Με κομμένη την ανάσα δισεκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρο τον πλανήτη παρακολούθησαν την αγωνιώδη προσπάθεια διάσωσης των μεταλλωρύχων στο Σαν Χοσέ της Χιλής. Η ιστορία των ανθρώπων που έμειναν παγιδευμένοι επί 69 ημέρες μισό χιλιόμετρο κάτω από την επιφάνεια της γης δεν αποτελεί μόνο μια επιτυχημένη επιχείρηση διάσωσης συνανθρώπων μας. Αποκαλύπτει ταυτόχρονα και τις δυσκολίες που κρύβει ο κλάδος της μεταλλουργίας και βεβαίως τους κινδύνους που ενέχει η διαδικασία εξόρυξης μετάλλων που όλο και σπανίζουν. Οχι πολύ μακριά από το θέατρο των συγκλονιστικών προσπαθειών διάσωσης που διαδραματίστηκαν στο Σαν Χοσέ βρίσκεται το μεγαλύτερο ορυχείου χαλκού στον κόσμο. Επειτα από 20 χρόνια εκμετάλλευσης, το ορυχείο της Εσκονδίδα μοιάζει με μια τεράστια τρύπα που θα δημιουργούνταν αν… ξερίζωνε κάποιος μια πόλη ενός εκατομμυρίου κατοίκων. ΄Η με έναν γιγαντιαίο κρατήρα που θα έλεγε κανείς ότι άνοιξε από την πτώση ενός μετεωρίτη. Το 2007 η παραγωγή στο ορυχείο αυτό είχε φθάσει στο απόγειό της – αντιστοιχούσε στο 10% της παγκόσμιας παραγωγής χαλκού. Εκτοτε η παραγωγή έχει μειωθεί κατά 25% παρά τις προσπάθειες της μεγαλύτερης μεταλλουργίας στον κόσμο, της ΒΗΡ Βilliton, να διευρύνει ακόμη περισσότερο τον κρατήρα, που σημειωτέον ότι είναι ήδη ορατός από το Διάστημα.
Η παρακμή της Εσκονδίδα και η κατάρρευση του ορυχείου στο Σαν Χοσέ αποτελούν εμβληματικές ενδείξεις των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ο μεταλλευτικός κλάδος. Καθώς η χρήση βιομηχανικών μετάλλων στην Κίνα και σε άλλες ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες αυξάνεται, τα ορυχεία που εντοπίστηκαν και αναπτύχθηκαν κατά την άνθηση της αγοράς τη δεκαετία του 1980 αδυνατούν να ανταποκριθούν στη ζήτηση. Το αποτέλεσμα της αδυναμίας αυτής είναι η εκτίναξη των τιμών των μετάλλων. Ολων ανεξαιρέτως των μετάλλων! Από τον κασσίτερο και τον χαλκό ως τα σιδηρομεταλλεύματα.
Ο συνδυασμός της αυξημένης ζήτησης με τη συρρικνούμενη προσφορά φαίνεται πως θα εξακολουθήσει να ισχύει στο ορατό μέλλον. Τις τελευταίες δεκαετίες βλέπουμε να διαμορφώνεται μια πολυπληθέστατη μεσαία τάξη στις αναδυόμενες οικονομίες της Ασίας, κυρίως στην Κίνα και στην Ινδία. Τίποτε δεν προοιωνίζεται την αντιστροφή της διαδικασίας αστικοποίησης του πληθυσμού των δύο αυτών κρατών ο πληθυσμός των οποίων αθροιζόμενος ξεπερνά το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού του πλανήτη. Ευλόγως οι ειδικοί θεωρούν ότι η αγορά μετάλλων θα παραμείνει σε έναν εκρηκτικά ανοδικό οικονομικό κύκλο. «Σούπερ ανοδικός κύκλος»
«Εχουμε να κάνουμε με έναν περιορισμένο αριθμό αποθεμάτων φυσικών πόρων από τη μια πλευρά και με μια απεριόριστη αύξηση του πληθυσμού του πλανήτη από την άλλη… Είναι προφανές ότι βρισκόμαστε σε έναν σούπερ ανοδικό κύκλο» δήλωσε στους «Financial Τimes» ο Ξαβιέ Λανγκράς της Societe Generale. Και όμως, όταν το 2008 οι τιμές των μετάλλων και άλλων πρώτων υλών κα τέρρευσαν εξαιτίας της χρηματοοικονομικής κρίσης, κάποιοι (και σε αυτούς συμπεριλαμβάνεται και η Παγκόσμια Τράπεζα…) είχαν αποφανθεί ότι η ιδέα του «σούπερ ανοδικού κύκλου» στον τομέα της μεταλλουργίας είναι πλασματική.
