Επτά χρόνια ακριβώς μετά από την κατάρρευση της Parmalat, δικαστήριο της Πάρμα καταδίκασε τον ιδρυτή της άλλοτε κραταιάς ιταλικής εταιρείας τροφίμων Καλίστο Τάντσι σε ποινή κάθειρξης 18 ετών για απάτες που οδήγησαν την επιχείρηση στην χρεοκοπία. Το δικαστήριο καταδίκασε επίσης πρώην στελέχη της Parmalat που κρίθηκαν ένοχα για λογιστικές αλχημείες, να επιστρέψουν στην επιχείρηση 2 δισ. ευρώ και επίσης να αποζημιώσουν χιλιάδες εξαπατημένους επενδυτές και μετόχους της ιταλικής γαλακτοβιομηχανίας.
Η Parmalat κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος το Δεκέμβριο του 2003 όταν η Bank οf America αποκάλυψε ότι τα έγγραφα με τα οποία η επιχείρηση πιστοποιούσε ότι η θυγατρική της Bolat, που έδρευε στις Νήσους Καϊμάν (τον γνωστό φορολογικό παράδεισο) κατείχε στις 31 Δεκεμβρίου 2002 κεφάλαια 3,95 δισ. ευρώ, ήταν πλαστά. Οι εισαγγελικές αρχές εξέτασαν τα εν λόγω έγγραφα και εύκολα διαπίστωσαν ότι ήταν πράγματι παραποιημένα. Περίπου 135.000 επενδυτές έχασαν τα λεφτά που είχαν επενδύσει σε εταιρικά ομόλογα της Parmalat, ενώ περίπου 30.000 εξ αυτών έχουν υποβάλει αγωγές αποζημίωσης.
Η Parmalat (την εποχή που κατέρρευσε την είχαν αποκαλέσει «ιταλική Enron») απασχολούσε 36.000 εργαζομένους σε 30 χώρες του πλανήτη. Ο ηλικίας 71 ετών Τάντσι έχει ήδη καταδικαστεί από δικαστήριο του Μιλάνου σε 10ετή κάθειρξη αφού κρίθηκε ένοχος πρωτοδίκως για χειραγώγηση του Χρηματιστηρίου του Μιλάνου (μέσω της μετοχής της Parmalat βεβαίως), αλλά έχει εφεσιβάλει την απόφαση. Οι επενδυτές της Parmalat έχουν καταθέσει αγωγές και κατά των αμερικανικών τραπεζών Bank of America και Citigroup για το ρόλο που διαδραμάτισαν στην απάτη. Η εταιρεία λειτουργεί συρρικνωμένη και υπό άλλη διεύθυνση βεβαίως και έχει ήδη εισπράξει αποζημιώσεις ύψους 2 δισ. ευρώ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