«Η ΑΛΛΑΓΗ του κλίματος για την Ελλάδα διεθνώς και οι επιδόσεις της οικονομίας μας αποτελούν κατά τη γνώμη μου τον προάγγελο μιας μεγάλης ανατροπής. Είναι σαν να έχω όλο το σκηνικό μπροστά μου:τα spreads θα συνεχίσουν να πέφτουν,οι οίκοι αξιολόγησης θα αναβαθμίσουν την πιστοληπτική
ικανότητα της χώρας και οι αγορές θα ακολουθήσουν γιατί θα “μυριστούν” την προοπτική του κέρδους». Από τα λόγια αυτά είναι φανερό ότι η κυρία Λούκα Κατσέλη μπορεί να μετακινήθηκε στο υπουργείο Εργασίας, η ψυχή της όμως παραμένει στο υπουργείο Οικονομικών. Η μετακόμιση από τα μοντέρνα, φωτεινά γραφεία του προηγούμενου θώκου της στα νέα, τα οποία διατηρούν
άθικτη την αισθητική της δεκαετίας του ΄80, επιτείνει ασφαλώς ένα αίσθημα νοσταλγίας.Η κυρία Κατσέλη όμως δεν βασανίζεται από αυτό, αλλά από την αγωνία να τεθούν εγκαίρως σε εφαρμογή τα τέσσερα ταμεία που έφτιαξε για την ενίσχυση της ρευστότητας στην αγορά, τα οποία τώρα βρίσκονται στα χέρια του κ. Μ. Χρυσοχοΐδη, ώστε να τα συνδυάσει με τα προγράμματα στήριξης των ανέργων.
«Η παλιά οικονομία της Ελλάδας βουλιάζει» επισημαίνει η κυρία Κατσέλη «και αναδεικνύεται σταδιακά μια νέα με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Αυτή η μετάβαση πρέπει να γίνει ομαλά,διαφορετικά το κόστος θα είναι τεράστιο για την κοινωνία και για το πολιτικό σύστημα».

Οσο ήταν στο υπουργείο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας η κυρία Κατσέλη δέχτηκε συντροφικά πυρά από πολλές πλευρές για καθυστερήσεις στο νομοθετικό της έργο, για την αντιπαράθεσή της με τις τράπεζες, για την αδυναμία της να ελέγξει την ακρίβεια στην αγορά. Η ένταση που υπήρχε στη σχέση της με τον κ. Γ. Παπακωνσταντίνου δεν βοηθούσε την κατάσταση, ενώ διάφοροι βουλευτές την είχαν επικρίνει για την ξεροκεφαλιά με την οποία, κατά τη γνώμη τους, διαχειριζόταν την καθημερινότητα του υπουργείου της. Η ίδια όμως έχει ακλόνητες απόψεις για την οικονομία και πιστεύει ότι αυτές θα υπερισχύσουν όταν αποκατασταθεί η κανονικότητα στις αγορές. Αυτό το σημείο δεν το τοποθετεί στο μακρινό μέλλον. «Σε έναν χρόνο θα έχουν αλλάξει τα πράγματα και ο Γιώργος Παπανδρέου θα είναι σε θέση να εφαρμόσει μια άλλη πολιτική, πιο κοντά στις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΠαΣοΚ» παρατηρεί. Παρά την πρώτη εντύπωση που δημιουργούν τα λόγια της, η κυρία Κατσέλη δεν είναι αισιόδοξη για το μέλλον με τον τρόπο που λένε ότι είναι άλλοι συνάδελφοί της. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η ψήφιση του Ασφαλιστικού ήταν ένας δύσκολος κάβος για την κυβέρνηση, τα χειρότερα όμως έπονται καθώς τώρα ξεκινά η εφαρμογή του, με την ανεργία να εκτοξεύεται επισήμως στο 15%-17% και ανεπισήμως να φθάνει ως και στο 20%, που μεταφράζεται σε ένα εκατομμύριο άτομα. Η περιδίνηση των επιχειρήσεων και των εργαζομένων στις συνθήκες της κρίσης δεν μπορεί παρά να ταράζει τον ύπνο κάθε υπουργού Εργασίας.

Την κρισιμότητα του προβλήματος επισήμανε ο κ. Γ.

Παπανδρέου στην ομιλία του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, λέγοντας ότι «η ανεργία είναι ο πραγματικά μεγάλος αντίπαλός μας. Για την κυβέρνησή μας οι εργαζόμενοι είναι η απόλυτη προτεραιότητα. Αυτοί έκαναν την προσπάθεια και αυτοί πρέπει να στηριχτούν σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς».

