Η αλήθεια είναι, ότι οι δηλώσεις των Ευρωπαίων ηγετών ότι «το ευρώ είναι εδώ για να μείνει και ότι δεν κινδυνεύει με κατάρρευση» δεν πείθουν τις αγορές. Τουλάχιστον όχι στο σύνολό τους. Το ντόμινο που ξεκίνησε εξάλλου με την Ελλάδα και συνεχίστηκε με την Ιρλανδία, και τώρα απειλεί να συμπαρασύρει την Πορτογαλία και την Ισπανία, χωρίς να αποκλείονται από ορισμένους η Ιταλία και το Βέλγιο, πυροδοτεί σενάρια ακόμη και για διάλυση του ευρώ μετά από 12 χρόνια ζωής.
«Η τελευταία μάχη – πώς η Ευρώπη καταστρέφει το νόμισμά της», είναι ο τίτλος π.χ. του τελευταίου αφιερώματος του περιοδικού Spiegel, στο οποίο υποστηρίζετε πως αν η Ευρώπη δεν βρει άμεσα ένα αποτελεσματικό μέσο αντιμετώπισης της κρίσης, απειλείται με ένα οικονομικό μπλακάουτ. Η διάλυση της ευρωζώνης μαζί με το χρηματοοικονομικό κραχ, αποτελούν μάλιστα το σενάριο που θα επισκίαζε ακόμα και τις συνέπειες από τη χρεοκοπία της Lehman Brothers, ανέφερε το γερμανικό περιοδικό. Εκείνο που χρειαζόμαστε πλέον είναι μια ρεαλιστική, καλοσχεδιασμένη και μακροπρόθεσμη λύση, δηλαδή μια μεταρρύθμιση που θα δίνει τη δυνατότητα στην ΟΝΕ να ασκεί εκτός από τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική, αποφάνθηκε η επίσης γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt.
Η αναποφασιστικότητα των Ευρωπαίων ηγετών, οι αντιφατικές δηλώσεις τους, οι διαφορετικές ατζέντες και η όλη σύγχυση έχουν πλήξει πάντως την αξιοπιστία τους σε τέτοιο βαθμό που φαίνεται ότι κανείς πια δεν τους ακούει σχολίασαν ορισμένοι αναλυτές.
Στο πλαίσιο αυτό ορισμένοι οικονομολόγοι αναρωτήθηκαν αν τελικά πλησιάζει «το τέλος του ευρώ», έστω και αν, όπως ειπώθηκε, το πολιτικό κεφάλαιο το οποίο έχει επενδυθεί είναι τόσο μεγάλο ώστε η κατάρρευσή του να θεωρείται απλώς αδιανόητη. Καθώς πάντως, όπως αναφέρουν και ορισμένοι γκουρού των αγορών, «ζούμε πλέον σε έναν κόσμο που μετακινείται από το αδιανόητο στο αναπόφευκτο χωρίς καν να περάσει μέσα από το λιγότερο πιθανό!» η ευρωζώνη δείχνει ότι βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο.
Ο « θάνατος του ευρώ» λένε κυνικά ορισμένοι δεν θα επέλθει πάντως αν κάποιο από τα μικρότερα, πιο αδύναμα, «περιφερειακά» μέλη αποφάσιζε ή εξαναγκαζόταν να φύγει από την ζώνη του ευρώ, (έστω και αν το κόστος της εξόδου θα ήταν μεγαλύτερο από το κόστος παραμονής), καθώς δεν θα εμπόδιζε την υπόλοιπη ευρωζώνη να συνεχίσει την πορεία της. Διαχειριστές hedge funds, διατύπωσαν μάλιστα την πρόταση«τα ισχυρότερα μέλη της ζώνης του ευρώ, να πουν προς αδύναμα μέλη: αρκετά, εσείς παιδιά, βγείτε από το ευρώ»…
Η έξοδος από το ευρώ πάντως για τις μικρές χώρες με μεγαλύτερη εξάρτηση από τους ξένους δανειστές και τις τράπεζες πιθανότατα σε συνδυασμό με χρεοκοπία, θα σήμαινε ότι το μεγαλύτερο μέρος του δημοσίου χρέους θα μετατρεπόταν σε εξωτερικό χρέος και το νέο νόμισμα αυτομάτως θα αποδυναμωνόταν. Αναμφίβολα θα υπήρχαν άμεσα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα λόγω της υποτίμησης, αλλά το υψηλότερο κόστος εισαγωγής αγαθών θα οδηγούσε σε αύξηση του εισαγόμενου πληθωρισμού. Συνεπώς, θα χρειάζονταν ακόμη πιο αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα για να αντιμετωπιστεί η εχθρότητα των αγορών.
Το ευρώ θα μπορούσε επίσης να καταρρεύσει αν ένα από τα μεγαλύτερα κράτη-μέλη του ευρώ αποφάσιζε να βγει από την ευρωζώνη. Ωστόσο το κόστος και για τις μεγάλες χώρες θα ήταν τεράστιο, ενώ η μόνη χώρα που θα μπορούσε να φύγει από το ευρώ (η Γερμανία) και να επανέλθει στο μάρκο ίσως θα έπρεπε να περιορίσει τις φιλοδοξίες της για ένα ρόλο παγκόσμιου παίχτη στην διεθνή οικονομική σκακιέρα που επιτυγχάνει καλύτερα μέσα από το ευρώ.
Για ορισμένους τα πράγματα σε λίγα χρόνια θα θυμίζουν την περίπτωση της Ιταλίας στην οποία υπάρχει οικονομικό χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου, καθώς το ίδιο θα συμβεί μεσοπρόθεσμα και στη ζώνη του ευρώ μεταξύ των αδύναμων χωρών της «περιφέρειας» σε σχέση με τις ισχυρές χώρες του «πυρήνα».
Το ευρώ ήταν σαφέστατα ένα πολιτικό επίτευγμα, αλλά οι παράγοντες της αγοράς απατώνται αν πιστεύουν ότι αυτό είναι ακριβώς που το καθιστά λιγότερο ισχυρό, αναφέρουν ορισμένοι αναλυτές. Η αποχώρηση του Παρισιού ή του Βερολίνου από την ευρωζώνη θα προϋπόθετε τόσο σοβαρά γεγονότα — όπως για παράδειγμα την ανάληψη της εξουσίας από μια ακροδεξιά λαϊκιστική κυβέρνηση ή την ύπαρξη αγεφύρωτων διαφορών στον τρόπο αντιμετώπισης ενός ανεξέλεγκτου πληθωρισμού — που η ενότητα της Ευρώπης θα ήταν το τελευταίο πράγμα που θα είχε σημασία.
Αν και «το ποτάμι δεν γυρίζει εύκολα πίσω», στον σημερινό κόσμο δεν δείχνει να είναι και κάτι αδιανόητο. Ωστόσο, μπορεί οι αγορές να συνεχίζουν να εκφράζουν αμφιβολίες για την τελική επιτυχία τους ευρωπαϊκού εγχειρήματος, ωστόσο δεν είναι λίγοι οι οικονομολόγοι που μας θυμίζουν τη ρήση του Ερασμου (1466-1536):«Η Ρώμη δεν χτίστηκε σε μία ημέρα» και πως τελικά, ύστερα από αρκετούς αιώνες πολέμων, αλλά και με βάση την εμπειρία των τελευταίων 50 ετών, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα πρέπει να αποτελεί τουλάχιστον τον στόχο στη Γηραιά Ηπειρο.
mantik@tovima.gr
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