Η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου και οι πρόσφατοι αποκλεισμοί της εισόδου του Ιερού Βράχου της Ακρόπολης από συμβασιούχους του υπουργείου Πολιτισμού στάθηκαν αφορμή για το σημερινό κείμενο. Η παρεμπόδιση της εισόδου στην Ακρόπολη από διαμαρτυρόμενους πολίτες εντάσσεται σε νέες μορφές αντιδράσεων που τον τελευταίο καιρό κάνουν όλο και πιο συχνά την εμφάνισή τους και οι οποίες, εκτός των άλλων, απομυθοποιούν αξίες που στον τόπο μας είχαν βαθιές ρίζες. Υπενθυμίζω τις βεβηλώσεις ή καταστροφές εθνικών ή θρησκευτικών συμβόλων ή τις αναρτήσεις πανό συνδικαλιστικών φορέων από τον βράχο της Ακρόπολης. Οι πρωταγωνιστές των ενεργειών αυτών αποβλέπουν προφανώς στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δημοσιότητα των θέσεών τους ή των αιτημάτων τους. Στην περίπτωση μάλιστα της Ακρόπολης η δημοσιότητα αυτή ξεπερνά τα σύνορα της χώρας, αφού τα μνημεία που υψώνονται στον βράχο, με πρώτο τον Παρθενώνα, προβάλλονται όχι μόνο ως έργα της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και της παγκόσμιας. Δεν είναι στις προθέσεις μου να αναφερθώ στις οφειλές μας προς την αρχαία Ελλάδα. Υπενθυμίζω μόνο ότι ο φιλελληνισμός, ο οποίος είχε σημαντική συμβολή και στους αγώνες του ΄21, είναι προϊόν και των μνημείων του Ιερού Βράχου. Με το να λέμε «δικά μας είναι, ό,τι θέλουμε τα κάνουμε» και με το να τα αντιμετωπίζουμε ως αρένα οικονομικών και άλλων διεκδικήσεων ή ως ταμπλό κομματικών συνθημάτων απλώς τα… θάβουμε.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο χώρος της Ακρόπολης βρίσκεται στο επίκεντρο αρνητικών γεγονότων. Τα σοβαρότερα βέβαια σχετίζονται με καταστροφές των μνημείων της. Θα μνημονεύσω ορισμένες μόνο που συνέβησαν στους νεότερους χρόνους και κυρίως στη διάρκεια της Κατοχής. Στα πρώτα κιόλας βήματα του ελεύθερου βίου μας τα μνημεία της Ακρόπολης διέτρεξαν θανάσιμο κίνδυνο, όταν ρίχτηκε η φαεινή ιδέα να κτισθούν τα ανάκτορα του Οθωνα πάνω στον βράχο. Ευτυχώς η πρόθεση αυτή γρήγορα εγκαταλείφθηκε και τα σχέδια του αρχιτέκτονα Schinkel έμειναν μόνο στα χαρτιά. Καταστροφική για τις αρχαιότητες υπήρξε όμως η ανέγερση το 1874 του Μουσείου της Ακρόπολης, ενώ βέβηλη για τον χώρο ήταν και η παράθεση επίσημων γευμάτων εντός του Παρθενώνα!

Κυριακή, 27 Απριλίου του 1941, υψώνεται επάνω στην Ακρόπολη η γερμανική σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό. Θα κυματίζει ως τις 12 Οκτωβρίου του 1944, με μια διακοπή στις 30-31 Μαΐου του 1941, όταν οι Μανώλης Γλέζος και Απόστολος Σάντας την υπέστειλαν. Στις μαύρες

