Oταν ο αξιότιμος αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως ομολόγησε, με τη γνωστή ανέξοδη παρρησία, ότι «τα λεφτά τα φάγαμε όλοι μαζί ακολουθώντας μια πρακτική αθλιότητας, εξαγοράς και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος», περιέγραφε, από την πλευρά του, αυτό που λίγες μέρες μετά μάθαμε και από επίσημα ευρωπαϊκά χείλη: όλοι γνώριζαν πόσο άρρωστη ήταν η ελληνική οικονομία και όλοι έκαναν τους ανήξερους. Και η μεν σιωπή της Ευρώπης γίνεται κατανοητή: αποδείχθηκε κυριολεκτικά χρυσή. Αλλά η ομολογία του κ. αντιπροέδρου (αναφέρομαι στο αξίωμα και όχι στο πρόσωπο) τι άλλο δηλώνει παρά τη χρεοκοπία της δημοκρατίας μας, πέρα από την κατάρρευση της οικονομίας; Γιατί; Διότι μολονότι ομολογείται το ειδεχθές έγκλημα, τιμωρία δεν υπάρχει. Δικαιοσύνη δεν πρόκειται να απονεμηθεί, καθώς το ανοσοποιητικό σύστημα της δημοκρατίας μας φαίνεται να έχει καταρρεύσει.

Πρόκειται περί ελληνικού δράματος; Είναι μια σύγχρονη άποψη της ελληνικής τραγωδίας, που θα έλεγαν και οι μορφωμένοι ευρωπαίοι αναλυτές; Οχι. Από αυτό το τραγελαφικό σενάριο της ατέρμονης χρεοκοπίας (πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής, εκπαιδευτικής κ.λπ.) ελλείπει η έννοια του τραγικού που έχει άμεση σχέση με την αυτοσυνειδησία μας. Χωρίς αυτοσυνειδησία δεν υπάρχει ενοχή, άρα δεν υπάρχει δυνατότητα κάθαρσης. Καμία από τις τρεις μείζονες ελληνικές συμφορές του 20ού αιώνα, Μικρασιατική Καταστροφή, Εμφύλιος, δικτατορία του 1967, δεν μας οδήγησε σε κάποια μορφή εθνικής αυτοσυνειδησίας. Ο καθένας πέρασε το προσωπικό του δράμα, αλλά το γενικό κακό δεν εγγράφηκε στο εθνικό DΝΑ μας. Ο,τι ίσως έχει εγγραφεί στο εθνικό DΝΑ μας, γενεές τώρα, είναι η ροπή («αμαρτία») που οδηγεί σε κάθε μορφή μπαγαποντιάς, για την οποία μάλιστα και καμαρώνουμε. Το φοβερότερο: αυτή η υπερηφάνεια για την αθλιότητα συνδέεται, πολλές φορές, με την άποψη ότι αφού και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι θεωρούνταν πως ήταν πρωτομάστορες στη διαφθορά, στην απάτη και σε παντοία σκάνδαλα, τότε τα γονίδιά μας είναι 100% αρχαιοελληνικά. Η λατινογενής προειδοποίηση «φοβού τους Δαναούς» μοιάζει να απασχολεί την ίδια την τρόικα. Γι΄ αυτό και επανέρχεται με νέες ρήτρες…

Δεν πρόκειται λοιπόν περί αυτού. Το γονιδιακό ή πολιτικό DΝΑ των αρχαίων Ελλήνων λίγο, ή ελάχιστα, σχετίζεται με το δικό μας. Η κρίση της δημοκρατίας δεν έχει να κάνει με το γονίδιο της φυλής, αλλά με τη συμπεριφορά αυτού του πολιτεύματος, όταν βρεθεί σε δυσμενές περιβάλλον. Και η αθηναϊκή δημοκρατία, όπως και κάθε δημοκρατία, χαρακτηρίζεται από την εγγενή παθογένεια ενός συστήματος που από τη φύση του δεν μπορεί να υπερασπισθεί τον εαυτό του αυταρχικά, διαφορετικά μεταβάλλεται ο χαρακτήρας του. Η δημοκρατία συνεπώς κινδυνεύει και από «φίλους» και από «εχθρούς». Καμιά φορά μάλιστα οι πρώτοι είναι χειρότεροι από τους δεύτερους. Επειδή οι «φίλοι», εν προκειμένω οι δημοκρατικά εκλεγμένοι πολιτικοί, θεωρούνται de facto υπερασπιστές της δημοκρατίας, γι΄ αυτό και υπεράνω υποψίας είναι, απολαμβάνουν ασυλία. Αν όμως κάποιος βουλευτής στην αρχαία Αθήνα ομολογούσε ότι διασπάθισε, μαζί με τους πολιτικούς αντιπάλους του, το δημόσιο χρήμα, δεν υπάρχει αμφιβολία πως θα περνούσε δικαστήριο. Τα ρητορικά κείμενα και οι αριστοφανικές κωμωδίες βρίθουν από καταγγελίες για πολιτικά ατοπήματα. Προφανώς σοβούσε μια μορφή κρίσης στην αθηναϊκή δημοκρατία, ουδέποτε όμως έλειψαν η δημόσια «ανάκριση», ο έλεγχος και συχνά η τιμωρία των πολιτικών. Ταυτόχρονα υπήρχαν οι ρήτορες, οι ποιητές και οι φιλόσοφοι, που προειδοποιούσαν για το Κακό. «Πολιτικές» τραγωδίες όπως η Ορέστεια, η Αντιγόνη, ο Οιδίπους Τύραννος ή η Εκάβη έδειχναν τους κινδύνους.

Η πολιτογραφημένη πια ελληνίδα κυρία Jacqueline de Romilly περιγράφει στο βιβλίο της Προβλήματα της αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας τις τρεις κύριες αδυναμίες της αρχαίας δημοκρατίας: τη «λαϊκή τύφλωση», που οφείλεται κυρίως στην αμάθεια των «πολλών», τη «δημοκρατική αναρχία», και το αντιθετικό δίπολο «το κόμμα και η πατρίδα». Προφανώς ο συσχετισμός με τα σημερινά είναι εύκολος. Θα μείνω ωστόσο στην πρώτη αιτία της κρίσης, στην αμορφωσιά, γιατί εκεί τελικά φαίνεται να υπάρχει και η λύση. Αυτό λοιπόν που συχνά δηλώνεται μέσα σε πολλά κείμενα είναι οι κατηγορίες των «ολίγων», των «αρίστων», ότι οι «πολλοί», που κυβερνούν, είναι αμαθείς (βλ. λ.χ. τη στιχομυθία του Δούλου και του Αλλαντοπώλη στους Ιππής, 180 κ.ε.). Αυτή η παλαιά διάκριση μορφωμένων, που δεν κυβερνούν, και αμόρφωτων, που κυβερνούν, σήμερα, ευτυχώς(;), ή δυστυχώς(;), δεν υφίσταται. Οπως έχει δείξει η εκπαιδευτική μας πολιτική, εδώ και δεκαετίες, η εξομοίωση γίνεται προς τα κάτω, όχι προς τα πάνω. Και δεν αναφέρομαι μόνο σε μια γραμματολογικής τάξεως παιδεία, αλλά κυρίως στη διαμόρφωση ενός πολιτικού ήθους, όπως γράφει η Romilly. Αυτή η ηθική και πολιτική παιδεία (που δεν ανήκει στη σφαίρα του κυβερνοχώρου) θα εμπόδιζε ή τουλάχιστον θα περιόριζε την Κάθοδο προς την ατέρμονη χρεοκοπία.

Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.