Ξημέρωσε η «ημέρα της κρίσεως»: το νομοσχέδιο για τα εργασιακά, έρχεται στη Βουλή. Μέχρι χθες το βράδυ, η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ έμοιαζε έτοιμη να εκραγεί. Την ίδια στιγμή, σε μια πράξη ευθύνης, η Νέα Δημοκρατία γνωστοποιεί την απόφασή της να ψηφίσει την περικοπή των αμοιβών στις ΔΕΚΟ. Θα πουν φυσικά πολλοί ότι οι ΔΕΚΟ είναι ταυτισμένες με το ΠΑΣΟΚ, οπότε το κόστος για τον κ. Σαμαρά είναι αμελητέο. Καλές οι υπεραπλουστεύσεις, όμως δεν είναι έτσι: μπορεί το ΠΑΣΟΚ να ελέγχει εργολαβικά τις ηγετικές ομάδες και το συνδικαλισμό στις ΔΕΚΟ, όμως αυτές είναι λαός, πολύς λαός, είναι μια μικρή κοινωνία μέσα στην κοινωνία.
Ετσι, η κυβέρνηση έχει βρεθεί σήμερα το πρωί μπροστά στο εξής οξύμωρο σχήμα: να έχει τη, μερική τουλάχιστον, στήριξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης – και μάλιστα λίγη ώρα πριν τη συνάντηση Παπανδρέου – Σαμαρά με θέμα τη συναίνεση – αλλά να πρέπει να μαζέψει τους δικούς της βουλευτές που απειλούν με «επανάσταση». Όμως ίσως γι αυτό θα πρέπει τελικά να κοιμάται ήσυχη: επειδή οι επαναστάσεις δεν προαναγγέλονται. Γίνονται. Ή, δεν γίνονται. Και χρειάζονται επαναστάτες. Οχι ανθρώπους που έχουν τόσο μεγάλη ανάγκη τη ζεστασία της καρέκλας τους…
Ολη αυτή η φιλολογία γύρω από το τι είπε ο ένας ή ο άλλος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ για το διαδικαστικό ή και για το ουσιαστικό σκέλος του νομοσχεδίου δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά μια ακόμα επιβεβαίωση της απουσίας σοβαρότητας ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές. Δεν ξέρω αν οι «αντιδρώντες» βουλευτές έχουν βγει στο κλαρί επειδή τους το λέει η συνείδησή τους, επειδή δεν αντέχουν να βλέπουν αυτή την ακραία φιλελεύθερη πολιτική να εφαρμόζεται από το κόμμα τους, επειδή θέλουν κάτι να λένε στην εκλογική τους πελατεία, ή επειδή δεν έχουν γίνει, κάποιοι εξ αυτών, εκείνοι υπουργοί, ή, τέλος πάντων, για όποιον άλλο λόγο ο καθένας. Ξέρω όμως ότι, τουλάχιστον στις περισσότερες περιπτώσεις, «σκυλί που γαυγίζει, δεν δαγκώνει» – και το γαύγισμα έχει πάει σύννεφο αυτές τις μέρες…
Είναι απόλυτα θεμιτό οι άνθρωποι που αντιδρούν να διαφωνούν με την κυβερνητική πολιτική. Τότε, όμως, είναι αθέμιτο να πάνε τελικά και να ψηφίζουν τα νομοσχέδιά της. Ολοι εκείνοι που γκρινιάζουν πριν και ψηφίζουν μετά, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι θα κριθούν γι αυτό τον ακραίο λαικισμό. Οι ώρες που περνά η Ελλάδα είναι εφιαλτικές. Τέτοιου είδους παλαιοκομματικά παιγνιδάκια και εξυπνάδες, δεν χωράνε πια. Οσοι διαφωνούν, οφείλουν να μην ψηφίσουν. Να αναλάβουν το όποιο κόστος αυτών που λένε κι αυτών που πιστεύουν και να βρεθούν απέναντι από αυτές τις επιλογές. Γιατί αν, μετά από όλα αυτά πάνε τελικά και, ψηφίσουν, θα είναι πια εντελώς ανυπόληπτοι. Και, φυσικά, θα δικαιώσουν έτσι εκ των πραγμάτων και την πράγματι κοινοβουλευτικά οριακή μεθόδευση αυτής της κατεπείγουσας «σκούπας» του νομοσχεδίου: ανθρώπους που φωνάζουν πριν και σκύβουν το κεφάλι να υπακούσουν μετά, γιατί άραγε να τους δώσει κανείς σημασία;… Ας μην αυταπατώνται: το ίδιο ακριβώς θα τους ρωτήσει και η εκλογική τους πελατεία αν τελικά στηρίξουν αυτά που δήθεν «καταγγέλουν». Μέσα από την πρωτοφανή βία των ανατροπών, ο κόσμος έχει ξυπνήσει. Αλλη κοροϊδία, δεν την αντέχει.
gmalouchos@tovima.gr