αυτές ημέρες οι Ιταλοί, στην ευθύνη των οποίων είχε περιέλθει η Ακρόπολη, επιχειρούν κατά καιρούς να την οχυρώσουν, λόγω της στρατηγικής θέσης της. Ανεβάζουν στον βράχο όλμους, αντιαεροπορικά πυροβόλα, ποικίλα πυρομαχικά κ.ά. Ευτυχώς οι δραστηριότητες αυτές δεν είχαν διάρκεια χάρη στις ηρωικές όσο και αποτελεσματικές, με την παρέμβαση συχνά των Γερμανών, ενέργειες των ελλήνων αρχαιολόγων. Βέβαια οι μετακινήσεις του οπλισμού αυτού προξενούν στα μνημεία ζημίες, όπως ζημίες προκαλούν και ορισμένες επισκέψεις γερμανών και ιταλών στρατιωτών. Κάποιοι αποσπούν κομμάτια από τα μνημεία ως ενθύμια, χαράζουν τα ονόματά τους σε αρχαίους λίθους για να μείνουν στην… αιωνιότητα, κλείνουν τα ραντεβού τους στους μισοσκότεινους χώρους του Ερεχθείου, φωτογραφίζονται- κάποτε και σε απρεπείς στάσεις- με τις Καρυάτιδες, ανάβουν φωτιές για να μαγειρέψουν, βρωμίζουν τις αρχαιότητες με βενζίνες, λάδια και ανθρώπινες ακαθαρσίες. Ωστόσο ο Ιερός Βράχος απέφυγε τα χειρότερα.

Τα μνημεία της Ακρόπολης, έργα εξαίρετης τελειότητας που δημιούργησε η αθηναϊκή δημοκρατία στις καλύτερες στιγμές της, έχουν καταστεί για την Ελλάδα σύμβολο της μακραίωνης ιστορίας της. Συγχρόνως όμως αποτελούν και διαχρονικό σύμβολο των αξιών του ανθρώπου και των υπέρτατων αγαθών του ουμανισμού, αιώνιοι κήρυκες του δημοκρατικού μοντέλου διακυβέρνησης. Ιδιαίτερα ο Παρθενώνας αποτελεί το ορατό μέρος των ελληνικών πνευματικών κατακτήσεων, στις οποίες ο δυτικός πολιτισμός αναγνωρίζει τις ρίζες του και τις θεωρεί ως σταθερές αξίες του. Γι΄ αυτό ακριβώς και δεν υπάρχει επίσημος (ή κάποιος επώνυμος) επισκέπτης της χώρας, που φθάνοντας στην Αθήνα δεν θα θελήσει να επισκεφθεί την Ακρόπολη και τα μνημεία της.

Φορτισμένος με τέτοια νοήματα ο Ιερός Βράχος αναπόφευκτο ήταν να αποτελέσει και στόχο προπαγανδιστικών απειλών. Παραμονές του ΄40 ιταλικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί διέδιδαν ότι αγγλικά αεροπλάνα, που θα έφεραν ιταλικά διακριτικά, θα βομβάρδιζαν την Ακρόπολη, αποσκοπώντας στο να προκαλέσουν προστριβές στις ελληνοαγγλικές σχέσεις, ενώ κατά τη διάρκεια της κουβανικής κρίσης ο τότε ηγέτης της Σοβιετικής Ενωσης Νικίτα Χρουστσόφ απείλησε να εξαφανίσει τον Παρθενώνα με πυραύλους.

Ο Παρθενώνας, κορυφαίο δημιούργημα ενός μεγάλου πολιτισμού και υπόδειγμα αρχιτεκτονικής και πλαστικής τελειότητας, φυσικό είναι να έχει προκαλέσει στο πέρασμα του χρόνου και… φθόνο, που έχει εκδηλωθεί με απόπειρες απομυθοποίησής του. Κάποιοι τον αποκάλεσαν «ξεπερασμένη, παλιομοδίτικη θερμάστρα της Ελλάδας». Γεγονός είναι ότι η κυριαρχία της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας με την παράλληλη πτώση των ουμανιστικών αξιών έχει αμβλύνει σήμερα την αίγλη του. Στην απομυθοποίηση ωστόσο των μνημείων της Ακρόπολης, η αξία των οποίων έχει επιβεβαιωθεί από την αντοχή τους στη δοκιμασία του χρόνου, δεν συντρέχει λόγος να συμβάλουμε και εμείς. Ας απαλλαγούμε από το σύνδρομο της αυτοκαταστροφής που μας διακατέχει, και εξαιτίας του οποίου έχουμε υποστεί τόσα και τόσα δεινά ως σήμερα.

Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.