Η ύφεση της ελληνικής οικονομίας συνεχίζει να αντικατοπτρίζεται στα αποτελέσματα των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο της Αθήνας εταιρειών καθώς για ένα ακόμη τρίμηνο, εναρμονισμένες με την οικονομική συγκυρία, οι ζημιογόνες εταιρείες (139) υπερίσχυσαν των κερδοφόρων (120), εντείνοντας τον προβληματισμό τόσο από την πλευρά των δημοσίων εσόδων όσο και από την πραγματική κατάσταση των εταιρειών, οι οποίες δείχνουν να παραμένουν στο «κόκκινο».
Οπως εκτιμάται, μάλιστα, αρκετές εισηγμένες πιέζονται από προβλήματα ρευστότητας, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πιθανότητα της προσφυγής τους στο άρθρο 99 για προστασία από τους πιστωτές ή σε αναδιάρθρωση του δανεισμού τους, την ώρα που η καθαρή τους θέση επιδεινώνεται επικίνδυνα. Ενώ μάλιστα ο δανεισμός των εισηγμένων έχει αυξηθεί ελάχιστα σε σχέση με το 2009 (περίπου 3%), καθώς τα διαθέσιμά τους έχουν περιορισθεί αισθητά, παρατηρείται τελικά σημαντική αύξηση του καθαρού τους δανεισμού, καθώς τα τραπεζικά τους χρέη διαμορφώθηκαν το εννεάμηνο στα 43,57 δισ. ευρώ.
Δύσκολο περιβάλλον
Το περιβάλλον ύφεσης, το οποίο αναμένεται να συνεχιστεί και το 2011, η αύξηση των έμμεσων φόρων σε βασικά αγαθά, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και της κατανάλωσης, αλλά και η αλλαγή στη συμπεριφορά των καταναλωτών, η δυσκολία πρόσβασης των επιχειρήσεων στην τραπεζική χρηματοδότηση και η αδυναμία του κράτους να εξοφλήσει έγκαιρα τις υποχρεώσεις του, συντείνοντας στον περιορισμό της ρευστότητας στην οικονομία, συνθέτουν ένα δύσκολο περιβάλλον για τις εισηγμένες.
Η επιδείνωση των πωλήσεων λόγω της οικονομικής ύφεσης, η επίπτωση από τη λειτουργική μόχλευση (μείωση των δανεικών), η υποχώρηση των περιθωρίων κέρδους και τα αυξανόμενα χρηματοοικονομικά κόστη, παράλληλα με την υψηλότερη φορολογία, αυξάνουν τους φόβους σχετικά με το ενδεχόμενο η συρρίκνωση της οικονομίας, πέρα από τα αναμενόμενα, να επιτείνει την κατάσταση ασφυξίας για τις επιχειρήσεις. Οπως προκύπτει από την επεξεργασία των ισολογισμών εννεαμήνου από τη Μerit ΧΑΕΠΕΥ, η αύξηση του τζίρου τους κατά 3,9% (στα 58,33 δισ. ευρώ σε σχέση με τα 56,15 δισ. ευρώ κατά το περυσινό εννεάμηνο) οφείλεται κυρίως στην αύξηση των έμμεσων φόρων, στη βελτιωμένη παρουσία κάποιων ομίλων στο εξωτερικό και στη βελτίωση των αποτελεσμάτων ορισμένων κλάδων, όπως αυτός των μεταλλικών προϊόντων (+54,3%), των μετάλλων (+13,9%) και των χημικών- πλαστικών (+10,5%), και όχι σε αύξηση της εγχώριας ζήτησης, κάτι που είναι φανερό από τη δραματική συρρίκνωση του ΑΕΠ (-4,5% το τρίτο τρίμηνο). Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κλάδος των πετρελαιοειδών εμφάνισε άνοδο τζίρου κατά 32,6% λόγω του φόρου στα καύσιμα, παρ΄ ότι οι όγκοι των πωλήσεων έχουν υποχωρήσει αισθητά. Συνολικά, τα καθαρά κέρδη των εισηγμένων στο εννεάμηνο ανήλθαν σε 595 εκατ. ευρώ, εξαιρουμένων για λόγους συγκρισιμότητας των λογιστικών ζημιών της ΜΙG (ύψους 1,161 δισ. ευρώ), παρουσιάζοντας πτώση 88% σε σχέση με το περυσινό εννεάμηνο ή 5,01 δισ. ευρώ σε καθαρά κέρδη. Αν δεν αφαιρεθούν πάντως οι ζημιές της ΜΙG, το εννεάμηνο έκλεισε για τις εισηγμένες με συνολικές ζημιές ύψους 566 εκατ. ευρώ, κάτι που καθιστά αισιόδοξο και τον στόχο (1 δισ. ευρώ) της συλλογής εσόδων από την έκτακτη εισφορά για το 2010.
