Όποιος ακούσει τον Γιάννη Πουπουνάκη, 5,5 ετών, να μιλάει, δεν θα πιστέψει ότι ένα χρόνο νωρίτερα, τον καιρό που πήγαινε προνήπιο, γύρισε κλαίγοντας στο σπίτι : οι συμμαθητές του είχαν γελάσει, επειδή δεν μπορούσε να προφέρει τη λέξη «μυαλό» _και, γενικότερα, τα σύμφωνα των λέξεων. Το ίδιο μεσημέρι, κιόλας, η μητέρα του κυρία Λίνα Πυροβολάκη, τον πήγε σε ειδικό, με αποτέλεσμα σήμερα η εξέλιξη να είναι θεαματική. Από τον τραυλισμό ως τη γλωσσική καθυστέρηση, και από τις φωνολογικές διαταραχές ως τον αυτισμό, εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά αντιμετωπίζουν καθημερινά δυσκολίες στον προφορικό λόγο. Δυσκολίες που συχνά μεγεθύνονται, υπο την άγνοια των γονέων, το έλλειμμα ενημέρωσης των εκπαιδευτικών και τις υπέρμετρες κοινωνικές προσδοκίες για παιδιά «κανονικά».
«Τα πιο συχνά περιστατικά αφορούν φωνολογικές διαταραχές, την απλούστευση δηλαδή της δομής της λέξης από το παιδί, με αποτέλεσμα να ακούγεται μικρότερο ηλικιακά από όσο πραγματικά είναι. Αντί για παράδειγμα να πει «σφυρίχτρα», λέει «σιίτα», τονίζει η λογοθεραπεύτρια κυρία Βάλια Γαλυφιανάκη. «Υπάρχουν, όμως πολύ πιο σοβαρές δυσκολίες ως προς την κατανόηση και την έκφραση του προφορικού λόγου, οι οποίες δυστυχώς παραμένουν αδιαφανείς για τους περισσότερους γονείς. Ελλιπείς φράσεις, συντακτικά λάθη, φτωχό λεξιλόγιο, παρότι συνιστούν γλωσσική καθυστέρηση ή και γλωσσική διαταραχή, περνούν απαρατήρητες, με αποτέλεσμα το παιδί να πηγαίνει στο Δημοτικό και το πρόβλημα να γιγαντώνεται. Το ορόσημο είναι πάντα η έναρξη του σχολείου, με κύριο ζητούμενο το παιδί να μιλάει καθαρά και ώριμα, τόσο για ψυχολογικούς λόγους, για να μη γίνεται αντικείμενο πειράγματος από τους συμμαθητές του, όσο και για εκπαιδευτικούς, καθώς ενδέχεται να αντιμετωπίσει μαθησιακές δυσκολίες».
Σύμφωνα με την κυρία Γαλυφιανάκη, τα πολλαπλά ερεθίσματα στην οικογένεια βοηθούν το παιδί, δεν διασφαλίζουν ωστόσο την ομαλή εξέλιξη του λόγου. Η δυσλειτουργία στις σοβαρές διαταραχές λόγου είναι συνήθως νευρολογικής φύσης, με «έδρα» τα οικεία εγκεφαλικά κέντρα. Κλειδί παραμένει ασφαλώς η έγκαιρη διάγνωση_ σε αυτές τις περιπτώσεις , η παρέμβαση του λογοθεραπευτή απαιτεί εξάλλου χρόνο.
Η λογοθεραπεύτρια διαβεβαιώνει ότι σε πλείστες όσες περιπτώσεις, η κατάσταση διορθώνεται: «Περίπου 20-25% των παιδιών που παρουσιάζουν καθυστέρηση ή ανωριμότητα στον λόγο, επανέρχεται. Ποσοστό 60-65% δεν παρουσιάζει προβλήματα λόγου, ενώ μόνον το 10% εκδηλώνει διαταραχές λόγου ή ομιλίας. Ο τραυλισμός αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο, καθώς ένα 5% των παιδιών είναι πιθανό να παρουσιάσει σχετική περίοδο, στις ηλικίες μεταξύ 2-5 ετών, και ενώ η εξέλιξη του λόγου είναι ραγδαία. Με απλά λόγια, φανταστείτε ότι η σκέψη τρέχει πιο γρήγορα από τον μηχανισμό παραγωγής της ομιλίας. Όταν υπάρχει σωστή αντιμετώπιση από το οικογενειακό περιβάλλον (μεταξύ άλλων, δίδεται χρόνος στο παιδί να εκφραστεί, και δεν εκδηλώνεται υπέρμετρο άγχος από τους γονείς), το πρόβλημα θεραπεύεται, συνήθως χωρίς συστηματική παρέμβαση. Το ενδιαφέρον πάντως, στον τραυλισμό είναι η αναλογία μεταξύ αγοριών και κοριτσιών. Μολονότι στην έναρξη του προβλήματος, είναι ένα προς ένα, στην εξέλιξη του, στην εφηβική ή και ενήλικη ζωή, η αναλογία αγγίζει το 6 προς ένα. Στους άνδρες, δηλαδή, το πρόβλημα έρχεται για να μείνει».
