Ηταν ακριβώς τέτοιες μέρες, μέσα Δεκεμβρίου, πριν από 32 χρόνια. Οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, ξαφνικά, είχαν κολλήσει πολύ άσχημα, καθώς, την τελευταία στιγμή και από το πουθενά, ορισμένες χώρες δημιούργησαν μεγάλα προβλήματα με «βιτρίνα» τις τιμές κάποιων αγροτικών προϊόντων.

Όταν οι εξελίξεις αυτές έγιναν γνωστές στην Αθήνα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής – που ήδη από το 1957 πάλευε για να συνδέσει την Ελλάδα με την ΕΟΚ και αργότερα, στη Μεταπολίτευση, για να την κάνει πλήρες μέλος της -, αντέδρασε με τρόπο που προκάλεσε τρόμο ακόμα και σε κάποιους από τους πιο στενούς του συνεργάτες. Εγραψε μια επιστολή προς τους εννέα ομολόγους του ηγέτες των χωρών της ΕΟΚ και τον πρόεδρο της Ευρωπαικής Επιτροπής. Και κάλεσε τους πρέσβεις τους στην Αθήνα για να τους την επιδώσει προσωπικά. Τι έλεγε όμως αυτή η επιστολή, την οποία ο αναγνώστης μπορεί (και αξίζει) να αναζητήσει ολόκληρη στα Αρχεία Καραμανλή;

Αφού πρώτα υπενθύμιζε στους πρωθυπουργούς των κρατών της ΕΟΚ ότι παλεύει όλη του τη ζωή για να συνδέσει τη μοίρα του ελληνικού λαού με εκείνη της Ευρώπης, τους εξηγούσε ότι, ως πολιτικός ηγέτης του ήταν αδύνατον να παρουσιάσει σε αυτό τον λαό μια συμφωνία τόσο επαχθή και άδικη, όσο θα ήταν αν γινόντουσαν δεκτές εκείνες οι πιέσεις της τελευταίας στιγμής. Και τους καλούσε να κάνουν μια παραχώρηση που ήταν πολύ μικρή, όπως έλεγε για εκείνους, αλλά πολύ σημαντική για την Ελλάδα. Κι έπειτα από όλα αυτά, έπεφτε η βόμβα: Κατέληγε λέγοντας ξεκάθαρα ότι αν επέμεναν σε αυτές τις απαιτήσεις τους, η Ελλάδα θα απέσυρε την υποψηφιότητά της για ένταξη στην ΕΟΚ! Ποιος; Ο Καραμανλής. Πότε; Τον Δεκέμβριο του 1978! Αποτέλεσμα; Πέντε μήνες αργότερα, υπογραφόταν στο Ζάππειο η ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ…

Πολλοί θα σπεύσουν να πουν ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι σήμερα, έχουν αλλάξει, είναι πιο σύνθετα και πιο δύσκολα κοκ. Πράγματι είναι. Όμως, η πιο δύσκολη στιγμή είναι πάντα η στιγμή που γίνεται η σύγκρουση. Και μάλιστα, στην Ελλάδα του 1978, υπήρχε και η μέγιστη δυσκολία του εσωτερικού αντιευρωπαϊκού μετώπου: δεν έφτανε ο αγώνας με τους Ολλανδούς, τους Γερμανούς ή τους Αγγλους που έδινε ο Καραμανλής, είχε απέναντί του και τη φοβερή αντιευρωπαϊκή ρητορική του ΠΑΣΟΚ και της αριστεράς που έδιναν λυσσαλέα μάχη για να στρέψουν την κοινή γνώμη κατά της ένταξης και να την αποτρέψουν. Φυσικά, μετά, όλοι τους – ή σχεδόν όλοι τους – έγιναν ευρωπαϊστές…

Ποιο είναι όμως εν προκειμένω το κρίσιμο που πρέπει να συγκρατήσει κανείς; Είναι ότι ο φόβος δεν μπορεί να γίνει θεμέλιο πολιτικής, ειδικά σε τόσο μεγάλα θέματα. Σε λίγες μέρες, ο Γιώργος Παπανδρέου θα βρεθεί στη σύνοδο κορυφής. Εκεί, όταν πάει, ας έχει διαβάσει αυτή την επιστολή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του πατέρα της ελληνικής ένταξης στην Ευρώπη. Δεν θα του προσφέρει κάτι σε επίπεδο διαπραγμάτευσης. Θα του προσφέρει όμως πολλά σε σιγουριά, που, σε τόσο δύσκολες στιγμές είναι απόλυτα αναγκαία. Ο φόβος δεν οδηγεί πουθενά.

Η Γερμανία είναι ισχυρή, αλλά δεν είναι πανίσχυρη. Είναι πολύ μεγάλη, αλλά δεν είναι τα πάντα. Και, αυτή την ώρα, ακούγονται πια πολλές και σημαντικές φωνές στην Ευρώπη κατά της επίμονης πολιτικής της, την οποία με τον πιο σκληρό τρόπο, ως αντιδραστική κατά της Ευρώπης και ως τυφλά εθνοκεντρική καταδίκασε ακόμα και ο Χέλμουτ Σμιτ. Ο πρώην καγκελάριος είπε ότι η Γερμανία δεν αντιλαμβάνεται τη σπουδαιότητα της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής και κατακεραύνωσε τους πολιτικούς και τους οικονομικούς ηγέτες της που τη σπρώχνουν στον ακραίο εθνικό εγωισμό. Οσο κι αν το θέλει λοιπόν το Βερολίνο, η Ευρώπη δεν έχει γίνει, ακόμα, γερμανική. Δεν έχει υποταχτεί άνευ όρων. Και, όπως δείχνουν πλέον τα πράγματα, αν βρεθούν και μερικοί άνθρωποι που να μη φοβούνται, κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί.

gmalouchos@tovima.gr

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ,AP Photo/Joseph Nair