Οι πιέσεις στα κέρδη ήταν αποτέλεσμα και των συρρικνούμενων περιθωρίων κέρδους, αλλά και των χαμηλότερων τιμών λόγω της μειωμένης ζήτησης. Παράλληλα, τα κέρδη επηρεάστηκαν και από τις αυξημένες επισφάλειες των τραπεζών, τις ζημιές των ομολογιακών χαρτοφυλακίων, αλλά και από την έκτακτη εισφορά που επιβλήθηκε στα κέρδη του 2009. Ωστόσο συνολικά παρατηρείται βελτίωση σε σχέση με το εξάμηνο (κατά 800 εκατ. ευρώ), όπου οι ζημιές ανήλθαν σε 1,35 δισ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένης της ΜΙG), καθώς η έκτακτη εισφορά συμπεριελήφθη στο α΄ εξάμηνο, ενώ κάποιες εταιρείες που εξαρτώνται από τον τουρισμό παραδοσιακά παρουσιάζουν καλύτερη εικόνα το τρίτο τρίμηνο.
Οι κλάδοι που παρουσίασαν πάντως ιδιαίτερα αρνητική εικόνα το εννεάμηνο είναι αυτοί των κατασκευαστικών, του χονδρικού εμπορίου, της εμπορίας οχημάτων, της ναυτιλίας, των εκδόσεων-εκτυπώσεων, του λιανικού εμπορίου, αλλά και των τραπεζών. Σημαντική ανάκαμψη παρατηρείται στον κλάδο των μετάλλων, ενώ σταθερές επιδόσεις παρουσίασαν οι εταιρείες υπηρεσιών κοινής ωφελείας.
Καλύτερες οι τράπεζες
Ειδικά για τις τράπεζες, η εικόνα το γ΄ τρίμηνο εμφανίζεται ελαφρώς βελτιωμένη σε σχέση με το β΄ τρίμηνο. Συνολικά οι ζημιές ανήλθαν σε 553 εκατ. ευρώ από κέρδη 1,918 δισ. ευρώ το εννεάμηνο του 2009 και 500 εκατ. ζημιές το εξάμηνο του 2010. Τα αποτελέσματα της Εμπορικής και της Γενικής που παρουσίασαν σημαντικά διευρυμένες ζημιές επηρέασαν πάντως τη συνολική εικόνα του κλάδου, ο οποίος εμφανίζει άνοδο 9,5% στα έσοδα από τόκους, απόρροια της βελτίωσης των τόκων από τα ομόλογα. Το μεγαλύτερο μέρος των ομολόγων των τραπεζών πάντως έχει μεταφερθεί σε χαρτοφυλάκια που δεν επηρεάζουν τα αποτελέσματα της τρέχουσας χρήσεως. Εντύπωση προκαλεί η διαφορά στις επισφάλειες μεταξύ των ελληνογαλλικών και των υπόλοιπων τραπεζών. Η στρέβλωση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί, όπως υποστηρίζεται από τη Μerit, από την υπερεκτίμηση των επισφαλειών από τις πρώτες, την υποεκτίμηση των επισφαλειών από τις υπόλοιπες ή και από έναν συνδυασμό των δύο αυτών παραμέτρων μαζί.
Συνολικά λοιπόν περισσότερες από τις μισές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες σημειώνουν ζημιές ήδη από τη χρήση του 2009, ενώ μετά την πτώση κατά 43% των καθαρών κερδών το 2008 και κατά 38% το 2009, το 2010 αναμένεται να αποτελέσει την τρίτη κατά σειρά χρονιά σημαντικής καθίζησης των αποτελεσμάτων, τα οποία κινούνται εξάλλου στο «κόκκινο». Τη στιγμή πάντως που θα αρχίσει να προεξοφλείται «γύρισμα» στα εταιρικά κέρδη, τότε ίσως, όπως εκτιμούν αναλυτές της αγοράς, αυτό να αποτελέσει και το ουσιαστικό σινιάλο ότι η έξοδος από τη στενωπό συνολικά για τη χώρα μας δεν θα είναι και πολύ μακριά.
Στα 43,57 δισ. ευρώ τα χρέη των εισηγμένων
Την περίοδο 2003-2008, δηλαδή τη χρυσή εποχή του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, δεν δανείστηκαν μόνο οι ιδιώτες αλλά και οι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες, καθώς υπερδιπλασίασαν τα τραπεζικά τους χρέη, μια τάση η οποία συγκρατήθηκε το 2009, καθώς έκλειναν οι στρόφιγγες της ρευστότητας, για να διαμορφωθούν πάντως σήμερα στα 43,57 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 16,4 δισ. ευρώ αφορούν τον μακροπρόθεσμο δανεισμό τους και τα 27,2 δισ. ευρώ τον βραχυπρόθεσμο.
