Την ενίσχυση των κεφαλαίου της εξετάζει η ΕΚΤ, σύμφωνα με πηγές εντός της τράπεζας, λόγω ανησυχιών από πιθανές ζημίες εξαιτίας του προγράμματος αγοράς κρατικών ομολόγων.
Άγνωστο είναι, σε περίπτωση που η ΕΚΤ όντως προχωρήσει σε τέτοια κίνηση, το πώς ή κατά πόσο θα αυξηθεί το κεφάλαιο της Τράπεζας, στο οποίο συνεισφέρουν και τα 27 μέλη της ΕΕ.
Εκπρόσωπος της ΕΚΤ αρνήθηκε να σχολιάσει τις αναφορές.
Σύμφωνα με δύο πηγές εντός της ΕΚΤ που επικαλείται το Reuters, η Τράπεζα ανησυχεί για τις πιθανές επιπτώσεις του προγράμματος εξαγοράς κρατικών τίτλων. «Προς το παρόν, αγοράζουμε ακόμη περιορισμένη ποσότητα τίτλων, αλλά τι θα συμβεί εάν η ποσότητα αυξηθεί και ξαφνικά οι τίτλοι αξίζουν 30% λιγότερο;» ανέφερε η μία πηγή.
Στο κεφάλαιο της ΕΚΤ συνεισφέρουν οι κεντρικές τράπεζες και των 27 μελών της ΕΕ, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του (περίπου 70%) προέρχεται από τις 16 χώρες της Ευρωζώνης.
Οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να αυξήσουν τα κεφάλαιά τους με διάφορους τρόπους, όπως με «ενέσεις» κεφαλαίου από τις κυβερνήσεις, πώληση στοιχείων του ενεργητικού τους ή χρήση των αποθεμάτων τους.
Στην παρούσα φάση όμως, πιθανή απόφαση αύξησης του κεφαλαίου της ΕΚΤ θα γινόταν σε μία περίοδο που οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες παλεύουν με το κόστος της δημοσιονομικής κρίσης.
Κάποιες κεντρικές τράπεζες στην ΕΕ «αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα που δεν μπορούν να αντέξουν αύξηση του κεφαλαίου της ΕΚΤ» ανέφερε η δεύτερη πηγή, πιθανολογώντας πως η συμβολή του κάθε κράτους σε πιθανή αύξηση κεφαλαίου θα καθοριστεί κλιμακωτά.
Σε περίπτωση που η ΕΚΤ όντως προχωρούσε σε μία τέτοια κίνηση, η συμβολή της Γερμανίας, ως μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης, εκτιμάται ότι θα μπορούσε να φτάσει το ένα δισ. ευρώ.
Με τα παρόντα δεδομένα, η Γερμανία συνεισφέρει κατά 20% στο κεφάλαιο της ΕΚΤ, η Γαλλία κατά 14% και η Ιταλία και η Ισπανία κατά 12,5% και 8,3% αντίστοιχα. Η είσοδος της Εσθονίας στην Ευρωζώνη από τον επόμενο χρόνο θα επηρεάσει ελάχιστα τα ποσοστά.