Η στήριξη των εργαζομένων αποτελεί όμως ένα έργο βαρύ και σύνθετο. «Η οικονομία της Ελλάδας ήταν στηριγμένη στην ανειδίκευτη εργασία,στη μικροϊδιοκτησία, στις οικογενειακές επιχειρήσεις και στις μικροϋπηρεσίες. Ηταν μια οικονομία με εσωστρεφή χαρακτηριστικά. Αυτή η εικόνα αλλάζει. Δημιουργούνται καινούργιες αγορές, γίνονται επενδύσεις κλίμακαςσε νέους τομείς:στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας,στα δίκτυα ενέργειας, στις επικοινωνίες και στις μεταφορές, στον αγροτοδιατροφικό τομέα, στο φάρμακο, ακόμη και στον τουρισμό και στον πολιτισμό» επισημαίνει η κυρία Κατσέλη. Σύμφωνα με την ανάλυση που κάνει, τα επόμενα χρόνια θα αλλάξει και η σύνθεση του εργατικού δυναμικού. Οι νέες επενδύσεις θα αυξήσουν τις απαιτήσεις σε προσωπικό υψηλής εξειδίκευσης και έντασης γνώσης. Ως παράδειγμα αναφέρει ότι μία μόνο μονάδα φωτοβολταϊκών τόξων απαιτεί για τη λειτουργία της περίπου 300 μηχανικούς.

«Αυτόόμωςσημαίνει ότι ξεκινά μια περίοδος επανασχεδιασμού του παραγωγικού μοντέλου της χώρας,κατά τη διάρκεια της οποίας οι ανισότητες θα διευρύνονται. Και αυτό είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να το διαχειριστεί πολιτικά η κυβέρνηση. Πρέπει να διαχειριστούμε τη μιζέρια που υπάρχει, αλλά ταυτόχρονα και την ελπίδα του κόσμου για το αύριο» σημειώνει. «Ενδεχομένως να χρειαστεί να πούμε στους πολίτες “δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά για εσάς, δουλεύουμε όμως για το μέλλον των παιδιών σας”». Ενα παραπλήσιο επιχείρημα χρησιμοποίησε και ο κ. Παπανδρέου θέτοντας το ερώτημα: «Πώς θέλουμε να κληρονομήσουν την Ελλάδα οι νέοι; Με τα προβλήματα του σήμερα ή με τις τεράστιες δυνατότητες του αύριο;».

«ΜΗ ΜΕ ΡΩΤΑΤΕ ΠΟΣΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΦΤΙΑΞΑ,ΑΛΛΑ ΠΟΣΕΣ ΕΣΩΣΑ»
Το αύριο είναι πολύ μακρινό για ένα υπουργείο που στις θύρες του μαζεύονται καθημερινά απολυμένοι και άνεργοι αναζητώντας μια χαραμάδα ελπίδας για το τώρα. Η κυρία Κατσέλη από την πρώτη στιγμή που εγκαταστάθηκε στο υπουργείο Εργασίας μία φράση επαναλαμβάνει στους συνομιλητές της: «Μη με ρωτάτε πόσες θέσεις εργασίας έφτιαξα, αλλά πόσες θέσεις εργασίας έσωσα». Η θέση αυτή ακούγεται παράδοξη από μια υπουργό που δεν δίστασε να ταχθεί υπέρ της μείωσης των μισθών σε επιχειρήσεις που απειλούνται με λουκέτο και η οποία αποδέχθηκε την πίεση της τρόικας για την επικράτηση των κλαδικών συμβάσεων και των τοπικών συμφώνων έναντι των συλλογικών, προκειμένου να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα (και να ξεσηκωθούν τα συνδικάτα). Η ίδια όμως πιστεύει ότι σε μια χώρα που στηρίζεται πολύ στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα πρέπει να στηριχθεί πάση θυσία η εργασία, διαφορετικά το κόστος για την ανασυγκρότηση της οικονομίας θα είναι δυσβάστακτο. «Χρειάζεται να δοθεί μια ανάσα στην κυβέρνηση, αλλά και στις επιχειρήσεις αυτές ώστε να μετεξελιχθούν σε μονάδες υποστήριξης μεγαλύτερων επενδυτικών σχημάτων. Εκεί θα βασιστεί και ο σχεδιασμός για την ανάπτυξη» λέει.