε να εργαστεί η συντριπτική πλειονότητα των στελεχών της ναυτιλιακής βιομηχανίας σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που ολοκλήρωσε πριν από λίγες ημέρες η αγγλική εταιρεία συμβούλων ναυτιλιακών στελεχών Faststream. Η Αθήνα, και ειδικότερα ο Πειραιάς, βρίσκεται στην προτελευταία θέση της λίστας, με το ενδιαφέρον των περισσοτέρων να επικεντρώνεται πέραν της Σιγκαπούρης, στο Λονδίνο, το οποίο βρίσκεται στη δεύτερη θέση των προτιμήσεων, στη Γενεύη, η οποία είναι στην τρίτη θέση, και στη Νέα Υόρκη, η οποία ακολουθεί στην τέταρτη θέση.
Σύμφωνα με την έρευνα, τα στελέχη της ναυτιλιακής βιομηχανίας αντιμετωπίζουν με αισιοδοξία τις προοπτικές του κλάδου. Η εικόνα αυτή όμως αφορά την Απω Ανατολή. Είναι διαφορετική στην Ευρώπη, στην Αμερική και στην Ανατολική Ασία.
Εξάλλου, στην ερώτηση για το αν τα ίδια στελέχη θεωρούν ότι το Λονδίνο θα συνεχίσει να παραμένει το μεγαλύτερο διεθνές ναυτιλιακό κέντρο του πλανήτη, το 46% πιστεύει ότι δεν θα αλλάξει τίποτε στο άμεσο μέλλον, το 38% πιστεύει ότι το Λονδίνο εντός των επόμενων ετών θα χάσει τα σκήπτρα από τη Σιγκαπούρη, ενώ το 11% δεν έδωσε καμία απάντηση.
Σε Γενεύη- Σιγκαπούρη οι μεγαλύτεροι μισθοί
Η Γενεύη είναι αυτή που δίνει σήμερα τους μεγαλύτερους μισθούς σε ναυτιλιακά στελέχη όπως είναι οι απασχολούμενοι στη διαχείριση πλοίων, οι μισθοί των οποίων, κατά μέσον όρο, κινούνται σε επίπεδα άνω των 80.000 στερλινών ανά έτος, ενώ ακολουθεί η Σιγκαπούρη με μέσους μισθούς άνω των 72.000 στερλινών και το Λονδίνο με μέσους μισθούς που κυμαίνονται μεταξύ 30.000 και 60.000 στερλινών ετησίως.
Αναλύοντας τα ευρήματα αυτά με βάση τις γεωγραφικές περιοχές, οι ερευνητές της Faststream εντοπίζουν ότι η Απω Ανατολή μπορεί και δίνει μεγαλύτερους μισθούς, προσελκύοντας στελέχη υψηλού επιπέδου, την ίδια ώρα που στην Ευρώπη οι μισθοί δείχνουν να κινούνται πτωτικά.
Συγκεκριμένα στη Σιγκαπούρη διαπιστώνεται ότι οι μισθοί για διαχειριστές ναυλώσεων (ναυλομεσίτες) κυμαίνονται στο μέσο επίπεδο των 72.650 στερλινών έναντι 59.120 στερλινών που είναι στην Ευρώπη. Οσον αφορά τον μέσο μισθό ενός νεοεισερχόμενου διαχειριστή πλοίου στη Σιγκαπούρη, αυτός κινείται στα επίπεδα των 59.900 στερλινών και στην Ευρώπη στις 49.500 στερλίνες.
Η έρευνα της Faststream σημειώνει ακόμη ότι τον τελευταίο χρόνο έχει αυξηθεί σημαντικά η ζήτηση για διαχειριστές πλοίων στο Λονδίνο και στη Γενεύη, ενώ μεγαλύτερη ζήτηση για διευθυντικά στελέχη στον τομέα των ναυλώσεων καταγράφεται στον τομέα των δεξαμενοπλοίων ειδικά στο Λονδίνο, όπου εντοπίζονται ελεύθερες θέσεις εργασίας λόγω μετεγκατάστασης ή λόγω έναρξης νέων ναυτιλιακών δραστηριοτήτων.
Κατά τη γνώμη των αναλυτών της Faststream, η ναυτιλιακή βιομηχανία θα συνεχίσει να προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες απασχόλησης σε στελέχη ναυτιλιακών εταιρειών, ναυλωτές, ναυλομεσίτες και διαχειριστές πλοίων, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των στελεχών αυτών είναι αισιόδοξη για το μέλλον της ναυτιλίας, εκτιμώντας ότι τα ακραία σενάρια κατάρρευσης της παγκόσμιας ναυτιλιακής βιομηχανίας που διακινήθηκαν κατά τη διάρκεια των ετών 2008 και 2009 δεν επαληθεύθηκαν. η Γ. ΠΑΧΟΥΛΗΣ
Η τεχνογνωσία πάει στην Απω Ανατολή
«Ε μείς της ναυτιλίαςείμαστε λίγο σαν τους ποδοσφαιριστές.Αυτό μας τρέφει,στην πραγματικότητα είναι μια καλή μεταγραφή» αναφέρει ο πρόεδρος του Σωματείου Μεσιτών Ναυτιλιακών Συμβάσεων των ελλήνων ναυλομεσιτών κ. Γ. Παχούλης (φωτογραφία).
