Την Παρασκευήτο πρωί, είχαμε στη Βουλή τον άγριο καυγά Κανέλη – Πανάρετου. Όμως, πιο θλιβερό από τον ίδιο τον καυγά, ήταν κάτι άλλο. Τι; Μα οι αγωνιώδεις κραυγές της βουλευτού που βρισκόταν στην προεδρική έδρα προς τους στενογράφους: «να μη γραφτεί τίποτα στα πρακτικά, να μη γραφτεί τίποτα στα πρακτικά!», φώναζε και ξαναφώναζε λες και οι στενογράφοι ήταν στην Ομόνοια και δεν άκουγαν… Δεν φταίει βέβαια η ίδια. Πρόκειται για μια παλιά, θλιβερή κοινοβουλευτική μας «παράδοση»…

Και γιατί είναι πιο θλιβερό αυτό από τον ίδιο τον καυγά; Μα γιατί είναι ψέμα. Τουλάχιστον, ο καυγάς είναι αληθινός. Και δεν είναι και αναγκαστικά κάτι κακό. Δεν πειράζει να λέγεται και καμιά κουβέντα παραπάνω στη δημοκρατία. Αυτό που πειράζει, είναι να μην λέγεται καμία κουβέντα… Όμως, το να ζητάς να μη γραφτεί στα πρακτικά κάτι που μέσω των τηλεοράσεων το έχει ακούσει όλη η Ελλάδα, είναι σαν τα στοιχεία που στέλναμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όλα καλά. Ε, και που κρύβαμε και καμιά δεκαριά μονάδες έλλειμμα τι έγινε δηλαδή; Ε, λοιπόν, έγινε. Κι έτσι, εγείρεται κι ένα ακόμα ερώτημα: αν λ.χ. δεν υπήρχαν εκεί κάμερες να τα καταγράψουν όλα αυτά, για το Κοινοβούλιο δεν θα είχαν υπάρξει ποτέ;…

Τα πρακτικά της Βουλής λοιπόν, πρέπει να είναι «καθαρά», να μην περιέχουν ύβρεις και συγκρούσεις που το προεδρείο τις κρίνει άκομψες. Αλλά μπορούν να περιέχουν λογοκριμένες αλήθειες. Δηλαδή, ψέματα. Πέραν του ότι λειτουργικά πρόκειται για απόλυτη βλακεία, καθώς, κατά πάσα πιθανότητα, ουδείς ποτέ και για κανένα λόγο πρόκειται να τα διαβάσει, πρόκειται ηθικά και πολιτικά για κάτι ακόμα χειρότερο: για παραποίηση της πραγματικότητας, που στην πολιτική θα έπρεπε όχι να επιζητείται, αλλά να θεωρείται μείζον αμάρτημα. Γιατί όταν παραποιείς αυτή την πραγματικότητα, θα το κάνεις και για κάθε άλλη. Και θα έπρεπε να έχουμε μάθει πλέον πόσο κακό κάνει το ψέμα, ώστε να το αποστρεφόμαστε, αντί να το μετατρέπουμε σε δήθεν «ηθικό θώρακα» που θα προστατεύσει τι, από ποιον και γιατί;…

Όμως, προφανώς, δεν έχουμε μάθει ακόμα τίποτα…

gmalouchos@tovima.gr