Η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα στην πορεία της προς την Καινοτομία και έχει μόνο να κερδίσει, εάν επενδύσει περισσότερο στην έρευνα και την ανάπτυξη, οι οποίες διαδραματίζουν ρόλο κλειδί για την οικονομική πρόοδο. Αυτό είναι το βασικό μήνυμα της έκθεσης «Science, Technology and Industry Outlook 2010» (Επισκόπηση Επιστήμης, Τεχνολογία και Βιομηχανίας 2010) του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης που δημοσιεύθηκε χθες από τον διεθνή οργανισμό.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της μελέτης, η χώρα μας βρίσκεται σε εξαιρετικά χαμηλή θέση σε ό.τι αφορά τις ακαθάριστες εθνικές δαπάνες στην έρευνα και την ανάπτυξη (1998-2008), οι οποίες μετά βίας ξεπερνούν το 0,5% του ΑΕΠ, και καθίσταται τέταρτη από το τέλος στην σχετική λίστα. Ως μέτρο σύγκρισης είναι ενδεικτικό ότι ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στο 2%, ενώ το πρωτοπόρο Ισραήλ προσεγγίζει το 5% του ΑΕΠ.
Οι επιδόσεις είναι ακόμη πιο χαμηλές στον ιδιωτικό τομέα, όπου η ένταση επένδυσης των επιχειρήσεων στην έρευνα και την ανάπτυξη κυμαίνεται μόλις στο 0,16% του ΑΕΠ, φέρνοντας έτσι την Ελλάδα στην δεύτερη θέση από το τέλος. Και όλα αυτά όταν στην Ε.Ε. ο αντίστοιχος ρυθμός ξεπερνά το 1%, ενώ στο Ισραήλ το 4%. Αντίθετα, εντός φυσιολογικού πλαισίου κυμαίνεται η επένδυση στην έρευνα και την ανάπτυξη από τους φορείς της ανώτατης εκπαίδευσης καθώς φτάνει στο 0,3%, όταν στον ΟΟΣΑ ο μέσος όρος βρίσκεται στο το 0,4% του ΑΕΠ.
Ωστόσο, αντίστροφη είναι η κατάσταση στα ερευνητικά κέντρα, στα οποία δαπανάται για τον ίδιο σκοπό περί το 0,1% του ΑΕΠ, ποσοστό υποδιπλάσιο του μέσου όρου του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό, η αδυναμία ή η απροθυμία του ιδιωτικού τομέα να στηρίξει την έρευνα και την ανάπτυξη αποτυπώνεται και στην κατανομή της χρηματοδότησης, καθώς είναι το κράτος που καλύπτει τις ερευνητικές ανάγκες των επιχειρήσεων σχεδόν κατά το ήμισυ. Επίσης, η εκ του εξωτερικού χρηματοδότηση προσεγγίζει το 20%, ενώ οι ημεδαπές ιδιωτικές επιχειρήσεις βάζουν το υπόλοιπο 30%, ποσοστό υποδιπλάσιο σε σχέση με ότι ισχύει στον ΟΟΣΑ.
Η έκθεση εκτιμά ότι η κατανομή της χρηματοδότησης αντανακλά και το κατά πόσον οι τομείς της οικονομίας αλληλοεπηρεάζονται. Αν και τονίζει ότι δεν υπάρχει κάποιο ενδεδειγμένο μοντέλο «συνύπαρξης», ο ΟΟΣΑ επικαλείται – με επιφύλαξη- μελέτες που λένε ότι η χρηματοδοτούμενη από τον ιδιωτικό τομέα στην έρευνα και την ανάπτυξη, παράγει καλύτερα αποτελέσματα τόσο σε επίπεδο παραγωγικότητας και όσο και στην απόσβεση της επένδυσης. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η χώρα μας εμφανίζει και μία διεθνή πρωτιά, που αφορά στη συμμετοχή των γυναικών στα πτυχία μηχανικών και επιστημόνων, καθώς οι ελληνίδες αναδεικνύονται πρώτες στην εν λόγω λίστα!
Επίσης, από τη μελέτη προκύπτει ότι η ετήσια αύξηση του προσωπικού που ασχολείται με την έρευνα και την ανάπτυξη και εν γένει των ερευνητών στη χώρα μας φτάνει το 6%, επίδοση εντυπωσιακά υψηλότερη από τον μέσο όρο του οργανισμού. Πρακτικά, ωστόσο, φαίνεται ότι οι υπάρχουσες δομές δεν οδηγούν σε κάποια τεχνολογική έκρηξη, καθώς ο αριθμός των πατέντων ανά εκατομμύριο πληθυσμού είναι μόλις 1,2, όταν κατά μέσον όρο στον ΟΟΣΑ ξεπερνούν τις 40.