Ο κ. Παχούλης σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας για την πορεία των στελεχών της ναυτιλίας στις ναυτιλιακές αγορές του κόσμου επισημαίνει ότι τα βρίσκει απόλυτα φυσιολογικά και αναμενόμενα καθώς στη διάρκεια των τελευταίων ετών καταγράφεται μια μεταφορά τεχνογνωσίας από την Ευρώπη στην Απω Ανατολή.
«Η Σιγκαπούρη, π.χ., η οποία με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας αποτελεί σήμερα την πρώτη επιλογή της συντριπτικής πλειονότητας των ναυτιλιακών στελεχών για εργασία» αναφέρει ο κ. Παχούλης «αποτελεί το προκεχωρημένο φυλάκιο της Κίνας και το πρώτο- γεωγραφικά- σημείο επαφής της αχανούς αυτής χώρας με τον έξω κόσμο της ναυτιλίας». «Υπό αυτή την έννοια» προσθέτει «είναι απόλυτα φυσιολογικό να θέλει η Κίνα να προσδώσει αίγλη σε αυτό το σημείο επιθυμώντας να ανεβάσει κατακόρυφα την αξία του μέσα στη διεθνή ναυτιλιακή σκακιέρα». «Εδώ και περίπου δύο έτη» προσθέτει «η Σιγκαπούρη έχει καταφέρει να κερδίσει το ενδιαφέρον πολλών ξένων- μη Κινέζωνναυτιλιακών στελεχών».
Οι ετήσιοι μισθοί που δίνονται δεν έχουν καμία σχέση με την Ευρώπη και την Αμερική και μέσω αυτής της σημαντικής διαφοροποίησης οι Κινέζοι καταφέρνουν να «ψωνίσουν» τεχνογνωσία που σήμερα δεν έχουν, αφού καταφέρνουν μέσω των υψηλών αποδοχών να προσελκύσουν ποιοτικά στελέχη υψηλών προδιαγραφών.
Οσον αφορά τη θέση της Ελλάδας στην έρευνα ο κ. Παχούλης επισημαίνει ότι σε επίπεδο ναυλομεσιτών η κατάσταση στη χώρα μας είναι πολύ καλύτερη από αυτήν που υπονοούν τα αποτελέσματα των ερευνητών.
η Χ. ΛΕΙΒΑΔΑΣ
«Τα στελέχη διστάζουν να κάνουν βήματα»
«Το 2008 και το 2009 κυριάρχησαν ο φόβος και μια εκτεταμένη ανασφάλεια στη διεθνή αγορά,με τα ναυτιλιακά στελέχη να διστάζουν να κάνουν βήματα στην καριέρα τουςπρος τα μπροστά και προς τα πάνω» επισημαίνει ο κ. Χ.
Λειβαδάς, στέλεχος μεγάλης ναυτιλιακής εταιρείας.
Ο κ. Λειβαδάς, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας, υπογραμμίζει: «Κατά το πρόσφατο παρελθόν η πιθανή αλλαγή εργασίας ήταν απαγορευμένη σκέψη και κατά κάποιον τρόπο υπήρχε η αίσθηση πως γενικά οι εργοδότες κάνουν “χάρη” που συνέχιζαν να διατηρούν αυτές τις θέσεις.
Με βάση τη λογική αυτή ορισμένες εταιρείες φρόντιζαν να ενισχύσουν αυτή την αίσθηση με περικοπές μπόνους και μισθών, ανάκληση ορισμένων κυρίως φορολογικών προνομίων αλλά και με μισθούς εισόδου πολύ χαμηλότερους από αντιστοίχους προηγουμένων ετών.
Το 2010 έχει από το ξεκίνημά του μια μεγαλύτερη αισιοδοξία και οι συμπεριφορές αλ λάζουν. Οι θέσεις εργασίας είναι εκεί και περιμένουν, φτάνει να είναι κάποιος έτοιμος να αλλάξει και να μετακινηθεί εντός και εκτός Ελλάδος» .
«Τα στελέχη εκείνα που ασχολούνται με τη διαχείριση των πλοίων» συνεχίζει «νιώθουν πως σιγά σιγά οφείλουν- ώστε να είναι και οι ίδιοι πιο αποδοτικοί- να τολμούν και να μετακινούνται, ενώ και οι εταιρείες διαπιστώνουν ημέρα με την ημέρα πως η τακτική “μαστίγιο- καρότο”- με το καρότο να είναι η διατήρηση στη θέση εργασίας- δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Και αυτό διότι διαπιστώθηκε ότι η τακτική αυτή παρέχει μεν προσωρινή μείωση του λειτουργικού κόστους αλλά ταυτόχρονα οδηγεί και σε μείωση της παραγωγικότητας και εν τέλει σε απώλεια λίγων αλλά καλών στελεχών. Επιπλέον δημιουργούσε στρατιές φοβισμένων και απογοητευμένων στελεχών που δεν δένονται με την εταιρεία και τα οποία στην πρώτη ευκαιρία θα αποχωρήσουν χωρίς τις παραμικρές ενοχές».