Κέρδισε δύο μήνες η Ελλάδα στον αγώνα δρόμου για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού. Πρόσφατα η υπουργός Περιβάλλοντος κυρία Τίνα Μπιρμπίλη ανακοίνωσε ότι η διαδικασία παραπομπής της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για καθυστέρηση στην απελευθέρωση της λιγνιτικής παραγωγής ενέργειας αναβάλλεται ως το τέλος Ιανουαρίου.

Πάντως το παζάρι Ελλάδας- ΕΕ στο ενδιάμεσο διάστημα για να καθοριστούν τα «ισοδύναμα μέτρα» που θα υποκαταστήσουν την υποχρέωση της χώρας μας να προχωρήσει στη διάθεση των νέων λιγνιτικών κοιτασμάτων στη Βεγόρα, στην Ελασσόνα και στη Δράμα θα είναι σκληρό, με «ελληνικό στόχο» την εκπόνηση Συμβάσεων Ανταλλαγής Ενέργειας, έπειτα από διεθνείς διαγωνισμούς.

Ο επίτροπος Ανταγωνισμού κ. Χ. Αλμούνια ειδοποίησε και επίσημα ότι η Επιτροπή αναστέλλει τις διαδικασίες παραπομπής της χώρας ως τον Ιανουάριο του 2011 αλλά ως τότε θα γίνει αναλυτική διερεύνηση της πρότασης «ισοδύναμων μέτρων».

Η κυρία Μπιρμπίλη επεξεργάζεται την υλοποίηση της κυβερνητικής επιλογής για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και πρόσφατα εκδόθηκαν οι υπουργικές αποφάσεις που αφορούν τα τιμολόγια της ΔΕΗ, την αλλαγή του κανονιστικού πλαισίου ανεξάρτητων φορέων θυγατρικών της ΔΕΗ για τη μεταφορά και τη διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας και τη διαχείριση των υδροηλεκτρικών σταθμών της ΔΕΗ.

Η Ελλάδα επιδίωκε και τελικά πέτυχε αλλαγή της πάγιας απόφασης της Επιτροπής με τη νέα να ορίζει άλλες υποχρεώσεις για τη χώρα μας και ταυτόχρονα να δίνει περιθώριο χρόνου για την υλοποίησή της, παύοντας τη διαδικασία παραπομπής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Τον Μάρτιο του 2008 η Επιτροπή εξέδωσε ντιρεκτίβα για την ελληνική ενεργειακή αγορά, όπου ανέφερε παράβαση του ανταγωνισμού όσον αφορά την προνομιακή και σχεδόν αποκλειστική χρήση του λιγνίτη από τη ΔΕΗ. Για την άρση της παράβασης προτείνονταν δύο «οριστικά μέτρα», εναλλακτικά του ενός με το άλλο: Πρώτον, η παραχώρηση ποσοστού 40% των λιγνιτικών σταθμών παραγωγής μαζί με τα λιγνιτικά κοιτάσματα. Δεύτερον, η παραχώρηση σε ιδιώτες μέσω διαγωνισμού των λιγνιτικών κοιτασμάτων της Βεύης, της Δράμας, της Ελασσόνας και της Βεγόρας, χωρίς μάλιστα να επιτρέπεται η πώληση του εξορυσσόμενου λιγνίτη στη ΔΕΗ. Ως προσωρινό μέτρο, τότε, προτάθηκε από την Επιτροπή η παραχώρηση εκ της ΔΕΗ εικονικής ισχύος (virtual capacity) από τη λιγνιτική παραγωγή της σε τιμή κόστους προς τους ιδιώτες ανταγωνιστές της.

Το επόμενο δίμηνο που θα ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις θα καθορισθεί και το μέλλον του λιγνίτη στη χώρα μας.

Τα παράτησε η τρόικα;
Η ματαίωση της συνάντησης της υπουργού ΠΕΚΑ κυρίας Τίνας Μπιρμπίλη με την τρόικα, πριν από περίπου 20 ημέρες, με πρωτοβουλία μάλιστα των «τροϊκανών», τροφοδότησε σενάρια περί χαλάρωσης της πίεσης από την τρόικα για την απελευθέρωση, επειδή την πίεση αυτή ασκεί πλέον ο επίτροπος Ανταγωνισμού κ. Χοακίν Αλμούνια.

Στις Βρυξέλλες πραγματοποίησε επίσκεψη μιας εβδομάδας για λεπτές και κρίσιμες διαπραγματεύσεις ο γενικός γραμματέας του υπουργείου κ. Κ. Μαθιουδάκης, ο οποίος διερεύνησε τον τρόπο με τον οποίον η χώρα μας θα διακόψει την αποκλειστική χρήση του λιγνίτη από τη ΔΕΗ και θα ανοίξει την αγορά ηλεκτρισμού. Μετά το πέρας των διαπραγματεύσεων έγινε και επίσημα γνωστό ότι οι αποφάσεις περί απελευθέρωσης της ενέργειας παρατάθηκαν επί δίμηνο.

Ωστόσο οι επίτροποι πιέζουν ασφυκτικά για την απελευθέρωση της αγοράς ρεύματος με επίκεντρο τη ΔΕΗ και τον λιγνίτη, λέγοντας προς την ελληνική κυβέρνηση ότι «αν δεν βρείτε κάποια άλλη ισοδύναμη λύση για τη ΔΕΗ, τότε η επιχείρηση θα πρέπει να πωλήσει σε διεθνή πλειστηριασμό το 40% των λιγνιτικών μονάδων της».

Η ενοικίαση λιγνιτικής παραγωγής ρεύματος ή η ανταλλαγή παραγωγής από οποιαδήποτε μονάδα της ΔΕΗ με παραγωγή άλλης μονάδας είναι οι δύο λύσεις τις οποίες προτείνει η υπουργός Ενέργειας σε τρόικα και κοινοτικούς.

Η διοίκηση της ΔΕΗ έχει τη δυνατότητα να ενοικιάσει την παραγωγική δυναμικότητα των σταθμών, πράγμα πάντως που δεν επιθυμεί ο πρόεδρός της κ. Α. Ζερβός. Εναλλακτικά η ΔΕΗ μπορεί να προχωρήσει σε ανταλλαγή παραγωγικής δυναμικότητας, προσφέροντας η ίδια λιγνιτική παραγωγή και αποδεχόμενη παραγωγή ρεύματος από λιγότερο ρυπογόνες μορφές, όπως για παράδειγμα το φυσικό αέριο, πράγμα που προκρίνει μεν η επιχείρηση, αλλά τη λύση αυτή δεν θεωρούν επαρκή οι κοινοτικοί που απαιτούν κάτι περισσότερο.