Επίσης, η έρευνα λέει ότι περίπου μία στις δύο μεγάλες και μία στις πέντε μικρές επιχειρήσεις της χώρας μας είναι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο καινοτόμες. Μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο ΟΟΣΑ, οι ελληνικές εξαγωγές μέσης και υψηλής τεχνολογίας αυξήθηκαν σχεδόν κατά 10% μεταξύ 1998 και 2008.
Παραδόξως, φαίνεται ότι η χώρα μας αποτελεί τον ουραγό στις κρατικές χρηματοδοτήσεις έρευνας και ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα, ενώ μέχρι προσφάτως τηρούσε και αδιάφορη φορολογικά συμπεριφορά για το ίδιο ζήτημα – πολλές χώρες επιδοτούν μέσω φοροαπαλλαγών την επένδυση στην καινοτομία. Ακόμη, καθόλου ασύνδετο με τον παραδοσιακό χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι το γεγονός ότι τα Venture Capitals (κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών) βρίσκονται στο ανεπαίσθητο 0,01 % του ΑΕΠ, δηλαδή στην πρότελευταία θέση της εν λόγω λίστας.
Η πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων του τομέα των υπηρεσιών έχουν εισάγει οργανωτικές ή εμπορικές καινοτομίες μεταξύ 2004 και 2006, αναφέρει η έρευνα. «Ο κλάδος των υπηρεσιών φαίνεται να είναι ακόμη πιο καινοτόμος από την μεταποίηση» σημειώνεται χαρακτηριστικά. Η έρευνα του ΟΟΣΑ αναφέρεται στις προσπάθειες των τελευταίων χρόνων για την υποστήριξη τεχνοβλαστών για την προώθηση της τεχνολογικής και μη καινοτομίας, ενώ γίνεται ιδιαίτερη μνεία στο Corallia, δηλαδή την Ελληνική Πρωτοβουλία Τεχνολογικών Συνεργατικών Σχηματισμών που εδρεύει στο Μαρούσι.
Παρόλες τις χαμηλές επιδόσεις της χώρας μας στα «οικονομικά» της καινοτομίας, οι επιχειρήσεις που εμπλέκονται σε τέτοια εγχειρήματα φαίνεται να έχουν ισχυρούς δεσμούς συνεργασίας και χρηματόδοτησης της έρευνας με το εξωτερικό. Ο ΟΟΣΑ καλεί τις κυβερνήσεις να προστατέψουν από τις περικοπές τις δαπάνες για την έρευνα και τεχνολογία, αλλά για και την επένδυση στην καινοτομία. Και αυτό διότι, η ανάπτυξη τους καθίσταται ιδιαίτερα σημαντική, γιατί αφορά και επηρεάζει τους μελλοντικούς κλάδους της οικονομίας για τον 21ο αιώνα.
Τέτοιοι είναι τα αναδυόμενα πεδία της επιστήμης, της τεχνολογίας και της καινοτομίας, όπως οι βιοτεχνολογίες στην γεωργία, τους φυσικούς πόρους και την ανθρώπινη υγεία, η νανοτεχνολογία «γενικής χρήσεως», οι τεχνολογίες της ασφάλειας και μία σειρά από τομείς «που ξεκινούν από τον διαστημικό τουρισμό και φτάνουν έως την θεραπεία του καρκίνου», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η μελέτη.
«Ως το 2014 ευφυή αυτοκίνητα που οδηγούν,
πλοηγούνται, πληρώνουν διόδια και παρκάρουν από μόνα τους ενδέχεται να είναι διαθέσιμα, ενώ έως το 2015 μπορούν να εφαρμοστούν η τηλεϊατρική που θα ενσωματώνει στοιχεία όπως το ηλεκτρονικό, ιατρικό αρχείο, η υπολογιστική διάγνωση και το τηλεχειρουργείο» αναφέρεται στην έρευνα. Ο ΟΟΣΑ, επικαλούμενος διεθνείς μελέτες, μιλά ακόμη και για χρήση της δύναμης της σκέψης ως το 2020 ως μέσο ελέγχου για την λειτουργία συσκευών, την πρόσβαση σε τραπεζικούς λογαριασμούς ή την είσοδο σε κτίρια! Επίσης, αναφέρει ότι οι εναλλακτικές μορφές ενέργειας ενδέχεται να παράγουν το 30% της παγκόσμιας ενέργειας έως το 2022, περίοδος κατά την οποία ευφυή ρομπότ μπορεί ήδη να χρησιμοποιούνται ευρέως!