Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ, που θα συνεδριάσουν την Πέμπτη και την Παρασκευή στις Βρυξέλλες, αναμένεται να συμφωνήσουν _ επί της αρχής _ στη δημιουργία ενός μόνιμου ευρωμηχανισμού αντιμετώπισης των οικονομικών κρίσεων ο οποίος θα τεθεί σε λειτουργία το 2013, οπότε εκπνέουν οι υπάρχοντες μηχανισμοί βοήθειας προς την Ελλάδα και τις άλλες χώρες του ευρώ. Προς τον σκοπό αυτόν αναμένεται να συμφωνήσουν ότι θα αναθεωρήσουν «ελαφρώς» τη Συνθήκη της Λισαβόνας, δηλαδή κατά τρόπο που να μην απαιτηθούν δημοψηφίσματα και άλλες περίπλοκες διαδικασίες.

Ωστόσο, ως προς τα ειδικά χαρακτηριστικά του μόνιμου ευρωμηχανισμού δεν φαίνεται να υπάρχει προς το παρόν έδαφος κατάλληλο για την επίτευξη συμβιβαστικών λύσεων.

Ετσι, σύμφωνα με όλες τις υπάρχουσες ενδείξεις, το ζήτημα θα παραπεμφθεί εκ νέου στους υπουργούς Οικονομικών οι οποίοι θα επιχειρήσουν να καταλήξουν σε συμφωνία ως τον ερχόμενο Μάρτιο, οπότε θα συνέλθει η επόμενη σύνοδος κορυφής της ΕΕ. Βασικό ζητούμενο είναι η εξεύρεση των κατάλληλων «αντισταθμιστικών μέτρων» που απαιτούν οι λεγόμενες «περιφερειακές χώρες της ζώνης του ευρώ» για να αντιμετωπίσουν τις αρνητικές συνέπειες που αναμφίβολα θα υπάρξουν στα κρατικά ομόλογά τους αν γίνει δεκτή η γαλλογερμανική πρόταση περί ενδεχόμενης συμμετοχής και των ιδιωτών ομολογιούχων στην κάλυψη του κόστους πτώχευσης μιας χώρας του ευρώ από το 2013 και μετά.

Μερική έκδοση ευρωομολόγων

Το πλέον συζητούμενο «αντισταθμιστικό μέτρο» είναι η έστω και μερική έκδοση ευρωομολόγων, η οποία _ προς το παρόν τουλάχιστον _ απορρίπτεται από τη Γερμανία και ορισμένες άλλες χώρες του ευρώ. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο εξέφρασε χθες, ενώπιον της Ευρωβουλής, τη λύπη του για την ασυμφωνία επί του θέματος.

Ενα άλλο αντισταθμιστικό μέτρο θα ήταν η αγορά των προβληματικών κρατικών ομολόγων από τον μηχανισμό αντιμετώπισης των κρίσεων. Κάτι που επίσης απορρίπτεται, αφού στην περίπτωση αυτή υπάρχει ο κίνδυνος να καταστεί «τοξικός» ο ίδιος ο μηχανισμός, με όσα αυτό θα συνεπαγόταν για την πιστοληπτική του ικανότητα.

Η μεθαυριανή σύνοδος κορυφής πραγματοποιείται υπό το βάρος της πίεσης που ασκούν οι αγορές σε τουλάχιστον τέσσερις χώρες του ευρώ (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία) των οποίων τα επιτόκια δανεισμού εξακολουθούν να κινούνται είτε σε ανησυχητικά είτε σε απαγορευτικά επίπεδα. Σύμφωνα με συγκλίνουσες ενδείξεις τα επίπεδα αυτά οφείλονται εν πολλοίς στα κύματα φυγής μεγάλων διεθνών χρηματοοικονομικών οργανισμών από τα κρατικά ομόλογα των ανωτέρω χωρών. Η Τράπεζα Διεθνών Συναλλαγών ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα ότι οι γαλλικές τράπεζες, κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2010, μείωσαν κατά 34% την έκθεσή τους σε ελληνικά κρατικά ομόλογα και ότι με εξαίρεση τις βρετανικές τράπεζες όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές τράπεζες συρρίκνωσαν, στο ίδιο διάστημα, κατά 22% τα δάνειά τους προς την Ελλάδα. Αντιστοίχως, από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η εταιρεία Pimco, ο μεγαλύτερος διακινητής κρατικών ομολόγων στον κόσμο, ανακοίνωσε ότι έχει ήδη «απαλλαγεί» από τα μισά κρατικά ομόλογα των τεσσάρων χωρών.