Δεδομένου ότι στο ταμείο των εισηγμένων υπάρχουν σήμερα 9,5 δισ. ευρώ, ο καθαρός τους δανεισμός (δάνεια μείον το ταμείο) διαμορφώθηκε στο τέλος του εννεαμήνου του 2010, σύμφωνα με την επεξεργασία των ισολογισμών από τη Μerit ΧΑΕΠΕΥ, στα 34 δισ. ευρώ, ενώ οι συνολικές τους υποχρεώσεις (συμπεριλαμβανομένων αυτών προς τρίτους) κυμάνθηκαν στα 76,5 δισ. ευρώ.
Καθώς στο τέλος του περασμένου έτους τα τραπεζικά χρέη των εισηγμένων κυμαίνονταν στα 41,73 δισ. ευρώ, η αύξησή τους κατά 4,4% (στα 43,57 δισ. ευρώ) στο εννεάμηνο του 2010 ήταν μάλλον περιορισμένη, αν αναλογιστεί κάποιος τα προβλήματα της πραγματικής οικονομίας. Ωστόσο ο ρυθμός αύξησής τους θα πρέπει να συγκριθεί με τον χαμηλότερο ρυθμό με τον οποίο κινήθηκε η συνολική πιστωτική επέκταση το ίδιο διάστημα.
Αν συμπεριληφθεί πάντως και η μείωση των ταμειακών διαθεσίμων, τότε ο συνολικός δανεισμός αυξήθηκε περισσότερο από 6%, καθώς οι περισσότερες εταιρείες επέλεξαν να μειώσουν τα διαθέσιμά τους χρηματοδοτώντας τις δραστηριότητές τους, αφού η πρόσβαση για δανεισμό ήταν δυσχερής. Δεδομένου επίσης ότι πληθαίνει επικίνδυνα ο αριθμός των εταιρειών που βρίσκονται πολύ κοντά στα όρια των κεφαλαίων που χρήζουν ενίσχυσης, σε μια αγορά όπου οι πωλήσεις πιέζονται, η αύξηση του καθαρού δανεισμού και η επιδείνωση της καθαρής θέσης αρκετών εισηγμένων συνεχίζουν μάλλον να προβληματίζουν.
Οι αναλυτές χαμήλωσαν τις εκτιμήσεις
Αν και η δυναμική των εταιρικών κερδών τη νέα χρονιά που οσονούπω ανατέλλει αναμένεται να εξασθενήσει, καθώς οι συγκρίσεις με τα εφετινά κέρδη θα είναι πιο δυσμενείς, οι φόροι θα είναι υψηλότεροι εξαιτίας των κρατικών χρεών, ενώ η πορεία των πωλήσεων θα υποχωρήσει λόγω της επιβράδυνσης των οικονομιών, εν τούτοις ο εκτιμώμενος ρυθμός αύξησής τους, οι αποτιμήσεις και τα διαθέσιμα μετρητά αναμένεται να στηρίξουν τις αγορές το 2011.
Οι αναλυτές χαμήλωσαν μάλιστα τις εκτιμήσεις τους για την εταιρική κερδοφορία του νέου έτους, σε 20 από τις 24 αναπτυγμένες χώρες του κόσμου, κρίνοντας ότι η αβεβαιότητα για την οικονομική ανάκαμψη και για την έκβαση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων λιτότητας είναι μεγάλη. Οπως εκτιμάται, τώρα βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο για την κερδοφορία, από το οποίο αναμένεται να προκύψουν αρνητικές εκπλήξεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν και την πορεία των μετοχών, καθώς οι προβλέψεις για τα κέρδη του 2011 (+15% παγκοσμίως, +20% στις αναδυόμενες οικονομίες και +10% στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη) εμφανίζονται μάλλον αισιόδοξες.
Βάσει των τελευταίων στοιχείων της Τhomson Financial, τα κέρδη ανά μετοχή των εταιρειών του παγκόσμιου δείκτη μετοχών της ΜSCΙ (ΜSCΙ World) αναμένεται έπειτα από άνοδο 35,5% το 2010 να επιβραδυνθούν στο +14,7% το 2011, ρυθμός όμως ο οποίος αναμένεται να υποχωρήσει εκ νέου (+13%) το 2012. Βάσει των ίδιων στοιχείων, μετά τη μεγάλη καθίζηση στα εταιρικά κέρδη του 2010 των εταιρειών που απαρτίζουν τον δείκτη ΜSCΙ Greece (-65%), στην Ελλάδα αναμένεται άνοδος των εταιρικών κερδών κατά περίπου 30% την ερχόμενη διετία, αν βέβαια επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για έστω και ένα μικρό «γύρισμα» στην ανάπτυξη το 2012-2013.