Δύο χρόνια αργότερα, η συνέχιση του «σούπερ ανοδικού κύκλου», που ουσιαστικά ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, αλλάζει και πάλι τα δεδομένα σε ένα ευρύ φάσμα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που έχουν να κάνουν με τις κατασκευές, ενώ φαίνεται πως αλλάζει τη ζωή πολλών τοπικών κοινωνιών, όπως είναι οι κοινότητες των μικρών μεταλλωρύχων του Κονγκό, αλλά και τη συμπεριφορά και τις αποφάσεις κυβερνήσεων μεγάλων χωρών παραγωγής και κατανάλωσης πρώτων υλών, όπως της Χιλής και της Κίνας. Διότι για τους παραγωγούς τα κέρδη που αποκομίζουν μεταφράζονται σε αναβάθμιση της επιρροής τους και ενίσχυση της διαπραγματευτικής τους ισχύος. Για τους καταναλωτές η διαρκής αύξηση των τιμών μετατρέπεται σε μείζονα πρόκληση για την αναζήτηση τρόπων περιορισμού της ζήτησης ακριβών μετάλλων και την επινόηση άλλων, εναλλακτικών λύσεων για την υλοποίηση των κατασκευαστικών σχεδίων τους.
Η κούρσα των τιμών των μετάλλων δημιουργεί επίσης δημοσιονομικούς πονοκεφάλους στις κυβερνήσεις των καταναλωτριών κρατών, αφού προκαλεί ανατιμήσεις σε μια σειρά βασικά καταναλωτικά προϊόντα και πληθωρισμό. Εξυπακούεται ότι αν ο πληθωρισμός και εν γένει οι δημοσιονομικοί εκτροχιασμοί φθάσουν να προκαλέσουν οικονομική κρίση, τότε το φάσμα της απότομης κάμψης της ζήτησης δημιουργεί οικονομικά και δημοσιονομικά προβλήματα και στις χώρες παραγωγής και εξαγωγής πρώτων υλών, όπως είναι η Χιλή, ο Καναδάς, η Βραζιλία και η Αυστραλία.
Η κούρσα θα συνεχιστεί
Εν προκειμένω, η μοναδική αιτία ανάκαμψης των τιμών των μεταλλευμάτων που παρατηρείται εφέτος μετά τη μεγάλη κάμψη που εμφάνισαν τα δύο προηγούμενα χρόνια, είναι η προοπτική συνέχισης της αλματώδους οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας. Πρόκειται ήδη για τη μεγαλύτερη καταναλώτρια χώρα στον κόσμο (και) σε ό,τι αφορά τα μεταλλεύματα. Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι η ζήτηση χαλκού από την Κίνα έχει… τετραπλασιαστεί από το 1995. Και ότι ενώ προ 15ετίας η κινεζική κατανάλωση χαλκού αντιστοιχούσε μετά βίας στο 10% της παγκόσμιας κατανάλωσης του μετάλλου, εφέτος βοηθούσης και της οικονομικής δυσπραγίας σε πολλές περιοχές του πλανήτη, αναμένεται να φθάσει στο 40%.
Βεβαίως δεν αναμένεται ανάλογη αύξηση των τιμών όλων των μετάλλων την επόμενη χρονιά. Η τιμή του αλουμινίου, για παράδειγμα, δεν έχει τόσο λαμπρές προοπτικές, καθώς η παραγωγή του μπορεί εύκολα να αυξηθεί για να καλύψει τη ζήτηση από την κατασκευαστική και την αεροναυπηγική βιομηχανία. Αντίθετα, ο χαλκός αναμένεται να γίνεται όλο και πιο περιζήτητος- άρα και πιο ακριβός- καθώς η παγκόσμια παραγωγή θα δυσκολεύεται να καλύψει τη ζήτηση. Οι ειδικοί σε θέματα εμπορευμάτων αναλυτές της Goldman Sachs προβλέπουν ότι σε ένα 12μηνο η τιμή του χαλκού θα εκτιναχθεί κατά 35% υψηλότερα και θα φθάσει τα 11.000 δολάρια ο τόνος! Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ το είχε βεβαίως προβλέψει στους «Διαλόγους από την Αγορά Χαλκού», αναφέροντας κάποιον που αγόραζε μετά μανίας χάλκινα πνευστά μουσικά όργανα επειδή απλούστατα ήταν… συλλέκτης χαλκού!