Ο βασικός αγοραστής αυτών των ομολόγων είναι απ’ ό,τι φαίνεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) η οποία σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις της Goldman Sachs έχει ήδη συγκεντρώσει το 17% των κρατικών ομολόγων της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας. Αν δε συνεχίσει να τα αγοράζει με την ίδια ένταση, σύντομα θα έχει στο χαρτοφυλάκιό της περίπου το 50% των κρατικών ομολόγων αυτών των χωρών.

«Εφεση» Τρισέ

Η «έφεση» του κ. Ζαν-Κλοντ Τρισέ προς την αγορά αυτών των ομολόγων έχει ήδη προκαλέσει την αντίδραση του Βερολίνου, ενώ ήδη άρχισαν να εντείνονται οι φήμες ότι απαιτείται αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΚΤ για να μπορέσει να συνεχίσει τις αγορές της. Τη φήμη αυτή επιβεβαίωσαν ως έναν βαθμό χθες κυβερνητικοί κύκλοι της Γερμανίας.

Με δεδομένο αυτό το όχι ιδιαίτερα ειδυλλιακό κλίμα, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ θα επιχειρήσουν την Πέμπτη και την Παρασκευή να επικυρώσουν τα όσα έχουν ήδη συμφωνήσει για τη μελλοντική οικονομική διακυβέρνηση στην ΕΕ (βλ. ενίσχυση του Συμφώνου Σταθερότητας και αυστηρότερες ποινές για τα απείθαρχα δημοσιονομικώς κράτη) καθώς και να σκιαγραφήσουν τους όρους λειτουργίας του μόνιμου μηχανισμού κρίσεων.

Με βάση τις γαλλογερμανικές προτάσεις από το 2013 και μετά, δηλαδή μετά τη σύσταση του μόνιμου μηχανισμού, τα κρατικά ομόλογα των χωρών της ευρωζώνης θα περιέχουν μια ρήτρα βάσει της οποίας ο αγοραστής τους θα γνωρίζει ότι σε περίπτωση που η χώρα η οποία τα εξέδωσε βρεθεί σε κατάσταση οικονομικής αφερεγγυότητας θα χάνουν ενδεχομένως ένα τμήμα της αξίας τους. Αν μια χώρα προσφύγει στον μηχανισμό επειδή αντιμετωπίζει απλώς προβλήματα ρευστότητας (και όχι φερεγγυότητας) το ενδεχόμενο απωλειών για τους ιδιώτες ομολογιούχους (βλ. τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, επενδυτικά κεφάλαια κ.ά.) δεν θα τίθεται. Ωστόσο η εξέλιξη αυτή θα λειτουργεί ως κίνητρο προς τους ομολογιούχους να κρατήσουν αυτά τα ομόλογα. Και αυτό διότι θα γνωρίζουν πως αν αρχίσουν να προβαίνουν σε μαζικές πωλήσεις θα αυξάνουν τις πιθανότητες να καταστήσουν οικονομικώς αφερέγγυα τη χώρα που τα εξέδωσε και συνεπώς να υποστούν τις συνέπειες της μείωσης (haircut) της αξίας των ομολόγων της.

Ποιος θα πληρώσει τα σπασμένα

Από την άλλη πλευρά όμως, η έστω και μικρή πιθανότητα να κληθεί κάποια στιγμή στο μέλλον ο ιδιωτικός τομέας «να πληρώσει τα σπασμένα των κυβερνήσεων», θα καταστήσει απωθητικά τα ομόλογα των εκ παραδόσεως θεωρουμένων προβληματικών δημοσιονομικώς κρατών. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος είναι το μείζον ζήτημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ευρωπαίοι ηγέτες. Γνωρίζοντας ωστόσο ότι οι αγορές στην παρούσα φάση κάθε άλλο παρά ευνοούν τις εντάσεις και τις διαφωνίες, θα επιχειρήσουν να εμφανισθούν ενωμένοι την Πέμπτη και την Παρασκευή στις Βρυξέλλες. Ετσι, σύμφωνα με όλες τις υπάρχουσες ενδείξεις, θα αφήσουν τις δύσκολες αποφάσεις για αργότερα, ελπίζοντας φυσικά ότι οι αγορές θα εκτιμήσουν την ορθοφροσύνη τους.