Σιγά τώρα που, αν ήμουν πλουτοκράτης ή ακόμη καλύτερα ζαπλουτοκράτης, θα με έκοφτε αν έβγαινε ο Καμίνης ή ο Κακλαμάνης. Μωρέ δε πά’ να έβγαινε και ο Νίκος Σοφιανός. Εγώ στα βόρεια ή στα νότια προάστιά μου με τη βιλάρα μου, την πισινάρα μου και την κουρσάρα μου. Και τα σκουπίδια μου με το ιδιωτικό μου φορτηγό θα τα ξεφόρτωνα στους ιδιωτικούς μου ΧΥΤΑ. Επιστρέφω λοιπόν στο ίδιο πρόβλημα, το αυτοδιοικητικό. Γιατί τα ‘χω πάρει στο κρανίο με τον αριστερό που παριστάνει τον αμέτοχο των αυριανών εκλογών. Επειδή με πιάνει τεταρταίος πυρετός όταν μπαίνω στη θέση ενός Αθηναίου που ζει κάπου μεταξύ Ομόνοιας και Μεταξουργείου. Να πιάνεις τη μύτη σου. Σκέψου, δηλαδή, να ήσουν τόσο μα τόσο φτωχός. Σκέψου να είσαι περιφραγμένος από τόνους πάσης φύσεως σκουπιδιών. Σκέψου εκτός από το φάσμα της ανεργίας. Εκτός από τον αφανισμό της τσέπης σου από την καλπάζουσα ακρίβεια. Εκτός απ’ όλα αυτά που έρχονται να σε εξοντώσουν κανονικά, σκέψου για μία ακόμη τετραετία να σου προέκυπτε στη δημαρχία η ίδια, τουλάχιστον αδιάφορη και αόρατη τοπική εξουσία. Και κοντά σ’ αυτά σκέψου να είσαι πιστός, αφοσιωμένος οπαδός μιας παράταξης που σου λέει τι μπρόκολα, τι λάχανα. Και οι δύο ζαρζαβατικά ενός μνημονίου που σε έχει κάνει κιμά. Να σου αφαιρεί κάθε ελπίδα. Κάθε παραμικρή υποψία ότι μπορεί, ρε γαμώτο, μπορεί αυτός ο πώς τον λένε Καμίνης να μου ρίξει μια ματιά. Να μη φορτώσει το ταμείο του δήμου που το πληρώνω εγώ ο ρακένδυτος με τα δικά μου λεφτά για να κάνει αυτός καριέρα στα κοινά. Μπορεί. Ισως. Μακάρι. Να δούμε. Γιατί με αυτόν αποκλείεται χειρότερο το αύριο από το χθες να γίνει. Πιάσαμε πάτο. Τι να κάνω; Αν ψηφίσω θα το ‘χω βάρος στην κομματική συνείδησή μου. Αν δεν ψηφίσω στην προσωπική και οικογενειακή μου ζωή ακόμη περισσότερο θα μαρτυρήσω. Ελεος, παιδιά. Καλά ο Γιώργος της πλουτοκρατίας, αλλά κι εσύ τέκνο του Μαρξ με τα ίδια διλήμματα να με στριμώχνεις και να με κοπανάς. Σύντροφε, πάνω απ’ όλα η γραμμή. Η δικαίωση στην επόμενη ζωή!