Η κυρία Πυροβολάκη, μητέρα του Γιάννη Πουπουνάκη, θυμάται την περίοδο πριν από τη διάγνωση. «Ο Γιάννης μίλησε στα τρία του χρόνια, άργησε πολύ. Έκανε λάθη στα σύμφωνα, επέμενε για παράδειγμα να λέει «κακόκ», αντί του «κακός». Στην αρχή είχαμε θορυβηθεί, η παιδίατρος μας καθησύχαζε ωστόσο ότι το πρόβλημα θα λυνόταν με την πάροδο του χρόνου. Η Εμμανουέλα, μεγαλύτερη κόρη μας κατά ενάμιση χρόνο, έπαιζε τον ρόλο του διερμηνέα, γεγονός που μας εξυπηρετούσε. Από τη στιγμή που αποταθήκαμε στον ειδικό κ. Κ. Ρόγκα ( σσ: σημερινό πρόεδρο του Πανελλήνιου Συλλόγου Λογοθεραπευτών – Λογοπεδικών), και στο διάστημα που μεσολάβησε, η εξέλιξη ήταν θεαματική_ με δυο επισκέψεις, των 45 λεπτών η κάθε μία, την εβδομάδα, και ενώ το ταμείο μας κάλυπτε κατά το ήμισυ, το ποσό που καταβάλαμε. Κάναμε βεβαίως και δουλειά με το παιδί στο σπίτι, πράγμα που δεν ήταν δύσκολο, αφού οι ασκήσεις συνδέονται με παιχνίδι και σύμβολα. Θα τις θυμόμαστε τις ώρες αυτές, ως πολύ δημιουργικές, μας έδεσαν πολύ με το παιδί. Και ο Γιάννης, όμως, είναι πολύ περήφανος για την πρόοδο του. Μόνον το «ρ», έχει πλέον να παλέψει». Η δυσλεξία και ο γραπτός λόγος
Αδαείς εκπαιδευτικοί, πιεστικοί γονείς, παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση. Η δυσλεξία έχει πολλά «πρόσωπα». Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Γονέων Παιδιών με Δυσλεξία και Μαθησιακές Δυσκολίες, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, επισημαίνει – δια της προέδρου του – το έλλειμμα στα σχολεία, δεδομένου ότι το πρόβλημα ανιχνεύεται αφού το παιδί πάει στην Α΄ Δημοτικού. «Απουσιάζει από την εκπαιδευτική διαδικασία το βιωματικό στοιχείο» τονίζει η πρόεδρος κυρία Γεωργία Μπάρου, εξηγώντας ότι η εκμάθηση της γλώσσας ή του εκάστοτε γνωστικού αντικειμένου θα ήταν πιο εύκολη στις ειδικές αυτές περιπτώσεις, αν συνοδευόταν από εικόνες (σσ: οι γερές «αποθήκες» των δυσλεκτικών παιδιών βρίσκονται στο δεξί ημισφαίριο, και όχι στο αριστερό -ημισφαίριο του λόγου). «Παράλληλα, εντοπίζεται τεράστιο κενό στην επιμόρφωση των δασκάλων, πολλώ δε μάλλον των διευθυντών των σχολείων, οι οποίοι έχουν δικαίωμα να γνωμοδοτούν για τα παιδιά, πχ. ποια τάξη μπορούν να παρακολουθήσουν. Στην επαρχία, δεν υπάρχουν καν ειδικοί παιδαγωγοί. Στις μεγαλύτερες ηλικίες, της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι καθηγητές δεν έχουν πάρει ακόμη στα χέρια τους σχετικό εγχειρίδιο – οδηγό. Δεν έχει διανεμηθεί στα σχολεία, παρά το γεγονός ότι έχει δαπανηθεί 1,5 εκατ. ευρώ από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης!».
Η κυρία Μπάρου έχει δυο παιδιά με πρόβλημα δυσλεξίας και διάσπαση προσοχής, ως εκ τούτου διαθέτει προσωπική πείρα για το πόσο σημαντικό είναι το ψυχοκοινωνικό πλαίσιο. «Συνηθίζουν οι γονείς, στην άγνοια τους, να χαρακτηρίζουν το παιδί «τεμπέλικο», γεγονός που το κάνει τελικά να παραιτείται από την προσπάθεια. ‘Ερευνες έχουν δείξει ότι ειδικά η κακή διαχείριση της διάσπαση της προσοχής συνδέεται μακροπρόθεσμα ακόμη και με παραβατικές συμπεριφορές. Θα πρέπει άπαντες να έχουν κατά νου ότι τα δυσλεκτικά παιδιά έχουν μυστική ζωή_ έχουμε μάλιστα φτιάξει σχετικό φιλμ. Ένα πανέξυπνο κατά τα άλλα παιδί, μπορεί να μην είναι σε θέση να προσανατολιστεί, αναπτύσσει υπερευαισθησίες, έχει δυσκολία στη διαχείριση του χρόνου. Οφείλει το περιβάλλον του να σεβαστεί τη διαφορετικότητα του».